Το θέμα έχει τη δική του αξία για να θυμηθούν οι παλαιότεροι ή να μάθουν οι νεότεροι για τα επίμαχα ζητήματα της εποχής. Αλλά και για να γίνει αντιληπτός ένας σημαντικός λόγος που συνέβαλε στην πολιτικά απρόσμενη επικράτηση του συνδυασμού στις δημοτικές εκλογές.
Ετσι θα πρέπει εξ αρχής να τονίσω πως με τα δεδομένα της εποχής ο συνδυασμός παρουσίασε ένα πλήρες πρόγραμμα με τεχνοκρατικά χαρακτηριστικά αλλά εκλαϊκευμένο και με τρόπο που να αγγίζει το μέσο πολίτη. Και που περνούσε μέσα από τις συμπληγάδες του “ακαδημαϊκού τεχνοκρατισμού” του Κ. Κουτουμάνου και του “κοινωνικού λαϊκισμού” του Μαν. Βέκκου. Ο πρώτος δεν άγγιζε το μέσο πολίτη και ο δεύτερος είχε εξαντλήσει τη δυναμική του. Μια διαφορετική αντίληψη για την αυτοδιοίκηση είχε αρχίσει να αναδύεται. Εισαγωγικά το κείμενο αναφέρεται στην αναγκαιότητα προγράμματος και παρουσιάζει τον τρόπο που συγκροτήθηκε και την πρόθεση εμπλουτισμού με τη συμμετοχή των πολιτών: «Ξεκινώντας μ’ αυτή την αντίληψη –κι αφού συζητήσαμε πολύ με τους απλούς ανθρώπους απ’ όλες τις γειτονιές αλλά και με τους απαραίτητους για τη μελέτη ειδικούς επιστήμονες– σας παρουσιάζουμε σήμερα τις ιδέες μας για τα κυριότερα προβλήματα της πόλης και για το πώς πρέπει να μεθοδευτεί η λύση τους. Οι λύσεις που προτείνουμε μπορούν να βελτιωθούν με τη συμβολή τη δική σας. Γι’ αυτό κι εμείς καλούμε προσκλητήριο σ’ όλους τους Καλαματιανούς που αγαπούν την πόλη. Προσκλητήριο για τις εκλογές αλλά πολύ περισσότερο για μετά απ’ αυτές για την πολύτιμη βοήθεια του καθενός στην καινούργια δημοτική αρχή».
Και το πρόγραμμα ξεκινούσε από την υπόθεση του σχεδίου πόλης για το οποίο γινόταν πολύ ενδιαφέρουσα ιστορική αναδρομή με τα όσα είχαν συμβεί από το 1905, κριτική για την αδιαφορία των δημοτικών αρχών και τα αποτελέσματα που είχε αυτή. Σε μια εποχή που η πολεοδομική νομοθεσία ήταν ζητούμενο, έθετε το θέμα της εκπόνησης σχεδίου και του τρόπου χρηματοδότησης: «Η δαπάνη αυτή μπορεί να καλυφθεί είτε με κρατική επιχορήγηση την οποία θα απαιτήσουμε, είτε με σύναψη δανείου του οποίου η απόσβεση μπορεί να γίνει με ευνοϊκούς όρους σε ανταποδοτική βάση. Ετσι για την εφαρμογή των οικοδομικών γραμμών και τον καθορισμό του υψομέτρου των κρασπέδων που είναι απαραίτητα για κάθε οικοδόμηση και που μέχρι τώρα στοιχίζει γύρω στις 10-15 χιλιάδες δραχμές, θα μπορεί να συσταθεί ειδικό οικονομοτεχνικό γραφείο του δήμου που θα ρυθμίζει το θέμα με αμοιβή 2-3 χιλιάδες δραχμές. Αυτό σημαίνει πως με το ρυθμό οικοδόμησης που υπολογίζουμε πως θα υπάρχει μετά την επέκταση, ο δήμος θα έχει έσοδα γύρω στο ένα με δύο εκατομμύρια δραχμές το χρόνο. Ακόμα μπορεί να επιβληθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία για επέκταση των σχεδίων πόλεως φόρος υπεραξίας αυτών που θα ευνοηθούν. Φυσικά η μορφή αυτή της υπεραξίας θα έχει καθαρά κοινωνικό χαρακτήρα και δεν θα έχει καμία σχέση μ’ αυτήν που επιβλήθηκε πρόσφατα τελείως αντικοινωνικά και άδικα (ακόμη και σε οικόπεδα της Δυτικής Παραλίας που είχαν εξαφανιστεί από τη θάλασσα). Τα έσοδα όχι μόνον καλύπτουν τα έξοδα της μελέτης, αλλά δημιουργούν και τις προϋποθέσεις της εφαρμογής του σχεδίου πόλης, τη διάνοιξη των δρόμων κ.λπ.)».
Με την ύδρευση υπήρχαν ακόμη πολύ σοβαρά ζητήματα και το πρόγραμμα εντόπιζε ότι «η λειτουργία του δικτύου μέχρι το 1960 υπήρξε άριστη. Από εκεί και ύστερα ξεκινάνε μια σειρά από πρόχειρες αποσπασματικές λύσεις που θα αρχίσουν να διαταράσσουν την ομαλή λειτουργία του δικτύου και σε ένα βαθμό την υγεία των Καλαματιανών». Και παρατηρούσε προβλήματα σε σχέση με τη σύνδεση των βιομηχανιών, την άναρχη επέκταση σε ορισμένες γειτονιές, τα χιλιάδες διαλυμένα υδρόμετρα. Κάνοντας εκτενή παρουσίαση των θεμάτων που αφορούσαν την ύδρευση κατέληγε: «Δεν έχει εξασφαλιστεί ακόμη η υδροδότηση των υψηλών ζωνών (Πέταλο, Παναγίτσα κ.ο.κ) που αποτελούν ένα σημαντικό τμήμα της πόλης. Δεν έχει γίνει καθαρισμός της δεξαμενής για περίπου δύο χρόνια, πράγμα που συνεπάγεται κινδύνους για την υγεία μας. Σημαντικός εξ άλλου είναι ο κίνδυνος από την υπερπλήρωση της δεξαμενής για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω [...] Από εμάς θα γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να ολοκληρωθεί το έργο της ύδρευσης όσο γίνεται συντομότερα, για όλες μας δε τις προσπάθειες θα σας κρατάμε συνεχώς ενήμερους».
Και η αποχέτευση ακαθάρτων είχε τη θέση της στο πρόγραμμα. Αφού γινόταν μια αναφορά σε μια εγκατάσταση καθαρισμού και απόρριψης στη θάλασσα μετά από επεξεργασία των μεταφερομένων λυμάτων, έμπαινε το θέμα του δικτύου και του βιολογικού καθαρισμού: «Μακροπρόθεσμα θα πρέπει να προγραμματιστεί η κατασκευή δικτύου υπονόμων ακαθάρτων και απόρριψη στη θάλασσα των αποβλήτων ύστερα από βιολογικό καθαρισμό». Ως σημαντικούς αγωγούς ομβρίων θεωρούσε τα ρέματα για το οποία σημείωνε σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής ότι “θα πρέπει να σκεπαστούν και έτσι αφ' ενός μεν να μετατραπούν σε κλειστούς αγωγούς και αφ' ετέρου να επιλύσουν σε μεγάλο βαθμό ανάγκες οδοποιΐας».
Για τα έργα στην πόλη το πρόγραμμα προέβλεπε οργάνωση του δήμου ώστε να εκτελούνται έργα με αυτεπιστασία όταν χρηματοδοτούνταν από δημοτικούς πόρους και συνεργασία με τις υπηρεσίες των υπουργείων για το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Και ζητούσε ιεράρχηση των επεμβάσεων μιλώντας για έργα βιτρίνας: «Για την κατασκευή της πλατείας διετέθηκαν ποσά που ξεπερνάνε τα 10.000.000 δραχμές και η γενική εκτίμηση των συμπολιτών είναι ότι πήγαν άδικα μια και η πλατεία ήταν πολύ καλύτερη στην παλιά γραφική της όψη απ’ ό,τι είναι σήμερα που θυμίζει πίστα αεροδρομίου. Ο δήμος θα μπορούσε να επέμβει αποτελεσματικά συνεργαζόμενος με τις αντίστοιχες υπηρεσίες, έτσι ώστε η κατανομή των πιστώσεων να έχει κοινωνικό χαρακτήρα και όχι να προωθεί έργα βιτρίνας. Αλλο παράδειγμα είναι η κατασκευή των έργων του Νέδοντα. Το μήκος του ποταμού είναι περίπου 4 χιλιόμετρα. Η κατανομή των πιστώσεων θα έπρεπε σε πρώτη φάση να εξασφαλίσει την πλήρη κατασκευή των δρόμων από τη μια και την άλλη μεριά του ποταμού, γιατί έτσι θα λύνονταν μια σειρά από καυτά προβλήματα (αποκατάσταση επικοινωνίας των συνοικισμών Δυτικής Παραλίας, Νησάκι, Κορδία, Αγ. Αννα, Καλύβια κλπ. με το κέντρο της Καλαμάτας). Αντί γι’ αυτό διατέθηκαν 18.000.000 δραχμές για την κατασκευή και το σκέπασμα του ποταμού σε μήκος 250 μέτρων, για το νότιο τμήμα μήκους 1.700 μέτρων διατέθηκαν 10.000.000 δραχμές και για το βόρειο τμήμα μήκους δύο χιλιομέτρων δραχμές μηδέν».
Για το κυκλοφοριακό πρότεινε έργα προτεραιότητας καθώς είχαν αρχίσει να εμφανίζονται με έντονο τρόπο τα προβλήματα:«Να προωθηθεί το έργο κατασκευής της οδού Μακεδονίας που θα αποτελέσει τη δεύτερη είσοδο της πόλης. Να διανοιχτούν το συντομότερο οι δρόμοι Σταδίου, Βασ. Γεωργίου και Κρήτης. Η κατανομή των πιστώσεων για τα έργα του Νέδοντα θα πρέπει να γίνει με πνεύμα προώθησης της κατασκευής των οδών Νέδοντα και Αρτέμιδος».
Στο πρόγραμμα περιγραφόταν εκτενώς η δραματική κατάσταση στη Δυτική Παραλία όπου η θάλασσα κατάπινε συνέχεια οικοδομικά τετράγωνα και γη και προτείνονταν λιμενικά έργα προστασίαα του οικισμού και “ανάκτησης” της γης: «Το πρόβλημα αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις αν σκεφθεί κανείς ότι το απειλούμενο τμήμα της Δυτικής Παραλίας μπορεί να εξελιχθεί μελλοντικά σε περιοχή πρότυπο για τους εξής βασικούς λόγους: Μελλοντικός κυκλοφοριακός άξονας της Καλαμάτας θα είναι η οδός Νέδοντος και η Δυτική Παραλία αποτελεί τη φυσιολογικότερη πρόσβασή του. Με την κατασκευή ενός σοβαρού λιμενικού έργου μπορούν να αποδοθούν σαν τακτικός και παραγωγικός χώρος τουλάχιστον 100 στρέμματα και να σωθούν οριστικά και τα άλλα 110 στρέμματα που απειλούνται. Με έναν προσεκτικό σχεδιασμό ο χώρος αυτός μπορεί να μετεξελιχθεί σε χώρο πρότυπο, έτσι ώστε να καλύπτει και το κοινωνικό του μέρος (παιδικές χαρές, χώροι πρασίνου, πάρκα κλπ.) και το οικονομικό (δημιουργία παράλληλων λιμενικών έργων, π.χ. Αποθηκών, ή πρότυπη ξενοδοχειακή μονάδα που θα την εκμεταλλεύεται ο δήμος κ.λπ.).
Για τα έργα υποδομής ξεκινούσε από το λιμάνι και την προοπτική του: «Να γίνουν στο λιμάνι βασικά έργα υποδομής, έτσι ώστε να μετατραπεί συν τω χρόνω σε διεθνές διαμετακομιστικό κέντρο με ελεύθερη ζώνη. Λειτουργία πορθμείου (φέρρυ μπόουτ) που θα συνδέει την Καλαμάτα με Κρήτη και Ιταλία και που θα επιβάλει την Καλαμάτα σαν συγκοινωνιακό κόμβο και από τουριστική άποψη». Και συνέδεε αυτή την ιστορία με τον εθνικό δρόμο, για την κατασκευή του οποίου έθετε σε προτεραιότητα τη διαρκή κινητοποίηση: «Αμεσα συνυφασμένο με το λιμάνι αλλά και με τεράστια σημασία από μόνο του είναι το έργο κατασκευής της εθνικής οδού Καλαμάτας - Κορίνθου. Μια σωστή δημοτική αρχή μπορεί και πρέπει να μπει επικεφαλής σε μια σταυροφορία της πόλης ώστε σε συνεργασία με τους άλλους ενδιαφερόμενους Νομούς να προωθηθεί επιτέλους το θέμα».
Οσον αφορά τις υποδομές, αναφερόταν σε θέματα που δεν έχουν λυθεί ακόμη: «Είναι επιτακτική η ανάγκη μεταφοράς του νεκροταφείου σε άλλο χώρο που θα λύσει ταυτόχρονα δύο προβλήματα. Αφ’ ενός μεν τη λειτουργία του νεκροταφείου που θα είναι άψογη και αφ’ ετέρου την απόδοση στην πόλη ενός σημαντικού κομματιού για αξιοποίηση». Και άλλα, που αποτέλεσαν προτεραιότητα και έγιναν ταχέως: «Πρέπει να εφαρμοστεί η μελέτη μεταφοράς της αγοράς (που ταλαιπωρείται πέντε χρόνια στα χρονοντούλαπα) ανατολικά του Νέδοντα στο ύψος της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννου».
Δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει η εκτενής αναφορά στα ζητήματα των συνοικιών, την επίλυση των οποίων όμως στήριζε στη συνεργασία των πολιτών: «Εγκαινιάζουμε μια πλατιά συνεργασία με το λαό της συνοικίας γιατί μόνον έτσι πιστεύουμε πως θα προωθήσουμε και θα λύσουμε τα καυτά προβλήματα». Ενώ ειδικό κεφάλαιο αποτελούσε η υπόθεση του πολιτισμού και του αθλητισμού, με προτάσεις όπως: Δημιουργία λεσχών και πολιτιστικών κέντρων αν είναι δυνατόν σε κάθε συνοικία. Υποστήριξη πολιτιστικών, αθλητικών φορέων. Τόνωση λειτουργίας Λαϊκής Βιβλιοθήκης. Δημιουργία και άλλων μικρών βιβλιοθηκών. Ετήσιο φεστιβάλ νεολαίας.
Τα παραπάνω ασφαλώς αποτελούν αποσπάσματα ενός πολύ μεγάλου και αναλυτικού κειμένου, το οποίο μπορεί να αδικήσει κάποιος προσπαθώντας να το περιορίσει σε... προγραμματισμένο αριθμό λέξεων. Τα αποσπάσματα αυτά όμως αναδεικνύουν σημαντικά πράγματα για την εποχή, δίνουν την δυνατότητα διαπίστωσης της συμφωνίας ή μη λόγων και έργων, και επιβάλλουν την αναγκαιότητα της όσο ποτέ άλλοτε αντιπαράθεσης στη βάση των προγραμματικών αντιλήψεων και στην ερχόμενη αναμέτρηση.