Και από εδώ ξεκινάμε: Τι ακριβώς ψάχνουν; Αυτό που εισπράττουμε ως πολίτες είναι πως ψάχνουν ένα πρόσωπο το οποίο θα είναι της αρεσκείας των (κομματικών τιμαριούχων) και θα φέρνει ψήφους. Η σειρά αναφοράς των “χαρακτηριστικών” δεν είναι καθόλου τυχαία, πρώτα πρέπει να αρέσει και μετά να φέρνει ψήφους, αλλά αν τυχαίνει να συμβαίνουν και τα δύο ακόμη καλύτερα. Η λέξη “αρέσει” δεν είναι γενικώς, αορίστως και άνευ περιεχομένου. Δεν έχει να κάνει με την... ομορφιά, αλλά με την επιθυμία να είναι “της εμπιστοσύνης”. Οχι ασφαλώς για το καλό του δήμου αλλά για το καλό εκείνων που θα επιλέξουν τον υποψήφιο. Αν τύχει και τα καταφέρνει, ακόμη καλύτερα. Τώρα βεβαίως πού μπορεί να καθίσουν αυτές οι ασκήσεις ισορροπίας, ίσως είναι κάτι που δεν γνωρίζουν ούτε εκείνοι που... ψάχνουν. Το γεγονός ότι η ιστορία σέρνεται δεν έχει να κάνει απλώς με τη δυστοκία επιλογής κομματικών υποψηφίων. Κυρίως έχει να κάνει με την απουσία πολιτικής και στρατηγικής των κομμάτων για την αυτοδιοίκηση. Ολη η ενασχόληση εκφυλίζεται στην επιλογή υποψηφίου, η οποία γίνεται όλο και πιο δύσκολη όσο δεν ακολουθούνται φυσιολογικές διαδικασίες διαδοχής. Και δεν αφορά μόνο μια πλευρά η ιστορία αυτή, είναι προφανές ότι το πρόβλημα έχει να κάνει με όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς. Με πολλές ιδιαιτερότητες φυσικά καθώς είναι άλλο πράγμα η ιστορία με την απροθυμία του δημάρχου Παν. Νίκα να ανοίξει συντεταγμένα και εγκαίρως τη συζήτηση στη Νέα Δημοκρατία για τη... μετά αυτόν εποχή, άλλο πράγμα το “διαζύγιο” Μάκαρη και ΣΥΡΙΖΑ, όπου αιφνιδίως αντιλήφθηκαν πως δεν ταιριάζουν, άλλο πράγμα η εμφανής αμηχανία του Κινήματος Αλλαγής μπροστά στο... χάος των θρυλούμενων υποψηφιοτήτων. Και όλα αυτά βεβαίως δεν θα είναι χωρίς συνέπειες και όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των τελικών επιλογών.
Πολλές φορές κατά το παρελθόν έχω γράψει ότι τα κόμματα έχουν λόγο στην αυτοδιοίκηση, αλλά δεν... ασκούν αυτοδιοίκηση. Ο λόγος τους έγκειται πρωτίστως στη διαμόρφωση πολιτικής για την αυτοδιοίκηση και την πόλη. Μέσα από συλλογικές διαδικασίες μελέτης και επεξεργασίας των θεμάτων, με την εξειδικευμένη ενασχόληση στελεχών τους με αυτά τα ζητήματα και τελικά τη διαμόρφωση πολιτικών. Αυτή είναι η ουσιαστική συνεισφορά που μπορούν να έχουν, αλλά είναι ηλίου φαεινότερον πως όλα αυτά είναι “περί διαγραμμάτων” κατά τη γνωστή έκφραση. Ουδείς ασχολείται με αυτές τις λεπτομέρειες, στη μοιρασιά είναι στραμμένο το ενδιαφέρον κάθε φορά. Το ερώτημα λοιπόν είναι ποιος διαμορφώνει πολιτική. Θα έλεγα... όποιος προλαβαίνει και ανάλογα με την προσωπική του αντίληψη. Πράγμα που σημαίνει ότι διαφορετικά πρόσωπα από τον ίδιο πολιτικό χώρο μπορεί να έχουν εντελώς διαφορετική άποψη για κρίσιμα ζητήματα. Τελικά φυσικά επικρατεί η γνώμη εκείνου που “κρατάει μαχαίρι” και μοιράζει το πεπόνι. Ετσι όπως είναι διαμορφωμένο το δημαρχοκεντρικό σύστημα, το σύστημα των θεσμικών “ανταμοιβών” με τη μοιρασιά των πόστων και το κύκλωμα των εκδουλεύσεων, δεύτερη γνώμη δεν υπάρχει. Και η “γνώμη” δυστυχώς πολλές φορές αφορά και πράγματα τα οποία πέρα από κάθε αμφισβήτηση είναι αποκλειστικό αντικείμενο των επιστημονικών ειδικοτήτων. Ετσι τελικά πολιτική για την πόλη διαμορφώνεται κατά τη βούληση του εκάστοτε κλειδοκράτορα, ανάλογα με τις προτιμήσεις, τις φιλίες, τις πιέσεις ομάδων συμφερόντων. Η διαφορετική γνώμη ακόμη και αν υπάρχει “κρύβεται κάτω από το χαλί” και εκφράζεται μόνο σε φιλικές συζητήσεις αν... υπάρχει εμπιστοσύνη. Για να ξεχαστεί... την ώρα της κρίσης και της ανάγκης να εκφραστεί δημόσια η διαφορετική γνώμη.
Η απαίτηση για σαφή προγραμματικό λόγο δεν αφορά φυσικά μόνο κόμματα και κομματικούς υποψηφίους, αλλά το σύνολο εκείνων οι οποίοι προτίθενται να διεκδικήσουν τη θέση του δημάρχου ανεξαρτήτως “δυναμικής” και εκτιμώμενης εμβέλειας. Η λογική “ψηφίστε μας” και μετά βλέπουμε αφήνει λυτά τα χέρια του καθενός να προτείνει και να προωθεί ό,τι θέλει μετά την εκλογή του σε οποιαδήποτε θέση και αν βρεθεί. Η προγραμματική δέσμευση θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητη από όλους και να εκφράζεται με σαφήνεια, χωρίς αοριστολογίες και υπεκφυγές. Ασφαλώς την ατζέντα θα πρέπει να την βάλουν οι υποψήφιοι και οφείλουν να την παρουσιάσουν κατά το δυνατόν νωρίτερα. Υπάρχουν όμως κρίσιμα ζητήματα τα οποία τίθενται αυτονοήτως και είναι εκείνα τα οποία απασχολούν πολλές θητείες τις δημοτικές αρχές. Τα οποία είτε αντιμετωπίζονται με ημίμετρα και ερασιτεχνισμούς, είτε παραπέμπονται στις ελληνικές καλένδες. Ενα απλό και κουραστικό στην επανάληψή του ζήτημα: Ολοι γνωρίζουν ότι στην παραλιακή η κατάσταση έχει φθάσει στο “μη παρέκει”, αλλά ο δήμαρχος το αντιμετωπίζει ως κάτι το ασήμαντο επειδή το... τρελοκομείο διαρκεί μόνο 40 ημέρες. Δεν τον ενδιαφέρει αν αυτές οι ημέρες είναι και οι κρίσιμες που καθορίζουν το μέλλον και διώχνουν κόσμο από την παραλιακή ζώνη. Δεν γνωρίζουμε αν ο διάδοχος του κ. Νίκα έχει την ίδια γνώμη, όταν όμως επιλεγεί θα πρέπει να γνωρίζουμε τη θέση του. Οπως και όλων όσοι διεκδικούν την ψήφο μας στις δημοτικές εκλογές. Είναι κάτι περισσότερο από προφανές πως δεν πρόκειται για απλό ζήτημα, αν ήταν έτσι όλοι θα είχαν σπεύσει να το λύσουν. Αυτό που ενδιαφέρει είναι να γνωρίζει ο πολίτης πώς σκέφτεται να διαχειριστεί αυτή την υπόθεση ο κάθε υποψήφιος, αν θα την ακουμπήσει και με ποια βήματα θα επιχειρήσει την επιλογή παρέμβασης.
Φυσικά και δεν είναι το μόνο ζήτημα, υπάρχουν τα μεγάλα θέματα της στάθμευσης, της κυκλοφορίας στο κέντρο, του συγκοινωνιακού, που εδώ και κάτι δεκαετίες διακηρυκτικά είναι “πρώτης προτεραιότητας” πριν τις δημοτικές εκλογές, αλλά κάθε χρόνο χειροτερεύουν. Οι δεκαετίες μερικές φορές φθάνουν και... προπολεμικά. Τη μεταφορά του νεκροταφείου για παράδειγμα την είχε εισηγηθεί ο δήμαρχος Π. Σάλμας από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 και καμιά δεκαριά χρόνια αργότερα η “Σημαία” έγραφε “το σημερινόν νεκροταφείον είναι εντός της πόλεως και η γειτνίασίς του κατέστη οχληρά”. Αποτέλεσε μία από τις πρώτες διακηρύξεις της “Αλλαγής” στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και τα τελευταία χρόνια εγκαταλείφθηκε πλήρως η ιδέα. Παρένθεση διδακτικής ιστορίας και επιστροφή στο σήμερα, καθώς απαιτείται ένα σχέδιο για το μέλλον. Ενα σχέδιο που υπερβαίνει τα όρια του αθροίσματος έργων και παρεμβάσεων, χρειάζεται ένα “όραμα” για την πόλη και αυτό δεν είναι της αρμοδιότητας “ψυχαναλυτή”, όπως το θέλει η εκχυδαϊσμένη προσέγγιση στα ζητήματα της πόλης. Ναι, οι υποψήφιοι δήμαρχοι θα πρέπει να μας δώσουν το δικό τους “όνειρο” για την πόλη του μέλλοντος, τους ανθρώπους της και τη ζωή σε αυτήν. Μένουν μόνο 7 μήνες μέχρι τις εκλογές και ακόμη το τοπίο είναι τόσο θολό, όσο ποτέ άλλοτε. Τα ερωτήματα σε σχέση με όσα προαναφέρθηκαν... ουκ ολίγα. Πότε θα επεξεργαστούν, πότε θα παρουσιάσουν, πότε θα επικοινωνήσουν το πρόγραμμα που θεωρητικά θα πρέπει να έχουν οι υποψήφιοι; Δεν μπορεί παρά να περιμένουμε την απάντηση του καθενός. Βεβαίως για πολλούς όλα αυτά είναι... ψύλλοι στα άχυρα. Σε αυτό ποντάρουν και όλοι αυτοί που θεωρούν ότι αρκεί το κόμμα, το όνομα και το χρίσμα για να κερδηθεί ο δήμος. Και μετά βλέπουμε τι γίνεται...