Τετάρτη, 28 Ιουλίου 2021 17:38

Επί Τάπητος: Οταν η Καλαμάτα “γέρνει” στη θάλασσα...

Γράφτηκε από τον

Επί Τάπητος: Οταν η Καλαμάτα “γέρνει” στη θάλασσα...


Η διαπίστωση πως η Καλαμάτα... γέρνει κατά τη θάλασσα δεν είναι καινούργια.

Ούτε και αδικαιολόγητη. Εκεί είναι η εμφανής ζήτηση, εκεί επιτρέπονται τα πάντα (κυριολεκτικώς), εκεί προσπαθούν όλοι να πάρουν μερτικό από την ψυχαγωγική “πίτα” ντόπιων και επισκεπτών. Από εκεί αγναντεύουν και τον επιβλητικό Ταΰγετο, στον οποίο κάποτε κατέφευγαν οι... δυνάμενοι για καλοκαιρινή δροσιά και οξυγόνο -τις εποχές που το τελευταίο εθεωρείτο περισσότερο πολύτιμο από το... ξεροψήσιμο στον ήλιο. Μπορεί η πανδημία να περιόρισε την “πίτα”, αλλά αυτή παραμένει προσανατολισμένη προς το… Νότο.

Η εποχή κατά την οποία “καλοκαίρι” σήμαινε “βουνό” και προς τα ορεινά εξορμούσαν οι δυνάμενοι και οι έχοντες ρίζες, πέρασε ανεπιστρεπτί. Ο Ταΰγετος “κατέβηκε” προς τα κάτω στο πέρασμα του χρόνου, ξέμειναν λίγοι άνθρωποι στα χωριά, καθώς οι οικονομικές δραστηριότητες περιορίστηκαν στο ελάχιστο και οι πόλεις προσέφεραν ευκαιρίες απασχόλησης. Μαζί κατέβηκε και το ενδιαφέρον για αναψυχή, καθώς το νέο μοντέλο ζητούσε θάλασσα και... πολυκοσμία. Το βουνό ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα από τις δασικές πυρκαγιές που έχουν αφήσει τα σημάδια τους ανεξίτηλα σε αρκετές περιοχές. Ολα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα τη μειωμένη προσέλκυση επισκεπτών. Και έμειναν πλέον τα ετήσια μεγάλα και αυθεντικά εν πολλοίς πανηγύρια της περιοχής, αλλά και κάποιες άλλες εκδηλώσεις, για να επαναφέρουν το ενδιαφέρον για το βουνό μέσα από συλλογικές πρωτοβουλίες. Και αναφερόμαστε πάντα στην προ πανδημίας εποχή, καθώς πρώτα-πρώτα την πλήρωσαν τα πανηγύρια και κάποιες πολύ αξιόλογες πρωτοβουλίες στο πολιτιστικό και αθλητικό πεδίο.

Όλα αυτά θα πρέπει να υπενθυμίζουν στους κάθε επιπέδου αρμοδίους ότι η Καλαμάτα είναι ίσως η μοναδική πόλη με τόση εγγύτητα προς το βουνό, η οποία δεν έχει εκτιμήσει και αξιοποιήσει την πολύτιμη προίκα της φύσης για να δώσει ζωή και να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις σε ντόπιους και επισκέπτες. Το ενδιαφέρον στα λόγια είναι... ανεξάντλητο και διαχρονικό. Δίνει το “παρών” κάθε φορά στις δημοτικές εκλογές κυρίως, όταν άπαντες υπόσχονται έργα στην περιοχή. Γιατί εκτός από τους ελάχιστους πλέον μόνιμους κατοίκους, υπάρχει και η μεγάλη κοινότητα των μετοίκων στην Καλαμάτα που κρίνει σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα. Και όταν περνάει ο χρόνος των εκλογών τελειώνει και η ενασχόληση. Το κακό είναι πως μια τέτοια τακτική έχει γίνει αντιληπτή ως μέρος του πολιτικού παιχνιδιού και ως εκ τούτου δεν υπάρχει ούτε η “τιμωρία” της κάλπης για εκείνους που δεν κρατούν υποσχέσεις. Ούτως εχόντων των πραγμάτων η φθίνουσα πορεία της περιοχής έρχεται με τον πλέον φυσιολογικό τρόπο και ένα τεράστιο κεφάλαιο για την πόλη και την περιοχή μένει αναξιοποίητο.

Εκτός από τις μικρές, είχαμε και τις μεγάλες υποσχέσεις. Κάπου στις εκλογές του 1985 παρουσιάστηκε το μεγάλο σχέδιο για ειδικό αναπτυξιακό πρόγραμμα στον Ταΰγετο. Το οποίο φυσικά έμεινε στα χαρτιά και ξεχάστηκε μαζί με τόσα άλλα. Ανάλογες υποσχέσεις δόθηκαν το 1998 μετά τις πυρκαγιές που κατέκαψαν τα πάντα, από υπουργικό κλιμάκιο... υψηλόβαθμων στην κυβέρνηση. Και αυτό το πρόγραμμα είχε την ίδια τύχη με το προηγούμενο. Μέχρι που φθάσαμε το 2007 και στο νέο κύμα πυρκαγιών, από το οποίο παρά τις υποσχέσεις η μόνη ενθύμηση είναι τα πυροδάνεια, τα οποία μόνο στην αποκατάσταση και στην ανάπτυξη του Ταϋγέτου δεν βοήθησαν. Ολα αυτά τα χρόνια πέρασαν... Leader και Leader τα οποία υποτίθεται ότι θα βοηθούσαν την τοπική ανάπτυξη. Μεγάλα ποσά αντί να κατευθυνθούν σε μια περιοχή και να χρηματοδοτήσουν ολοκληρωμένες δράσεις (στον Ταΰγετο εν προκειμένω), έγιναν φύλλο και φτερό, καθώς σκορπίστηκαν δεξιά και αριστερά και “λεηλατήθηκαν” εν μέρει από τους δήμους ακόμη και για πεζοδρόμια. Ετσι χάθηκε η ευκαιρία για τη δημιουργία σοβαρής αγροτουριστικής υποδομής, σε αντίθεση με άλλες περιοχές, όπου τα αποτελέσματα μιας τέτοιας στρατηγικής ήταν χειροπιαστά (περί τη λίμνη Πλαστήρα για παράδειγμα). Θα μου πείτε τώρα όλα αυτά περασμένα, αλλά θα συμπληρώσω όχι ξεχασμένα. Και αυτό γιατί από εκείνα που δεν έγιναν θα πρέπει κάποιος να αντλεί διδάγματα και να κάνει τις κατάλληλες προσαρμογές. Και το ερώτημα είναι αν σήμερα κάποιος μπορεί να κάνει την... αισιόδοξη εκτίμηση ότι μετά από τόσα και τόσα που συνέβησαν, κάτι έχει αλλάξει και οι συντεταγμένοι θεσμοί της Πολιτείας επιφυλάσσουν ένα καλύτερο μέλλον για την περιοχή. Λυπάμαι, αλλά η απάντηση είναι αρνητική και δεν χρειάζεται κανένας να τεκμηριώσει το διά γυμνού οφθαλμού ορατό. Το υπενθυμίζουν οι καθιζήσεις, οι πέτρες και οι κοτρόνες στο δρόμο, που “συγκινούν” όταν γίνεται καταστροφή και ξεχνιούνται όταν αρχίσει να λειτουργεί η (πολιτική) λήθη.

Πριν από πολλά χρόνια έγραφα στη στήλη “Καλημέρα κύριε δήμαρχε” της “Ελευθερίας”: “Ενας χαμός γινόταν τις ημέρες των γιορτών στον Ταΰγετο. Τα ελάχιστα καταστήματα που υπάρχουν κατά μήκος του εθνικού δρόμου έπαθαν “έμφραγμα” από την... ξαφνική εμφάνιση πελατείας, κάτι το οποίο συμβαίνει κάθε φορά που το επιτρέπει (ή αντιστρόφως το επιβάλλει) ο καιρός. Η εικόνα αυτή είναι απλώς ενδεικτική των δυνατοτήτων που υπάρχουν για την προσέλκυση κόσμου στο βουνό και την τουριστική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής Καλαμάτας”. Με τις ίδιες ακριβώς φράσεις θα αποτύπωνα σε μεταγενέστερο κείμενο τη διαπίστωση από την πρωτομαγιάτικη εξόρμηση προς τα ορεινά, γιατί απλώς δεν έχει αλλάξει τίποτε ούτε από τις δυνατότητες, ούτε από τις υποδομές. Σε εκείνο το κείμενο καταλήγοντας έγραφα: “Ο Ταΰγετος και τα χωριά της περιοχής Αλαγονίας ποτέ μέχρι σήμερα δεν συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον της Πολιτείας. Η ζωή συνεχίστηκε χάρις στη γειτνίαση με την Καλαμάτα και τους συγγενείς που ζουν στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα και πηγαινοέρχονται [...] Οι άνθρωποι που την αγαπούν είτε λόγω καταγωγής, είτε λόγω αίσθησης της σημασίας που έχει ακόμη και για τη ζωή στην πόλη, κάνουν τις δικές τους προσπάθειες. Θα χρειαστεί όμως το θεσμικό ενδιαφέρον των τοπικών παραγόντων, το οποίο είναι ακόμη ζητούμενο. Από “Μαυρογιαλούρους” έχουμε περίσσεια, άνθρωποι με όραμα και ανοιχτό μυαλό λείπουν. Λείπει και ένα ειδικό αναπτυξιακό πρόγραμμα με γενναία χρηματοδότηση από την Πολιτεία, με την ενθάρρυνση της πρωτοβουλίας και τη στήριξη των “ρομαντικών” που πιστεύουν ότι η περιοχή μπορεί να έχει μέλλον”. Θα μου πείτε τώρα ότι πλέον αυτά είναι “πολυτέλειες” άλλων εποχών, τώρα έχουμε “επενδυτές” ιδιώτες που θα σώσουν τον τόπο ροκανίζοντας ζεστό χρήμα και ως εκ τούτου ας τα ξεχάσουμε αυτά. Οχι μόνο δεν θα συμφωνήσω, αλλά θα υπενθυμίσω τις ατέλειωτες παρεμβάσεις για ζητήματα που απαιτείται γενναία συνδρομή του κράτους, αλλά ποτέ σε αυτά δεν συμπεριλαμβάνεται ο Ταΰγετος.

Από τον... άπω στον... εγγύς Ταΰγετο και στις παρυφές της πόλης. Ο χώρος που την συνδέει με το βουνό δεν είναι άλλος από τη ζώνη γύρω από το Νέδοντα και το περιαστικό πράσινο. Η σημασία του κινείται πλέον στο χώρο του αυτονόητου, αλλά από το δήμο περιφρονούν τη σημασία της μοναδικότητας του φυσικού τοπίου και του μελλοντικού πάρκου αναψυχής και ως εκ τούτου δεν κάνουν τίποτε απολύτως σε σχέση με αυτό. Αντιθέτως προκρίνουν την ακόμη μεγαλύτερη επιβάρυνση με την προσπάθεια να εγκατασταθεί “σταθμός μεταφόρτωσης” για τα σκουπίδια και με μεγάλες κατασκευές (θέατρο). Πολλοί δεν το γνωρίζουν, αλλά η υπόθεση αυτού του πάρκου έχει ξεκινήσει από το 1970. Σε δημοσίευμα τοπικής εφημερίδας διαβάζουμε: “Στην τοποθεσία αυτή (καταρράκτες και Λιθωμένο Φίδι) και σε έκταση 240 στρεμμάτων θα εφαρμοσθή πρόγραμμα αναδασώσεως για τη δημιουργία “δάσους-πάρκου υγείας, αναψυχής και περιπάτου των Καλαματιανών”. Την απόφαση αυτή έλαβε η Φιλοδασική Επιτροπή Καλαμάτας. Η έναρξη εφαρμογής του προγράμματος έγινε την Κυριακή 29 Νοεμβρίου με τη συμμετοχή Στρατού, μαθητών, προσκόπων κ.λπ.”. Κάτι σαν τις αναδασώσεις των τελευταίων χρόνων, αλλά η υπόθεση για άγνωστους λόγους έμεινε στην... εξόρμηση και την εξαγγελία. Αργότερα, τη δεκαετία του 1990 επί δημαρχίας Παν. Κουμάντου, προκρίθηκε η δημιουργία περιαστικού άλσους με πυρήνα τη Βελανιδιά και την περιοχή γύρω από αυτήν. Εγιναν κάποιες φυτεύσεις και διαμορφώσεις, αλλά και πάλι η υπόθεση ξεχάστηκε. Τα περιθώρια όμως στενεύουν. Η πόλη πρέπει να προσφέρει στους επισκέπτες (αλλά και τους πολίτες) εναλλακτικές λύσεις ψυχαγωγίας και ευχάριστης διαμονής και η ορατή διέξοδος είναι το αναξιοποίητο βουνό. Από τα χαμηλά μέχρι τα ψηλά, με τα μονοπάτια, τις ειδικές διαδρομές και δραστηριότητες που μπορούν να δώσουν ζωντάνια και να αναδείξουν τη μοναδικότητα της παραμονής στην περιοχή. Το πρώτο και εκ των ων ουκ άνευ: Σχέδιο ανάπτυξης με ιεραρχημένες δράσεις και διαρθρωμένο με τρόπο που να μπορεί να υλοποιείται σε βάθος χρόνου χωρίς προχειρότητες και ράβε-ξήλωνε. Αν αυτό δεν το κάνει ο δήμος, ποιος μπορεί να το κάνει;