Μια διαπίστωση είναι κοινή: Η πόλη “βούλιαξε” από κόσμο το καλοκαίρι αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι παράλληλα έρευσε και το ανάλογο χρήμα στα ταμεία όλων. Ως συνήθως και για την επίμαχη περίοδο δεν υπήρχε διαθέσιμο ούτε ένα επίσημο-νόμιμο κατάλυμα. Τα ξενοδοχεία είχαν κλείσει από ενωρίς, συγκροτήματα ενοικιαζόμενων δεν υπάρχουν, νοικιάστηκε κάθε διαθέσιμος χώρος... με ή χωρίς σήμα. Η έρευνα της Ενωσης Εμπόρων σε όλη την Ελλάδα κατέδειξε αύξηση της κίνησης στις εκπτώσεις τοποθετώντας την Καλαμάτα στις εξαιρέσεις. Τα σούπερ μάρκετ σε ορισμένες περιόδους είχαν γεμίσει από κόσμο. Αλλά εκείνοι που περιμένουν την τουριστική σεζόν για να δουλέψουν, οι πρώτες πληροφορίες αναφέρουν πως μόνον... ικανοποιημένοι δεν είναι. Η κατανάλωση στον τομέα εστίασης και ψυχαγωγίας εμφανίζεται μειωμένη συνολικά. Ενώ φαίνεται ότι υπήρξε και μια ορισμένη ανακατανομή μεταξύ παραλιακής ζώνης και κέντρου, ενισχύοντας την τάση των τελευταίων χρόνων. Καταγράφω στοιχεία και εκτιμήσεις φυσικά από τις καθημερινές συζητήσεις και δεν φιλοδοξώ να τα παρουσιάσω ως... προϊόν μελέτης. Αλλά ως μιας αίσθησης η οποία θα μπορούσε να προσδιορίσει ενδεχομένως και το προφίλ των επισκεπτών και να βοηθήσει στην ανίχνευση του διαρκώς επαναλαμβανόμενου “τι τουρισμό θέλουμε”. Η μεγάλη πλειοψηφία των επισκεπτών είναι Ελληνες που έχουν ή όχι δεσμούς με τον τόπο, μεσαία εισοδήματα και αυξανόμενη την αίσθηση της οικονομίας στην κατανάλωση, αλλά και μια διαφορετική θεώρηση για τις διακοπές από εκείνη που τις ταυτίζει με το ολοήμερο της θάλασσας και γύρω από αυτή. Είναι στοιχεία που δυνητικά μπορούν να εξηγήσουν την καταναλωτική συμπεριφορά που προαναφέραμε, αλλά και να προσανατολίσουν τους άμεσα ενδιαφερόμενους.
Ας ξεκινήσουμε από το βασικό που ακούει στο όνομα “κατάλυμα”. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η δυνατότητα αύξησης των κλινών εντός ή περί τον οικιστικό ιστό της πόλης, περιορίζεται στο ελάχιστο. Ουσιαστικά κανένας δεν συζητεί για μεγάλη επένδυση, μικρά αλλά ενδιαφέροντα σχέδια μπορεί να υπάρχουν πλην όμως δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν ριζικά την κατάσταση. Αυτό εξηγεί και την πρεμούρα του δημάρχου Παν. Νίκα, που κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να κατασκευαστεί με τη νέα χάραξη ο δρόμος Καλαμάτα-Ριζόμυλος. Γνωρίζει ότι η περιοχή που προσφέρεται για την ανάπτυξη τουριστικών συγκροτημάτων πρακτικά είναι δυτικά του Παμίσου και φθάνει μέχρι τις ιδιοκτησίες Κωνσταντακόπουλου στην απόληξη του δρόμου. Εκεί υπάρχουν οι μεγάλες εκτάσεις (αλλά και ξενοδοχεία), συντάσσονται φάκελοι για πολυτελή ξενοδοχεία, συζητιούνται σχέδια και τέλος πάντων υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μεγάλες επενδύσεις. Ο κ. Νίκας ουσιαστικά βλέπει την περιοχή σαν προάστιο της Καλαμάτας που θα φέρει σε αυτή εκείνους οι οποίοι θα αποφασίσουν να περάσουν τις ημέρες των διακοπών τους στο “φιλέτο” του Μεσσηνιακού Κόλπου. Ενας τέτοιος δρόμος όχι μόνον διασφαλίζει αυτή την προοπτική από χωροταξική άποψη, αλλά ταυτοχρόνως καθιστά προσβάσιμη και την δυτική παραλιακή περιοχή της πόλης όπου ορίζεται τουριστική ζώνη. Ας μην θεωρήσει κανένας ότι προσπαθώ να βάλω τους τοπικούς άρχοντες Μεσσήνης και Καλαμάτας να... πλακωθούν για το δρόμο και ποιου προάστιο είναι η Μπούκα. Στην κίνηση των πραγμάτων απαιτείται κοινή λογική γιατί οι παράμετροι των λογαριασμών υπάρχουν, όπως επίσης και τα δεδομένα. Οταν ελαχιστοποιείται η απόσταση από το αστικό κέντρο, είναι βέβαιο ότι αυτό επεκτείνει τη ζώνη επιρροής του. Ο ανταγωνισμός είναι συντριπτικός και οι άνθρωποι της Μεσσήνης (παράγοντες, φορείς αλλά και πολίτες) θα πρέπει να βρουν μόνοι τους τι θα πρέπει να αλλάξει ώστε η πόλη να γίνει ελκυστική για τον επισκέπτη ώστε να επωφεληθεί από οποιαδήποτε νέα τουριστική εγκατάσταση.
Εκ των πραγμάτων και για το επόμενο διάστημα, η αυξανόμενη ζήτηση για καταλύματα στην Καλαμάτα θα περιοριστεί στις ενοικιάσεις διαμερισμάτων που... έχουν επεκταθεί. Ηδη κάποιοι από τους συμπολίτες μας εντάσσουν τα σπίτια τους σε δίκτυα ενοικίασης που λειτουργούν μέσω Ιντερνετ, μετακομίζοντας στην ανάγκη για την καλοκαιρινή περίοδο. Αλλοι έχοντας αγοράσει σπίτι λειτουργούν δικά τους δίκτυα στόμα-με στόμα και γενικά ενισχύεται αυτή η τάση με διάφορους τρόπους. Είναι άλλωστε η μόνη ορατή δυνατότητα για την αύξηση της προσέλευσης επισκεπτών κατά την καλοκαιρινή περίοδο όταν η ζήτηση φθάνει στα ύψη. Αυτό, όπως προαναφέραμε, προσδιορίζει και το προφίλ των επισκεπτών, εννοείται με μεγάλο βαθμό... αυθαιρεσίας στην προσέγγιση, αφού δεν υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία. Είναι ένας κόσμος ο οποίος από τα πράγματα θα κινηθεί σε όλο το μήκος και το πλάτος της πόλης, αναζητώντας πολλές φορές ακόμη και την ηρεμία που μπορεί να του προσφέρει το κέντρο (Ιστορικό και μη) της πόλης, σε αντίθεση με την θορυβώδη ανθρωποσυρροή της παραλιακής ζώνης. Ο τουρισμός του “φραπόγαλου” και το “αλμυρόν” του βραδινού γεύματος τροποποιεί την συμπεριφορά των επισκεπτών, οι οποίοι εκ των πραγμάτων έχουν αρχίσει και γίνονται περισσότερο απαιτητικοί σε σχέση με τους όρους παραμονής τους. Η προσπάθεια “αντιγραφής” του τουριστικού προϊόντος άλλων προορισμών έχει εξαντλήσει κατά την ταπεινή μου γνώμη τα περιθώριά της. Δεν είναι αυτό που έλκει πλέον τον επισκέπτη στους νέους προορισμούς, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να βρουν την απάντηση και τους τρόπους που θα φθάσουν σε αυτή. Διαφορετικά θα βλέπουν τον κόσμο που φθάνει στην πόλη να πληθαίνει και τα ταμεία τους να έχουν όλο και λιγότερα.
Και φυσικά οι αρμόδιοι του δήμου να αντιληφθούν ότι “το όνομα” που κάνει η πόλη και η διαρκής προβολή της, δημιουργεί απαιτήσεις από τον ίδιο και τις υπηρεσίες του προκειμένου αυτή η τάση να σταθεροποιηθεί και να δημιουργηθούν προϋποθέσεις διεύρυνσης. Για την παραλία δεν το συζητούμε. Ολο και περισσότεροι απομακρύνονται αναζητώντας σε κοντινές ή μακρινές παραλίες την ηρεμία και τη (σχετική) άνεση που λείπει στην Καλαμάτα, με την κατάσταση να χειροτερεύει συνεχώς. Αλλά υπάρχουν ακόμη πιο σημαντικά πράγματα -κυρίως για τους κατοίκους της πόλης- τα οποία χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ειδικός για να αντιληφθεί ότι το δίκτυο ύδρευσης αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα και ένα “κραχ” στην τουριστική περίοδο θα ήταν εξαιρετικά οδυνηρό για όλους. Το κυκλοφοριακό μπάχαλο στην παραλιακή και το κέντρο της πόλης δεν αφήνουν με τις καλύτερες εντυπώσεις τον επισκέπτη. Η “στεφάνη” των εκδηλώσεων μέσα και περί την πόλη δεν επαρκεί για να δώσει εναλλακτικές λύσεις την καλοκαιρινή περίοδο. Το βουνό είναι δίπλα στα πόδια μας και δεν έχει η πόλη τίποτε να προτείνει στον επισκέπτη. Με το Νέδοντα να φαντάζει σαν “αναγκαίο κακό” και όχι σαν μια τεράστια δυνατότητα σύνδεσης των ανθρώπων και των επισκεπτών της με τον ορεινό όγκο. Πολλά θα μπορούσαν να πέσουν σε μια συζήτηση που θα έπρεπε να έχει ως επίκεντρο όχι το “τι τουρισμό θέλουμε” αλλά “τι προσφέρει η πόλη στους κατοίκους και τους επισκέπτες της”. Πρόκειται για μια συζήτηση που έχει πολλές παραμέτρους και πρέπει να ξεκινήσει επειγόντως. Το πράγμα δεν θα πάει για πολύ μόνο του, αργά ή γρήγορα θα εξαντληθεί ή θα εκφυλιστεί η δυναμική που έχει αναπτυχθεί. Δήμος και ενδιαφερόμενοι μπορούν και οφείλουν να την ξεκινήσουν τώρα...