Τετάρτη, 03 Μαρτίου 2021 21:18

Επί Τάπητος: Ιστορίες για το Κάστρο

Γράφτηκε από τον

Επί Τάπητος: Ιστορίες για το Κάστρο

“Κάστρο” για τους νεότερους, “Φρούριο” για τους παλιούς Καλαματιανούς, “Ακρόπολις” για τους πρώτους των επισκεπτών του. Η οχύρωση της Καλαμάτας και της προγόνου της πόλης των Φαρών παραμένει στη θέση της πάνω στον απότομο λόφο, από την αρχαιότητα.

Με εμφανείς τις ανθρώπινες επεμβάσεις και ακόμη εμφανέστερη την ανάγκη ενός σχεδίου προστασίας, διαχείρισης, ανάδειξης και πρωτίστως διερεύνησης.
Αν ψάξουμε λίγο την ιστορία, δεν θα δυσκολευτούμε να διαπιστώσουμε ότι το σπουδαίο αυτό μνημείο όχι μόνον εγκαταλείφθηκε, αλλά και κακοποιήθηκε στο πέρασμα του χρόνου. Το ενδιαφέρον ουσιαστικά εκδηλώθηκε τη δεκαετία του 1980-1990 όταν είχαν πλέον ολοκληρωθεί πάσης φύσεως επεμβάσεις στον ιστορικό χώρο, και οι απαιτούμενες επεμβάσεις ήταν μεγάλης κλίμακας και κόστους. Βεβαίως “κάλλιο αργά παρά ποτέ” και ως εκ τούτου η εξαγγελία για αρχαιολογική διερεύνηση του χώρου παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον και έχει ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία της πόλης.
Η πρώτη περιγραφή της κατάστασης του Κάστρου έχει γίνει από το Γεώργιο Δροσίνη όταν αυτός επισκέφθηκε την Καλαμάτα και έγραψε τις εντυπώσεις του στη “Νέα Εστία” το 1883. Το σημαντικό αυτό μνημείο βρισκόταν σε πλήρη εγκατάλειψη και είχαν διασωθεί ελάχιστα στοιχεία του και ένας πύργος (κατά πάσα πιθανότητα στη βορειοανατολική πλευρά). Αλλά η θέα από την κορυφή του ήταν αντιστρόφως ανάλογη της εικόνας που παρουσίαζε το ίδιο. Εγραφε λοιπόν ο Δροσίνης: “Μολονότι η ώρα ην δεκάτη και ο ήλιος εθέρμαινεν ανηλεώς το αλεξήλιόν μου, ακατάσχετος περιέργεια με είλκυεν προς την Ακρόπολιν. Αψηφίσας λοιπόν τον ήλιον και διαβάς διά τριών θολωτών πυλών άνευ τινός συντρόφου ή οδηγού, αλλά τυχαίως πάντοτε βαδίζων ευρέθην επιτέλους επί της κορυφής αυτής. Η επί της Ακροπόλεως ανάβασις αξίζει αληθώς τον κόπον. Θαυμασία είναι η απ’ αυτής θέα της πόλεως, του ποταμού Δαφνώνος μετά της μακράς γεφύρας του και Μεσσηνιακού πεδίου μετά των πέριξ ποικιλοσχήμων λόφων και βουνών. Εξικνείται δ’ εκείθεν ελεύθερον το βλέμμα προς όλην την θάλασσαν, ήτις περιλαμβάνεται εντός της ευρείας αγκάλης του Μεσσηνιακού κόλπου. Αλλ’ επί τόπου ουδέν έχω να ίδω επί των φράγκικων τειχών της Ακροπόλεως, είναι δε τόσον ερειπωμένα ώστε ολόκληρος η περιοχή αυτών ομοιάζει μάλλον αγρόν χέρσον ή φρούριον. Μόνος ο πύργος τηρεί έτι τινάς εντός των τοίχων, οι δε θόλοι του δεν είναι εξ ολοκλήρου κατεστραμμένοι. Και έχει τινά επισημότητα το ερείπιον τούτο, διότι υπό την στέγην αυτού είδε το φως ο Γουλιέλμος Βιλεαρδουΐνος και απέκτησεν εκεί το πρώτον τους περιφήμους διά το μέγεθος οδόντας του. Εισελθών από τινος οπής του τοίχου εντός του πύργου, ον ενόμιζον έρημον, μετ’ εκπλήξεως βλέπω τους απείρους κατοίκους αυτού κατά σμήνη ήθροισμένους ανά τας γωνίας και προσκεκολλημένους επί των λίθων στερεώς και αδιασπάστως εν τω υπερηφάνω πύργω του Βιλεαρδουΐνου υπάρχει νυν ολόκληρος μεγαλόπολις... κοχλιών. Παραδόξως από τινας υγράς και στερεάς γωνίας της θόλου προβάλλουσι θαλεροί και ακμάζοντες βλαστοί πολυτριχίου από των οποίων δύναμαι ανέτως να δρέψω τινάς εις ανάμνησιν της μονήρους ταύτης εκδρομής μου”.
Τα χρόνια κύλησαν και έκανε την εμφάνισή της η ιδέα αξιοποίησης του κάστρου. Υπάρχει γενικά η εντύπωση ότι η δενδροφύτευση έγινε το 1914 όταν νομάρχης ήταν ο λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου, στο πλαίσιο των πρώτων δραστηριοτήτων του Σώματος Προσκόπων που ιδρύθηκε με δική του προτροπή. Φαίνεται όμως ότι η εκτεταμένη δενδροφύτευση έγινε την περίοδο της δημαρχίας Παν. Σάλμα όταν το 1922 το Κάστρο πέρασε στη διαχείριση του δήμου, καθώς διαβάζουμε: “Το υπουργείον Γεωργίας διέταξε τον κ. Δασάρχην Καλαμών, ίνα παραδώση το Φρούριον εις τον Δήμον εις εκτέλεσιν του δημοσιευθέντος Βασιλικού Διατάγματος. Οσον αφορά την αναδάσωσιν του Φρουρίου, πληροφορούμεθα ότι ο Διευθυντής του Δενδροκομικού Σταθμού κ. Αναγνωστόπουλος θα έλθη κατόπιν αιτήσεως του Δημάρχου κ. Σάλμα εις την πόλιν μας την προσεχή εβδομάδα ίνα κανονίση τα της αναδασώσεως του Φρουρίου. Εκτός τούτου ο κ. Αναγνωστόπουλος θα δώση τας αναγκαίας εν συνεννοήσει μετά του κ. Νομογεωπόνου διά την δενδροφύτευσιν της πόλεως και ιδιαιτέρως της παραλίας” (“Σημαία” 25/3/1922).
Ακολούθησε μετά από λίγους μήνες όμως η Μικρασιατική Καταστροφή και τα σχέδια δενδροφύτευσης καθυστέρησαν να εφαρμοστούν. Σε επιστολή που δημοσιεύτηκε τότε στη “Σημαία” γινόταν αναφορά στην ολοκλήρωση της δενδροφύτευσης και φαίνεται ότι πλέον ο δήμος είχε κατασκευάσει και κτήριο για να λειτουργήσει ως κέντρο αναψυχής. Με τα έσοδα του οποίου ο επιστολογράφος πρότεινε να γίνει η στερέωση των τειχών που είχαν καταστεί ετοιμόρροπα: “Ο Δήμος Καλαμών αναμφιβόλως δεν είναι επιχειρηματίας. Εις την ευγενή πρωτοβουλίαν του κ. Σάλμα, του μηχανικού κ. Ευαγγελινού και του Δασάρχου κ. Μπακογιάννη συνετελέσθη ένα θαύμα εις το αναδασωθέν και καλλωπισθέν Φρούριον. Αλλά τα τείχη του εις πολλά σημεία είνε ξεθωριασμένα και ετοιμόρροπα. Θα έπρεπεν επομένως το μίσθωμα εκ δεκακισχιλίων δραχμών να διατίθεται κατ’ έτος εις την στερέωσιν των τειχών. Υποθέτω προς την γνώμην ταύτην θα είναι σύμφωνον και το δημοτικόν συμβούλιον” (“Σημαία” 13/1/1925).
Σε επόμενο δημοσίευμα πληροφορούμαστε τα ονόματα των εκμισθωτών του κέντρου, ενώ πληροφορούμαστε ότι επρόκειτο να τοποθετηθεί πετρελαιομηχανή για ηλεκτροφωτισμό και μεταφορά νερού από το πηγάδι του Κουτίβα: “Καθ’ ά πληροφορούμεθα, οι μισθωταί του Φρουρίου κ. κ. Κατσουλάκος και Βαμβακάς προτίθενται να συμπληρώσουν τα εν τω Φρουρίω εξωραϊστικά έργα. Ούτω πλην των άλλων θα εγκαταστήσουν μεγάλης δυνάμεως πετρελαιομηχανήν, διά της οποίας θα παράγουν και φως και συγχρόνως θα αντλούν και θα μεταφέρουν διά σωλήνων το ύδωρ εκ του φρέατος Κουτίβα. Το ύδωρ θα εναποταμιεύεται εις την υπάρχουσαν δεξαμενήν, καταλλήλως επισκευαζόμενον. Διά των έργων τούτων το Φρούριον θα αποβή ένας αληθινός παράδεισος” (“Σημαία” 14/1/1925).
Το σχέδιο “αξιοποίησης” του Κάστρου περιλάμβανε και την κατασκευή τρισυπόστατης εκκλησίας αφιερωμένης στην ημέρα γιορτασμού της επανάστασης του 1821: “Αύριον εν τω Μητροπολιτικώ Μεγάρω υπό την Προεδρείαν του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου συνέρχεται η οικεία επιτροπή, ίνα ορίση τον τόπον εν τω φρουρίω όπου θ’ ανοικοδομηθή ο Ναός του Ευαγγελισμού, Αγ. Ιεροθέου, Αγ. Νίκωνος και την ημέραν καθ’ ήν θα τεθή ο θεμέλιος λίθος του Ναού. Κατά πληροφορίας μας ο θεμέλιος λίθος του ανεγερθησομένου ναΐσκου θα τεθή κατά την 23ην Μαρτίου ε. ε. καθ’ ήν ημέραν θα ψαλή εν τω Φρουρίω δοξολογία εις ανάμνησιν της αλώσεως των Καλαμών την ημέραν εκείνην. Κατά την δοξολογίαν θα παρίστανται όλαι αι τοπικαί αρχαί και τα σχολεία, θα επακολουθήση δε, καιρού επιτρέποντος, και εορτή” (13/31925). Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε δύο ημέρες αργότερα από τον αρχικό προγραμματισμό, για να συμπέσει με τη γιορτή της 25ης Μαρτίου, αλλά χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να ολοκληρωθεί η κατασκευή της μικρής εκκλησίας που δεσπόζει σήμερα στην κορυφή του Κάστρου.
Το κέντρο στο Κάστρο συνέχισε να λειτουργεί για χρόνια και το 1928... άλλαξε διεύθυνση, ενώ προγραμματιζόταν και η λειτουργία κινηματογράφου: “Την διεύθυνσιν του εν τω Φρουρίω κέντρου ανέλαβεν ο κ. Ευγένιος Παπασταθόπουλος, όστις, ανακαινίσας αυτό τελείως θα παρουσιάση αληθινά θαύματα. Το κέντρον θα παραμένη ανοικτόν μέχρι πρωΐας, θα ευρίσκονται δε εις αυτό διάφορα κρύα φαγητά, μεζέδες εκλεκτοί, μπύρα εύγευστος και κρύα ως και άλλα πολλά, γλυκίσματα εκλεκτά κλπ. κλπ. Το κέντρον ηλεκτροφωτίζεται. Προσεχώς έναρξις κινηματογράφου” (24/4/1928).
Η “αξιοποίηση” είχε πάρει το δρόμο της: Αλσύλιο με πεύκα, κέντρο αναψυχής, εκκλησία. Και συνεχίστηκε μετά το 1936 με την κατασκευή δεξαμενής νερού και αγωγών. Με την κατασκευή του αμφιθεάτρου για παραστάσεις το 1956. Αλλά και με την κατασκευή νέου τουριστικού περιπτέρου που λειτούργησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί τις καταστροφές που μπορεί να έχουν συμβεί με τις μεγάλης έκτασης επεμβάσεις που έγιναν κατά καιρούς. Αλλά και την ανάγκη ενός σχεδίου διαχείρισης με βάση τα νέα δεδομένα, όπως είναι η κατασκευή νέου θεάτρου που “αχρηστεύει” το υπάρχον και τον προγραμματισμό αρχαιολογικών ερευνών. Εμβληματικό για την ιστορία της πόλης, το Κάστρο μπορεί και πρέπει να γίνει να “φωτιστεί” από όλες τις πλευρές. Κυριολεκτικά και μεταφορικά...

 


* Στη φωτογραφία από το λεύκωμα των ΓΑΚ Μεσσηνίας ο χώρος στον οποίο είχε κατασκευαστεί στο μεσοπόλεμο το κέντρο αναψυχής.