Παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον καθώς το σχέδιο υπηρετεί την πρόβλεψη για τη μελλοντική εξέλιξη της πόλης, εντοπίζοντας προβλήματα που δεν έχουν αντιμετωπιστεί μέχρι σήμερα. Παράλληλα προτείνει έργα τα οποία υλοποιήθηκαν ή μπήκαν στο τραπέζι της συζήτησης τα τελευταία χρόνοα.
Σημείο κλειδί στην εξέλιξη της μελέτης ήταν η εκτίμηση για τη δυναμική του διπόλου Καλαμάτα - Μεσσήνη και την επιρροή του στην ευρύτερη περιοχή. Με βάση αυτή την εκτίμηση και αφού γίνεται αναφορά στην κατασκευή αξόνων από Πάτρα και Θεσσαλονίκη προς Καλαμάτα, προτάθηκε η διαμόρφωση τριών δρόμων με αφετηρία τη μεσσηνιακή πρωτεύουσα, προκειμένου να γίνουν οι συνδέσεις με αυτούς τους άξονες: “Εις την ευρυτάτην περιοχήν Καλαμάτας, λόγοι οικονομικής σκοπιμότητος, ήτοι διακινήσεως γεωργικών και βιομηχανικών προϊόντων και εμπορίου, επιβάλλουν την διαμόρφωσιν των εξής αρτηριών ταχείας κινήσεως: 1) Της αρτηρίας Καλαμάτας - Σπάρτης. Η αρτηρία αυτή προβλέπεται κατά μήκος του Νέδοντος και εις την δυτικήν όχθην αυτού εις την θέσιν Διπόταμα, από όπου υπάρχει δυνατότης χαράξεως ομαλωτέρας της σήμερον υφισταμένης. 2) Της αρτηρίας Καλαμάτας - Μεσσήνης - Πύλου - Γαργαλιάνων - Φιλιατρών - Κυπαρισσίας, ήτις θα συνεχίση προς βορράν. 3) Της αρτηρίας Καλαμάτας - Μεσσήνης - Μελιγαλά - Γέφυρας Τσακώνας - Κυπαρισσίας”.
Για πρώτη φορά διατυπώνεται η ιδέα παραλιακού δρόμου Καλαμάτα - Ριζόμυλος, νέου δρόμου για Μάνη και σύνδεσης των επαρχιών Καλαμάτας - Μεσσήνης: “Εξ άλλου προτείνονται οι ακόλουθες οδοί, τοπικής μάλλον σημασίας: 1) Οδός παράλληλος προς την ακτήν και εις απόστασιν 500 μέτρων από αυτήν, η οποία θα συνδέη την Καλαμάταν με την τουριστικήν ζώνην της δυτικής παραλίας και η οποία θα καταλήγη εις το κύκλωμα Ριζομύλου - Πεταλιδίου - Κορώνης - Μεθώνης - Πύλου - Ριζομύλου. 2) Οδός η οποία θα συνδέει την Καλαμάτα με την Μάνην, και η οποία δέον όπως διέλθη υψηλότερον της σημερινής χαράξεως. 3) Τέλος προτείνεται η δημιουργία εγκαρσίων συνδέσεων των δύο υφισταμένων οδικών αξόνων κατά μήκος της κοιλάδας του Παμίσου, και περίπου εις το ύψος των οικισμών Αριος και Πλατέος”.
Σχετικά με το εσωτερικό οδικό δίκτυο για πρώτη φορά γίνεται επισήμανση για την αντιφατική χρήση της Ναυαρίνου: “Η μικτή, συχνά δε αντιφατική, χρήσις ορισμένων κλάδων του δικτύου και η έλλειψις ιεραρχήσεως, αποτελούν τα σημαντικώτερα μειονεκτήματα αυτού. Οι περισσότεροι κύριοι άξονες χρησιμοποιούνται συγχρόνως διά την κίνησιν οχημάτων, τοπικήν και διελεύσεως, καθώς και διά την κίνησιν των πεζών. Χαρακτηριστικώς αναφέρεται η παραλιακή οδός Ναυαρίνου, η οποία συγχρόνως αποτελεί χώρον αναψυχής και περιπάτου των κατοίκων, βασικόν άξονα εξυπηρετήσεως της πόλεως και άξονα εισόδου από την Μάνην”.
Η μελέτη προτείνει επίσης παρακαμπτήριο δρόμο της Καλαμάτας σε επαφή με τη βόρεια πλευρά της πόλης και τρεις κόμβους προσπέλασης: “Η προβλεπομένη δομή της μελλοντικής αναπτύξεως εις την ευρυτέραν περιοχήν οδηγεί προφανώς εις αύξησιν των κινήσεων διελεύσεως διά της πόλεως. Προς παραλαβήν του σημαντικωτέρου τμήματος των μετακινήσεων αυτών προτείνεται η κατασκευή παρακαμπτηρίου οδού, η οποία θα διέρχεται ως εφαπτομένη εις την βορείαν πλευράν της πόλεως και θα συνδέει ταύτην, δυτικώς μεν μετά του άξονος Μεγαλοπόλεως - Τριπόλεως - Αθηνών, ανατολικώς δε μετά των τουριστικών παραλιακών περιοχών (Αλμυρός-Κιτριές) και της Μάνης. Επί της παρακαμπτηρίου ταύτης οδού δέον όπως διαμορφωθούν τρεις κόμβοι προσπελάσεως προς την πόλιν ως εξής: 1) Δυτική είσοδος προς βιομηχανικήν ζώνην, λιμάνι και δυτικά τμήματα της πόλεως. 2) Βορεία είσοδος προς το κέντρον της πόλεως κατά μήκος της δυτικής όχθης του ποταμού Νέδοντος. 3) Ανατολική είσοδος προς παραλίαν και ανατολικά τμήματα της πόλεως. Διά την καλυτέραν σύνδεσιν της πόλεως μετά της Σπάρτης, προς υποβοήθησιν της αναπτύξεως εμπορικών ανταλλαγών και τουριστικών μετακινήσεων, προτείνεται η κατασκευή νέας οδού, η οποία θα ακολουθή την δυτικήν όχθην του ποταμού Νέδοντος και θα καταλήγη εις την προαναφερθείσαν βορείαν είσοδον”. Για την καλύτερη κατανόηση της χωροθέτησης των προσβάσεων πρέπει να σημειώσουμε πως βιομηχανική περιοχή για μη οχλούσες μονάδες καθοριζόταν αυτή νοτίως του Ασπροχώματος και 1-2 χιλιόμετρα από τη θάλασσα.
Από την πλευρά της παραλίας και με σκοπό την απαλλαγή της Ναυαρίνου από την υπερτοπική κυκλοφορία, προτείνεται η Κρήτης ως δρόμος που θα παίξει αυτό το ρόλο: “Αι έτεροι δύο προσπελάσεις της πόλεως κατά μήκος της παραλίας δέον όπως διατηρηθούν, με παράλληλον μεταφοράν του αντιστοίχου άξονος βορειότερον εις απόστασιν 500 μέτρων περίπου από της ακτής (οδός Κρήτης). Ο άξων τούτος θα συνδεθή δυτικώς μετά της νέας οδού Καλαμάτας - Μεθώνης και ανατολικώς μετά της νέας οδού Καλαμάτας - Μάνης συμφώνως προς τας προτάσεις διά την ευρυτέραν περιοχήν, μετά δε την τουριστικήν ανάπτυξιν την οποίαν προβλέπεται ότι θα λάβη η παραλία του Μεσσηνιακού Κόλπου, θ’ αποβή η κατ' εξοχήν τουριστική οδός της πόλεως”.
Για το νερό η μελέτη διατυπώνει την πρόταση ενίσχυσης από τις πηγές του Αγίου Φλώρου αν κάποια στιγμή αυξηθεί σημαντικά ο πληθυσμός: “Ως αναφέρεται εις την γεωλογικήν έκθεσιν της παρούσης μελέτης αι σημεριναί παροχαί των πηγών παρά την θέσιν «Πήδημα» αρκούν διά τας σημερινάς ανάγκας, δύνανται δε να καλύψουν τας ανάγκας και διά την προσεχή δεκαετίαν, και εις περίπτωσιν καθ’ ην η ανάπτυξις της πόλεως λάβει χώραν κατά τας προβλέψεις της παρούσης μελέτης. Διά τας μελλοντικάς επί πλέον απαιτήσεις με κατάλληλον διευθέτησιν των πηγών ως και δι’ υδροληψίας από τας πηγάς του χωρίου Αγιος Φλώρος εις απόστασιν 25 χιλιομέτρων από της πόλεως, επιτυγχάνεται η εξασφάλισις οιασδήποτε επιπλέον ποσότητος ύδατος”.
Για πρώτη φορά διατυπώνεται και η ανάγκη δικτύου ακαθάρτων με εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού, βορειότερα της σημερινής θέσης και στο δρόμο Καλαμάτας - Μεσσήνης: “Τα συλλεγόμενα διά των οικιών ακάθαρτα ύδατα των πόλεων Καλαμάτας και Μεσσήνης θα απάγονται προς τας εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού, αι οποία θα ανεγερθούν εις κατάλληλον ενδιάμεσον θέσιν της πεδιάδος Παμίσου και επί της ενούσης τας δύο πόλεις ευθείας”.
Αλλά και... λιπασματοποίηση των σκουπιδιών (με τα μέσα εκείνης της εποχής βεβαίως) προτείνει η μελέτη, προβλέποντας μάλιστα και τη χρήση της λυματολάσπης για το σκοπό αυτό: “Η συλλογή και η αποκομιδή, κυρίως όμως η τελική διάθεσις των απορριμμάτων των πόλεων, αποτελεί συνεχώς οξυνόμενον πρόβλημα διά τας συγχρόνους πόλεις. Η αύξησις του πληθυσμού αφ’ ενός και η βελτίωσις του βιοτικού επιπέδου αφ’ ετέρου, συνεπάγονται συνεχώς αυξανόμενους όγκους απορριμμάτων, των οποίων η απλή εναπόθεσις εις την φύσιν δεν δύναται να συνεχισθή επ’ αόριστον. Υπολογίζεται ότι εις πληθυσμόν 50.000 κατοίκων αναλογούν περί τους 17.000 τόννους οικιακών και λοιπών απορριμμάτων ετησίως, οπότε η τέφρα (στερεά κατάλοιπα καύσεως), ανερχομένη εις ποσοστόν 5-10% θα έχη όγκον περί τους 1.000 τόννους ετησίως. Απεναντίας η σύνθεσις των απορριμμάτων είναι λίαν πρόσφορος διά γεωργικήν χρήσιν, ιδία εάν ταύτα διαβραχούν και αφεθούν επί τινας ημέρας να ζυμωθούν. Τούτο οδηγεί εις την λύσιν της αναμείξεως (κατόπιν θρυμματισμού και κοσκινίσματος) μετά της υφύγρου ιλύος των κλινών ξηράνσεως των ακαθάρτων υδάτων και της διαθέσεως αυτών εις την γεωργίαν. Η ανωτέρω λύσις κοινής διαθέσεως εις την γεωργίαν των απορριμμάτων και των προϊόντων επεξεργασίας των ακαθάρτων υδάτων, πρόκειται να εφαρμοσθή και διά την Καλαμάτα”.
Ανατρέχοντας στο κεφάλαιο της τουριστικής ανάπτυξης, διαπιστώνουμε ότι σε συνδυασμό όλων των στοιχείων που προαναφέρθηκαν η μελέτη συμπεριλαμβάνει και την Μπούκα, καθώς το παραλιακό μέτωπο θα είχε ενοποιηθεί με την κατασκευή νέου δρόμου: “Αι λοιπαί κλίναι, τόσον διά τον «επισκεπτικόν τουρισμόν» όσον και διά τον «τουρισμόν διαμονής» αλλοδαπών και ημεδαπών, προτείνεται να κατανεμηθούν εις την ανατολικήν παραλίαν της πόλεως και ειδικότερον από της οδού Ακρίτα έως το μοτέλ «Ξενία» αφ’ ενός, αφ’ ετέρου δε κατά μήκος της αμμώδους παραλίας του Μεσσηνιακού, κυρίως εις το τμήμα αυτής μεταξύ παραλίας Μεσσήνης και εκβολών Παμίσου. Ούτω θα δημιουργηθή καθ’ όλον το μήκος της ακτής συνεχής τουριστική ζώνη η οποία θ’ απορροφήση και σημαντικόν μέρος των καταστημάτων αναψυχής, πλέον των υφισταμένων, εις τα οποία είναι απαραίτητον να γίνη ανανέωσις και εξυγίανσις, ώστε να δύνανται να καλύψουν τας προβλεπομένας ανάγκας του τουρισμού”.
Θα μπορούσε να αναφερθεί ακόμη ένα πλήθος στοιχείων της μελέτης. Παρ' όλα αυτά, νομίζω πως η μικρή παράθεση αποσπασμάτων για κρίσιμα ζητήματα όχι μόνο δείχνει την αξία του σχεδιασμού για το μέλλον της πόλης, αλλά όπως αναφέρθηκε εισαγωγικά, περιλαμβάνει ιδέες και προτάσεις που συζητιούνται ακόμη και μέχρι σήμερα.