Τετάρτη, 06 Σεπτεμβρίου 2017 18:59

Τέσσερα “αν” και μια άλλη λογική για τις δημόσιες υποθέσεις

Γράφτηκε από τον

Τέσσερα “αν” και μια άλλη λογική για τις δημόσιες υποθέσεις

 

Ο καλύτερο τρόπος... άμυνας των εκάστοτε δημοτικών παραγόντων είναι η λογική “εμείς και οι άλλοι” που μεταφράζεται κατά περίπτωση σε “πλειοψηφία και μειοψηφίες” ή ακόμη και με όρους κεντρικής κομματικής αντιπαράθεσης.

Πιστεύοντας ότι ασφαλώς τα προγράμματα και οι δράσεις έχουν κοινωνικό πρόσημο και ότι η κεντρική αντιπαράθεση έχει να κάνει με τον τρόπο διαχείρισης των δημόσιων υποθέσεων, θα επιχειρήσω να καταγράψω μερικά “αν” για να καταδειχθεί ακριβώς αυτό το ζήτημα. Αλλά και για να γίνει αντιληπτό ότι υπάρχει και διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων στην πόλη.

Πέρασα προσφάτως από την περιοχή του σιδηροδρομικού σταθμού και... έφριξα. Ενας δυνάμει “πνεύμονας” αναψυχής και πολιτισμού, βρίσκεται στην αθλιότερη κατάσταση που μπορεί να φανταστεί κανένας και έτσι ήταν όλη την τουριστική περίοδο. Συρματοπλέγματα γύρω από το χώρο που οριοθετούσε ο παλιός σταθμός, τα χορτάρια θεριεμένα, τα βαγόνια διαλυμένα, κλειδιά λεηλατημένα, παρκαρισμένα αυτοκίνητα, μια εικόνα πλήρους εγκατάλειψης σε ένα εμβληματικό σημείο για την πόλη. Και είναι εμβληματικό όχι μόνον επειδή βρίσκεται στην “καρδιά” της πόλης, αλλά γιατί αποτέλεσε έναν περίπου αιώνα την κύρια είσοδο σε αυτή. Αμέτρητες χιλιάδες άνθρωποι και κάθε επιπέδου “άρχοντες” ξεπέζεψαν στο σταθμό που φιλοξένησε από τους καημούς της αποδημίας και της αναχώρησης μέχρι τις φιέστες βασιλιάδων, πρωθυπουργών, υπουργών και δικτατόρων. Αναπόσπαστο κομμάτι της νεότερης τοπικής ιστορίας, θα έπρεπε να αποτελεί έναν ανοικτό μουσειακό αλλά ζωντανό χώρο. Να τον χαίρονται και να μαθαίνουν οι ντόπιοι, να τον επισκέπτονται οι ξένοι που φθάνουν στην πόλη, να αποτελεί σημείο αναφοράς και συνάντησης των φίλων του σιδηροδρόμου από όλη την Ευρώπη. Τα κτήρια αποτελούν μνημεία “σιδηροδρομικής αρχιτεκτονικής” αλλά σήμερα μοιάζουν περισσότερο με κουφάρια που περιμένουν τον επόμενο βάνδαλο (και δεν είναι μόνον αυτοί με τα σπρέι που απαξιώνουν κάθε επιφάνεια της πόλης νομίζοντας πως κάνουν... αντίσταση ή τέχνη). Οι υποδομές με τις γραμμές, τα κλειδιά, το φυλάκιο και άλλα στοιχεία συνιστούν ένα σύνολο ιδιαίτερης αξίας στην ιστορία των μεταφορών. Δεν χρειάζεται να αναρωτηθούμε τι κάνει ο δήμος. Μπορούμε όμως να φανταστούμε όμως τι θα γινόταν αν αποφάσιζε να “αναστήσει” το σταθμό στο χώρο και να τον καταστήσει προορισμό για ντόπιους και επισκέπτες.

Λίγο πιο πέρα “χάζευα” τη νέα Βασιλέως Γεωργίου. Περνώ πολύ συχνά από την περιοχή και βλέπω όπως όλοι οι περίοικοι σημεία και τέρατα στην κυκλοφορία. Ο δήμος ενδίδοντας στις απαιτήσεις ορισμένων κατηγοριών επαγγελματιών αποφάσισε να κάνει το δρόμο διπλής κυκλοφορίας. Ενώ στη σύγχρονη κυκλοφοριακή αντίληψη οι δήμοι κάνουν ό,τι είναι δυνατόν να αποτρέψουν την κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης, εδώ κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να την... προσελκύσει. Κρατάει ανοιχτό το τμήμα της Αριστομένους που από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 συζητείται η πεζοδρόμηση και φέρνει μέσα και αυτόν... που δεν θέλει, καθώς οι πινακίδες τον στέλνουν στο “Κέντρο”. Η κυκλοφορία στο ρεύμα εξόδου της Βασιλέως Γεωργίου είναι ελάχιστη και ασφαλώς μπορούσε να εξυπηρετείται από την Βασιλίσσης Ολγας σε απόσταση 40-50 μέτρων παράλληλα. Ετσι όπως είναι άδεια μόνον για... σούζες με παντόφλα (όπως άκουσα νεαρό κάγκουρα να διαλαλεί) είναι χρήσιμη. Και φυσικά για... παρκάρισμα με ελεγχόμενη για να γεμίζουν με ευρά τα δημοτικά ταμεία. 

Πιο πέρα στην πλατεία Ταξιαρχών ο δήμος όχι μόνον δεν φροντίζει για να αναπτύξει το πράσινο, αλλά αντιθέτως έκλεισε με τσιμέντο τα σημεία που ξεράθηκαν (ή κάποιοι ξέραναν) την υποτυπώδη βλάστηση. 

Και στον αντίποδα γράφω για το “αν”: Ας σκεφθούμε πώς θα ήταν η περιοχή αν ο δήμος αποφάσιζε να δώσει προβάδισμα στον κάτοικο, τον πεζό και τον επισκέπτη. Αν πεζοδρομούσε την Αριστομένους και ενιαιοποιούσε την πλατεία. Αν το νότιο ρεύμα της Βασιλέως Γεωργίου μέχρι τη Φαρών γινόταν πεζόδρομος με διπλή σειρά δέντρων και καθιστικά. Αν γινόταν η ενιαιοποίηση αυτού του πεζόδομου με το παρκάκι της Ασκληπιού και την πλατεία Ταξιάρχων. Αν τελικά θέλαμε να αλλάξουμε την πόλη και τις λειτουργίες της βάζοντας στο επίκεντρο τον πολίτη.

Πάω ψηλά τώρα στην πόλη και... παρκάρω στην Κεντρική Αγορά. Εκεί πάνε οι περισσότεροι από τότε που ο δήμος αποφάσισε να βάλει ευρά στο... επιποτάμιο πάρκινγκ, το οποίο πλείστες όσες φορές είναι άδειο. Στο κέντρο του μεγάλου κτηρίου υπάρχει ένας τεράστιος συγκριτικά χώρος ο οποίος ουσιαστικά δεν χρησιμοποιείται. Είναι η αγορά βιολογικών προϊόντων που καμιά φορά μπορεί να φιλοξενεί 2-3 παραγωγούς με μέλια τις ημέρες της αγοράς. Και μετά τίποτε, λευκοί πάγκοι και ερημιά. Θυμήθηκα αυτή την εικόνα από το σχεδόν καθημερινό (αυτοκινητο)αράδι στο σημείο εκείνο, όταν βρέθηκαν πριν λίγες ημέρες στο “Αρτος, Οίνος, Ελαιον”. Το οποίο ο δήμος περίμενε να φύγουν οι επισκέπτες για να το οργανώσει προκειμένου να... γνωριστούμε οι ντόπιοι με τους παραγωγούς τοπικών (και πελοποννησιακών ευρύτερα εξ όσων διαπίστωσα) προϊόντων. Με βιαστική επιτόπια... γευσιγνωσία και με ό,τι βρισκόταν στους πάγκους. Ως εκδηλώσεις μια χαρά είναι και ουδέν πρόβλημα. Επειδή όμως πέρα από το νταβαντούρι υπάρχει και η ουσία, σκέφθηκα και την αγορά και τους επισκέπτες. Και σκέφθηκα τι θα γινόταν “αν” ο δήμος και οι επαγγελματίες οργάνωναν θεματικές ημέρες γευσιγνωσίας σε αυτό το χώρο την καλοκαιρινή περίοδο και με έναν τρόπο επαναλαμβανόμενο, για παράδειγμα σε συγκεκριμένη ημέρα της εβδομάδας. Υπάρχει ένα πλήθος ελαιουργικών, οινοποιητικών, τυροκομικών και άλλων (και ατομικών) επιχειρήσεων με τοπικά προϊόντα (ων ουκ έστιν αριθμός) που θα έπρεπε να κινητοποιηθούν για να τα γνωρίσουν οι επισκέπτες και να τα αναζητήσουν. Οι συνέργειες με καταστήματα της ευρύτερης περιοχής θα μπορούσαν να έχουν πολλαπλασιαστική επίδραση στην αποτελεσματικότητα τέτοιων πρωτοβουλιών. Το “αν” και πάλι στο προσκήνιο με πρακτική εφαρμογή που θα μπορούσε να είναι και διαφορετική από την “πρωτόγονη” αρχική σκέψη, αλλά θα μπορούσε να “εξακτινώσει” το κύμα των επισκεπτών και σε μια περιοχή που την θυμούνται οι περισσότεροι αν θέλουν να πάρουν κανένα ζαρζαβατικό.

Αντε και λίγο παραπέρα, ο συνήθης κύκλος περί το Κάστρο για να αποφύγεις την κίνηση του κέντρου και η... αλάνα - πάρκινγκ της Υπαπαντής. Η καρδιά της πόλης που έρχεται από την αρχαιότητα αλλά χρειάζεται προσπάθεια για να την ανακαλύψουν ντόπιοι και επισκέπτες. Γιατί τα αρχαιότερα ευρήματα που μας πηγαίνουν στην αρχική πόλη, βρίσκονται θαμμένα κάτω από τις πλάκες της πλατείας ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και καμία δημοτική αρχή δεν ύψωσε ανάστημα να απαιτήσει να έρθουν στο φως όλες οι αρχαιότητες και να αναδειχθούν όπως γίνεται σε όλο τον κόσμο καθώς μάλιστα η τεχνολογία και οι αντιλήψεις έχουν κάνει σημαντική πρόοδο. 

Το Κάστρο στη θέση του οποίου πιθανολογείται ότι ήταν και η αρχαία οχύρωση φωνάζει από μακριά ότι χρειάζεται πολύ περισσότερη φροντίδα. Ο πύργος Κορφιωτάκη, ο μοναδικός από τους 12 της περιοχής την εποχή της τουρκοκρατίας που διασώθηκε αλλά κατεδαφίστηκε, περιμένει την ανακατασκευή του που έμεινε στη μέση εδώ και δύο δεκαετίες. Πάμε και πάλι στο: “Αν” υπήρχε ένα σχέδιο και το ανάλογο ενδιαφέρον θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν τα επισκέψιμα σημεία στην παλιά πόλη και να αποτελέσουν ξεχωριστό προορισμό με ένα δίκτυο αρχαιοτήτων, εκκλησιαστικών μνημείων, παλιών κτηρίων, μουσείων και άλλων σημείων που θα χρειαζόταν ξεναγός για να γνωρίζουν αυτοί που ενδιαφέρονται για τον τόπο τους ή τον τόπο που επισκέπτονται. Δεν πιστεύω ότι πρόκειται για κάτι ακατόρθωτο, απλώς θεωρώ ότι οι δημοτικοί άρχοντες έχουν λάθος προσανατολισμό στις προτεραιότητες που θέτουν και θέλουν να αποφύγουν ενδεχόμενες αντιδράσεις από εκκλησιαστικούς παράγοντες. Πλην όμως δεν υπάρχει άλλος δρόμος αν θέλουμε να ισχυριζόμαστε ότι σεβόμαστε την ιστορία και πως το λεγόμενο “ιστορικό κέντρο” είναι κάτι περισσότερο από κάθε είδους καταστήματα εστίασης και διασκέδασης.

“Αν”, πολλά “αν” θα μπορούσα να καταγράψω μαζί με σκέψεις και ιδέες ως κάτοικος και επισκέπτης με βάση εκείνο που θα ήθελα να δω αν πήγαινα σε μια πόλη όμως η Καλαμάτα. Γνωρίζω ότι πολλά από αυτά που προανέφερα σκοντάφτουν στις αντιλήψεις της αυτοκινητοκρατούμενης κοινωνίας που διαπνέεται εν πολλοίς από την κολοκοτρωνέικη αντίληψη που θέλει να “πηγαίνουν καβάλα” σε κάθε προορισμό. Αλλά και των επαγγελματιών που θεωρούν ότι πελάτης είναι εκείνος που μπορεί να παρκάρει το αυτοκίνητο έξω από την πόρτα τους. 

Για να αλλάξει η πόλη, πρέπει να αλλάξουμε πολλά πράγματα. Και ως γνωστόν “ομελέτα δεν γίνεται αν δεν σπάσεις αυγά”...