Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2021 η Ελλάδα σε όρους επιπέδου διαβίωσης κατατάσσεται 32η ανάμεσα σε 40 χώρες, ενώ βρισκόταν οριακά κάτω από την Κροατία και τη Σλοβακία ή οριακά πάνω από την Τουρκία και τη Βουλγαρία. Το 2021, ο μέσος ετήσιος προσαρμοσμένος μισθός πλήρους απασχόλησης στην Ελλάδα ανήλθε σε 15.879 ευρώ, έναντι 33.500 ευρώ στην Ευρώπη. Ως εκ τούτου, με βάση το ύψος των αποδοχών η χώρα μας κατατάσσεται 22η ανάμεσα στις 26 χώρες της Ε.Ε. Την περίοδο 2019-2022, σύμφωνα με τα στοιχεία από «Eργάνη», στην Ελλάδα ο αριθμός των εργαζομένων αυξήθηκε κατά 13% και οι μέσες μηνιαίες αποδοχές ενισχύθηκαν κατά 12,4%. Η βελτίωση δεν έκλεισε όμως την ψαλίδα μιας και οι όποιες αυξήσεις χάθηκαν από τις πληθωριστικές πιέσεις.
Με βάση τα στοιχεία, η διεκδίκηση μισθολογικών αυξήσεων από την πλευρά των εργαζομένων είναι απολύτως λογική. Οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους αντιλαμβάνονται ότι η συμπίεση της κατανάλωσης πλήττει και τις ίδιες, αλλά στην κατάσταση που βρίσκονται δεν μπορούν να αντέξουν αύξηση του μισθολογικού κόστους και ζητούν τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους από το κράτος, ώστε και η ανταγωνιστικότητα να μη χαθεί και τα εισοδήματα να αυξηθούν. Η μείωση όμως των εισφορών θα τινάξει στον αέρα το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο είναι σε οριακή κατάσταση. Με δυο λόγια, τα πάντα βρίσκονται σε μία εύθραυστη ισορροπία και το αδιέξοδο είναι κάτι περισσότερο από προφανές.
Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται στη συνολική διάρθρωσή της. Μικρές επιχειρήσεις με έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και οριακή βιωσιμότητα, «μαύρη» και ανασφάλιστη εργασία και εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Με αυτό το μοντέλο η χώρα δεν μπορεί παρά να βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ε.Ε. και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει όσο δεν αλλάζουν βασικά ζητήματα σε σχέση με την οργάνωση της οικονομίας. Η δομική αλλαγή έχει πολιτικό κόστος που κανένας δεν είναι διατεθειμένος να λάβει. Δεν αποτελεί έτσι έκπληξη που επιχειρήσεις που υπάρχουν μόνο μέσα από τη δραματική συμπίεση του μισθολογικού κόστους, δεν βρίσκουν εργαζόμενους. Οι «γαλέρες» που υπάρχουν χάρη στην ανασφάλιστη εργασία ζορίζονται στο νέο περιβάλλον. Το βέβαιο είναι ότι δεν αποτελεί λύση η ενίσχυσή τους με νέες καραβιές μεταναστών, που θα δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί και θα κοιμούνται σε παραπήγματα.