Οπως και να έχει η υπόθεση, το τελικό αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μιας εικόνας η οποία ενισχύει τη θέση της ανάμεσα στους τουριστικούς προορισμούς. Με τη φόρα που έχουν πάρει ορισμένοι, παρουσιάζουν την πόλη κάτι ως... επίγειο παράδεισο. Πλην όμως επίγειος παράδεισος χωρίς οργανωμένο... πράσινο δεν γίνεται. Και σε αυτό το πεδίο, μια πόλη που περιβάλλεται από αγροτικές περιοχές, δυστυχώς κατέχει αρνητικό ρεκόρ.
Πιθανόν κάποιοι θα σπεύσουν να χαρακτηρίσουν ως υπερβολική τη διαπίστωση. Ως εκ τούτου θα πρέπει να υπενθυμίσουμε εξ αρχής ότι το 2010 σε έρευνα της Eurostat για τα χαρακτηριστικά ορισμένων πόλεων, η Καλαμάτα ήταν μια από αυτές που είχαν το χαμηλότερο ποσοστό πρασίνου εντός του οικιστικού ιστού. Δεν χρειάζεται να ψάξει κάποιος ιδιαιτέρως για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πέραν του Πάρκου Σιδηροδρόμων (και συμπληρωματικά του Πάρκου Λιμενικού) δεν υπάρχει άλλος χώρος οργανωμένου πρασίνου στην πόλη. Κάπου 60 στρέμματα δηλαδή, πράγμα που σημαίνει ότι η αναλογία είναι μόλις 1 τετραγωνικό μέτρο ανά κάτοικο. Για να αποδεχθεί έτσι η ορθότητα της σχετικής έρευνας που προανέφερα. Το πρόβλημα ασφαλώς δεν είναι η στατιστική αλλά η επίδραση που έχει αυτή η (αρνητική) επίδοση στην ποιότητα ζωής της πόλης. Η οποία έχει κατασκευαστεί πρωτίστως για τους κατοίκους της, οι επισκέπτες έρχονται και φεύγουν, οι περισσότεροι άλλωστε κινούνται σε προκαθορισμένες διαδρομές οι οποίες μάλιστα είναι σε επαφή με το μεγάλο πνεύμονα πρασίνου. Τον οποίο εδώ που τα λέμε, ουκ ολίγοι εποφθαλμιούν ονειρευόμενοι μια κεντρική λεωφόρο. Και επειδή ψηφοθηρικώς θεωρείται... καρποφόρα μια τέτοια κίνηση, το Πάρκο έχει γλιτώσει εξ αιτίας του γεγονότος πως όλοι γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν έχει τύχη στο Συμβούλιο Επικρατείας. Οι κατά καιρούς δηλώσεις δημοτικών παραγόντων είναι χαρακτηριστικές των αντιλήψεων που υπάρχουν σε τμήματα του πληθυσμού που θέλουν να κολακεύσουν για ευνόητους λόγους. Αν φυσικά πέραν τούτου το πιστεύουν από πάνω, τόσο το χειρότερο. Για να επανέλθουμε στο ζητούμενο, τα δέντρα στις νησίδες και τα πεζοδρόμια έχουν τη δική τους αξία (κλιματική και αισθητική), σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορούν να αναπληρώσουν την απουσία χώρων οργανωμένου πρασίνου οι οποίοι τελικά καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό το κλίμα στην πόλη, τις κοινωνικές δραστηριότητες και την καθημερινότητα των πολιτών σε τελευταία ανάλυση.
Μετά από αυτά μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος: Μα υπάρχουν άλλοι χώροι στην πόλη για να δημιουργηθούν ζώνες πρασίνου; Θα απαντήσουμε ότι υπήρχαν, αλλά δυστυχώς οι επιλογές ήταν διαφορετικές. Υπήρχε ο χώρος του παλιού στρατοπέδου αλλά με ευθύνη όλων όσοι είχαμε δημόσιο λόγο και ρόλο (από διαφορετικές θέσεις), αντί για να δημιουργηθεί ένας πνεύμονας πρασίνου με ελάχιστα κτήρια που ήδη υπήρχαν, φορτώθηκε με ένα πλήθος χρήσεων και μετατράπηκε σε μια νέα συνοικία. Δυστυχώς η παρέμβαση αποτύπωσε το πνεύμα μιας εποχής κατά την οποία εκδηλώθηκε ένας διαγκωνισμός προτάσεων για την τσιμεντοποίηση του χώρου. Βεβαίως υπήρχε και η πλατεία αλλά και εδώ κυριάρχησε η λογική της στρώσης άλλοτε με μάρμαρο και άλλοτε με πλάκες. Και έγραφα πριν 6 χρόνια: “Αν θέλαμε πραγματικά ζώνη ψηλού πρασίνου, θα έπρεπε να γίνει φύτευση σε διπλή σειρά στο δυτικό πεζοδρόμιο της Αριστομένους έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια αλέα που θα εξασφαλίζει δροσιά και θα ξεκουράζει το μάτι. Θα έπρεπε το γκαζόν του Διοικητηρίου να γεμίσει ψηλά δέντρα και να γίνει παρκάκι. Θα έπρεπε η πλατεία να αποκτήσει χαρακτήρα άλσους για να σταματήσει να αποτελεί “χύτρα” μέσα στην οποία βράζει το κέντρο της πόλης. Και να συνεχίζεται το ψηλό πράσινο μέχρι τα συνεργεία του δήμου, τα οποία συντόμως θα πρέπει να απομακρυνθούν μαζί με άλλες εγκαταστάσεις για να αποκατασταθεί το φυσικό περιβάλλον”. Τότε φάνταζαν ολίγον... ρομαντικά τα αυτονόητα. Κατά την πάγια πρακτική τους οι δημοτικοί άρχοντες επείγοντο να τοποθετηθεί η πλάκα εγκαινίων στην πλατεία με εγχάρακτο το όνομά τους. Ως εκ τούτου κάθε άλλη ιδέα πήγε στον κάλαθο των αχρήστων γιατί... λεφτά υπήρχαν μόνον για πλάκες και ολίγον περιμετρικό πράσινο. Αντί να πεζοδρομηθεί η Αριστομένους και να τοποθετηθούν τα πλατάνια στη διευρυμένη πλατεία, προτιμήθηκε να τοποθετηθούν στο πεζοδρόμιο από όπου θα ξηλωθούν όταν αργά ή γρήγορα θα θεριέψουν.
Πράσινη ανάπλαση όμως δεν φαίνεται στον ορίζοντα ούτε και έξω από την πόλη προς το βουνό. Η κοίτη του Νέδοντα από παλαιότερα καταπατήθηκε για να δημιουργηθούν χώροι για συνεργεία, για γήπεδο και για ό,τι άλλο χρειαζόταν μια εποχή ο δήμος. Υποτιμήθηκαν οι κίνδυνοι ή κυριάρχησε το επείγον κάποιων πραγμάτων και έτσι ουσιαστικά έχουμε εγκαταστάσεις μέσα στο ποτάμι. Κατά καιρούς οι δημοτικοί άρχοντες φλερτάρουν με διάφορες ιδέες, όχι όμως και με αυτή του πρασίνου. Κάποτε έπαιξε να δοθεί χώρος στο ΚΤΕΛ για μηχανοστάσιο-πάρκινγκ και τώρα οι δημοτικοί άρχοντες είναι ενθουσιασμένοι με την ιδέα ενός ευμεγέθους ανοικτού θεάτρου, αφού εκεί υπάρχει... οικόπεδο. Και αφού τους χάραξε έτσι, δεν υπολογίζουν ούτε τις ρυθμίσεις του Γενικού Πολεοδομικού οι οποίες δεν προβλέπουν χώρο θεάτρου και αντιθέτως κινούνται στη λογική δημιουργίας μιας πράσινης ζώνης η οποία μάλιστα λειτουργεί δεσμευτικά για την δόμηση και για πολλούς ιδιοκτήτες, γεγονός που είχε προκαλέσει παλαιότερα αντιδράσεις. Και φυσικά δεν είναι μόνον ο χώρος τον οποίο θα καταλάβει η κατασκευή, αλλά και ο χώρος που θα πρέπει να διατεθεί ως χώρος στάθμευσης αφού στην υπόλοιπη περιοχή θα γίνει απαγορευτική η στάθμευση εξ αιτίας του περιφερειακού που θα λειτουργήσει τους επόμενους μήνες κατά τις εξαγγελίες. Ως εκ τούτου η ιδέα για την “πράσινη” ενοποίηση της πόλης με τον ορεινό όγκο του Ταϋγέτου μπαίνει στην προκρούστεια κλίνη των σχεδίων του δημάρχου, ο οποίος επείγεται για μια ακόμη πλάκα πριν εγκαταλείψει ή παραδώσει τον δημαρχιακό θώκο, αναλόγως των πολιτικών εξελίξεων. Ελπίζουμε τουλάχιστον να μην αγριέψει κάποια στιγμή ο Νέδοντας και πάρει μπάλα ό,τι εμποδίζει το διάβα του, γιατί θα είναι οδυνηρό για την πόλη. Το παρελθόν και οι τεχνικοί προειδοποιούν εδώ και χρόνια, πλην όμως άλλες οι βουλές των αρχόντων.
Εκτός από το αστικό, πάει περίπατο σταδιακά και το περιαστικό πράσινο. Η συνεχής επέκταση του σχεδίου πόλης λειτούργησε ως οδοστρωτήρας, η δόμηση στους λόφους που περιβάλλουν την πόλη άνοιξε νέες πληγές, ήρθε και ο περιφερειακός για να συμπληρώσει το σκηνικό. Και είναι άγνωστο τι μπορεί ακόμη να συμβεί (έχουμε και το νέο νεκροταφείο για να μην ξεχνιόμαστε) όταν ουδείς ενδιαφέρεται (ούτε) για το περιαστικό πράσινο. Ας θυμηθούμε ότι πριν από πολλά χρόνια είχε ξεκινήσει μια προσπάθεια για το περιαστικό άλσος της Βελανιδιάς. Η οποία εγκαταλείφθηκε στη διαδρομή και καταστράφηκαν ακόμη και τα ολίγα που είχαν γίνει τον πρώτο καιρό. Και στο οποίο κατά τους σχεδιασμούς θα πάει το πεδίο βολής αν και όταν κατασκευαστεί νεκροταφείο. Στο μεταξύ η πόλη απλώνει ακόμη. Και αν λόγω της κρίσης οι ρυθμοί έχουν πέσει δραματικά, το πολεοδομικό συγκρότημα γίνεται όλο και περισσότερο συμπαγές και το πράσινο είναι το τελευταίο που σκέφτονται εκείνοι που αποφασίζουν για το μέλλον του τόπου. Στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν γνωστοποιήθηκαν οι πρώτες πληροφορίες για τις προβλέψεις του σχεδίου (που ολοκληρώθηκε το 1905), γινόταν γνωστό ότι προβλέπονται δεκάδες πλατείες στο νέο τμήμα της πόλης από το ύψος της βόρειας πλευράς της σημερινής πλατείας μέχρι την Παραλία. Μέχρι να φθάσει στο Δημοτικό Συμβούλιο ο αριθμός είχε μειωθεί αισθητά. Στη συνέχεια η Παραλία έμεινε χωρίς πλατεία γιατί κατά την πρακτική χρήσης του δημόσιου χώρου που γνωρίσαμε, στη θέση της χτίστηκε το συγκρότημα του Λιμεναρχείου. Λίγα χρόνια αργότερα η κεντρική πλατεία σώθηκε την τελευταία στιγμή καθώς ορισμένοι ιδιοκτήτες κερδίζοντας δικαστικά είχαν περιφράξει με... φραγκοσυκιές τις ιδιοκτησίες τους. Και το Δημοτικό Συμβούλιο μοιράστηκε στα δύο για τις απαλλοτριώσεις, καθώς ήταν ισχυρή η άποψη να... κουτσουρευτεί η πλατεία. Από το δημόσιο χώρο όπως προσδιορίστηκε αρχικά, απέμειναν τελικά ελάχιστα σημεία και αυτά κατά κανόνα απογυμνωμένα από υψηλό πράσινο. Καμίνι που βράζει η πόλη, αλλά ποιος νοιάζεται;