Τετάρτη, 27 Οκτωβρίου 2021 18:59

Επί Τάπητος: “Κλιματικά ουδέτερη” αλλά...

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

 

 Του Ηλία Μπιτσάνη

Ασφαλώς και έχει ενδιαφέρον η συμμετοχή της Καλαμάτας στη διαδικασία ένταξης στο πρόγραμμα για τις 100 κλιματικά ουδέτερες πόλεις στην Ευρώπη. Μαζί και ανταγωνιστικά με το Ηράκλειο, τα Ιωάννινα, τα Τρίκαλα και την Κοζάνη. Κατά τις διατυπώσεις της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας το πρόγραμμα “θα καλύψει τις ανάγκες επανασχεδιασμού και  αναζωογόνησης των αστικών περιοχών με αναμενόμενα αποτελέσματα τη βελτίωση: της ποιότητας και της αισθητικής του αστικού περιβάλλοντος, της ενεργειακής απόδοσης και της ποιότητας των κτηρίων, του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του υπαίθριου δημόσιου χώρου, τη μείωση παραγωγής ρύπων από τις καθημερινές μετακινήσεις, την εξοικονόμηση φυσικών πόρων καθώς και τον ψηφιακό μετασχηματισμό των αστικών περιοχών”.

Η “μετάφραση” φυσικά είναι θέμα των ειδικών και εκείνων που θα επεξεργαστούν τη σχετική πρόταση. Από τη θέση αυτή θα ήθελα να διατυπώσω μερικές σκέψεις για την “ανάγκη” της πόλης και των ανθρώπων της, που συμπίπτει με κάποιες από τις αόριστες διατυπώσεις του προγράμματος. Και κυρίως εκείνη που αναφέρεται στη “μείωση παραγωγής ρύπων από τις καθημερινές μετακινήσεις”. Χωρίς καμία αμφιβολία η Καλαμάτα στο κέντρο της και γύρω από αυτό έχει γίνει πλέον ένα απέραντο πάρκινγκ. Χιλιάδες αυτοκίνητα κινούνται καθημερινά στους δρόμους γύρω από την πλατεία και εκείνους που χαρακτηρίζονται “αρτηριακοί”, παράγοντας ένα τεράστιο αντιπεριβαλλοντικό αποτύπωμα που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με την… κλιματική ουδετερότητα. Το αυτό συμβαίνει εποχιακά στην παραλιακή ζώνη, για να συμπληρωθεί η εικόνα, η οποία πρέπει να αναστραφεί πλήρως αν πράγματι η επιδίωξη έχει ως στόχο την υλοποίηση του… τίτλου του προγράμματος.

Ασφαλώς και δεν πρόκειται για μια απλή υπόθεση. Αν ήταν, το πρόβλημα θα είχε λυθεί εδώ και πολλά χρόνια, άλλωστε δεν υπάρχει υποψήφιος δήμαρχος που να μην έχει ως “πρώτη προτεραιότητα” -όπως συνηθίζεται να λέγεται- την επίλυση του κυκλοφοριακού προβλήματος. Του οποίου βεβαίως λησμονείται η συγκοινωνιακή διάσταση, με αποτέλεσμα να έχουν γίνει αμέτρητες μελέτες με τίτλο “κυκλοφοριακή” αλλά καμία με τίτλο “συγκοινωνιακή”. Και βεβαίως κυκλοφοριακό και συγκοινωνιακό είναι αλληλένδετα και ας κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν δημοτικοί παράγοντες και μελετητές που εδώ και δεκαετίες κινούνται “εντός, εκτός και επί τα αυτά”. Ούτε θέλουν ούτε τολμούν να θέσουν ολοκληρωμένα το ζήτημα των αστικών και υπεραστικών μετακινήσεων στην Καλαμάτα. Αντιθέτως κάνουν ό,τι μπορούν για να “ρίξουν” την κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης.

Με την ελπίδα ότι θα θελήσουν και θα τολμήσουν, μπορούμε να συζητήσουμε κρίσιμα θέματα που σχετίζονται με τις μετακινήσεις στην πόλη. Το πρώτο μέσο βεβαίως είναι τα… πόδια, αλλά πολλοί έχουν ξεχάσει να τα χρησιμοποιούν αφού υπάρχει η λύση του αυτοκινήτου, και οι νεότεροι εκπαιδεύονται από τα μικρά τους χρόνια για τη χρήση του. Ακόμη και για να πάνε σχολείο σε μικρές αποστάσεις, πολλές φορές γίνεται μετακίνηση με αυτοκίνητο και παραδίδονται μαθήματα παραβίασης των κανόνων οδικής κυκλοφορίας – με πρώτη τη στάθμευση. Εκτός όμως από τις “κτηθείσες συνήθειες” που μπορούν να αλλάξουν… με το ζόρι όταν τεθούν ανυπέρβλητοι περιορισμοί (πεζοδρόμηση για παράδειγμα), υπάρχει και το θέμα των υποδομών. Τα πεζοδρόμια ακόμη και σε αρτηριακούς δρόμους έχουν ελάχιστο πλάτος και πολλές φορές καταλαμβάνονται από εμπορεύματα και μηχανήματα. Για τη διευκόλυνση της μετακίνησης των ανθρώπων με κινητικά προβλήματα δεν το συζητούμε, εδώ φτιάχτηκε ολόκληρη Βασ. Γεωργίου χωρίς ράμπες, παρά τις διαμαρτυρίες εκείνη την εποχή, και τώρα χρειάστηκε να ξηλωθούν πεζοδρόμια για να κατασκευαστούν. Πόλη χωρίς, ουσιαστικά, πεζοδρόμια και γενικότερα μέτρα διευκόλυνσης της κυκλοφορίας των πεζών, είναι πολύ μακριά από το στόχο της κλιματικά ουδέτερης. Μεγάλα πεζοδρόμια δεν μπορεί παρά να γίνουν μόνον με τη διαπλάτυνση των υπαρχόντων, σε βάρος της στάθμευσης και κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Σε πολλές περιπτώσεις έως και… ακατόρθωτο, έτσι όπως έχει οικοδομηθεί η πόλη.

Για πιο μακρινές αποστάσεις το ποδήλατο είναι μια παλιά λύση που εκτοπίστηκε από το αυτοκίνητο καθώς αυτό κατέλαβε επικινδύνως τα οδοστρώματα (σταθμευμένο ή μετακινούμενο). Ως εκ τούτου δεν απομένει άλλη λύση από τη δημιουργία ασφαλών ποδηλατόδρομων ή ποδηλατολωρίδων εκεί που το πρώτο είναι ανέφικτο. Εδώ έχουμε ουσιαστικά έναν ποδηλατόδρομο κι εκείνον ημιτελή και με κακή χάραξη σε πλείστα όσα σημεία. Σταματάει στην Ανάσταση και ως εκ τούτου “επαναστατικώ δικαίω” οι ποδηλάτες “πιάνουν” τον πεζόδρομο στη συνέχεια, και πλείστες όσες φορές κινούνται επικινδύνως και προκλητικώς με τα… κουδουνάκια να βαράνε για να... σαλαγίσουν τους πεζούς που είναι υπό γενικό διωγμό. Θα μπορούσε βεβαίως μετά την Ανάσταση να υπάρχει ποδηλατολωρίδα, όπως συμβαίνει σε πολλές πόλεις στην Ευρώπη, αλλά αυτό προϋποθέτει μέτρα σε βάρος της στάθμευσης και της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Τέτοια μέτρα όμως στην πόλη της βασιλείας των τραπεζοκαθισμάτων έχουν πολιτικό κόστος και ως εκ τούτου το τουρλουμπούκι στην πεζόδρομο είναι αναπόφευκτο, καθώς ο καθένας διεκδικεί τον δικό του ζωτικό χώρο.

Η πυκνότητα της κίνησης ποδηλάτων από μόνη της θα έπρεπε να έχει “ξυπνήσει” το δήμο, όμως εδώ η καθημερινότητα δεν βλέπει τον πολίτη αλλά τις… αντιδράσεις εκείνων που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτε. Για τον ποδηλατόδρομο “στο πουθενά” δεν μπορεί να γίνει συζήτηση, πεταμένα λεφτά για μια διαδρομή που μόνον αν ήταν “ζώνη περιπάτου”, μια “αστική λεωφόρος… μπάι-πας”, θα είχε μια αξία. Κατά τα άλλα κατασκευάστηκε η Βασ. Γεωργίου χωρίς ποδηλατόδρομο παρότι έχει μεγάλη αρτηριακή σημασία, κατασκευάστηκε μεγάλο πεζοδρόμιο στη Φαρών χωρίς ποδηλατόδρομο, και γενικώς η αυξημένη πλέον χρήση ποδηλάτου (και εσχάτως ηλεκτρικού πατινιού), διοχετεύεται αναπόφευκτα στους δρόμους με αυτονόητους και καθημερινά ορατούς κινδύνους.

Για ακόμη πιο μακρινές αποστάσεις αλλά και για εκείνους οι οποίοι για πολλούς λόγους δεν θέλουν να μετακινηθούν με το ποδήλατο, υπάρχει το ζήτημα της αστικής συγκοινωνίας. Κλιματικά ουδέτερη πόλη, με την… μπουρού να βγάζει ντουμάνι από καπνό σε κάθε γκαζάρισμα, ασφαλώς δεν γίνεται. Και πολύ περισσότερο δεν γίνεται χωρίς επαρκή αστική συγκοινωνία σε ολόκληρο το πολεοδομικό συγκρότημα – και ακόμη καλύτερα, μέχρι τα κοντινότερα ημιαστικά κέντρα. Θεσμικά, αυτό σημαίνει κατάργηση όλων των περιορισμών που ισχύουν μέχρι τώρα σε σχέση με το “δικαίωμα” στη δρομολόγηση. Αστική συγκοινωνία με νόμους που δημιουργήθηκαν σε άλλες συνθήκες, πριν από πολλές δεκαετίες (μετά τον πόλεμο), και “εξελίσσονται” με τους περιορισμούς τους, δεν έχει νόημα και αποτέλεσμα στη σημερινή πραγματικότητα. Από την άποψη των υποδομών, η αστική συγκοινωνία προϋποθέτει ολοκλήρωση του συστήματος περιφερειακών δρόμων, οι οποίοι προβλέπονται από το σχέδιο πόλης και διευκολύνουν την επικοινωνία των απομακρυσμένων περιοχών με το κέντρο και την υπόλοιπη πόλη. Ετσι η αστική συγκοινωνία μπορεί να “αγκαλιάσει” την πόλη και να έρθει κοντά στον πολίτη ώστε εκείνος να πειστεί να αφήσει το αυτοκίνητο. Από την άποψη των μέσων, η αστική συγκοινωνία σε μια κλιματικά ουδέτερη πόλη πραγματοποιείται με τραμ ή ηλεκτρικά λεωφορεία ή και με συνδυασμό τους. Κάτι που σημαίνει κόστος προμήθειας, θεσμική αναδιοργάνωση και ενσωμάτωση του υπάρχοντος συστήματος σε έναν καινούργιο φορέα δημόσιου χαρακτήρα.

Και για να πάμε ακόμη μακρύτερα στις “αποστάσεις” από τις οποίες καταφτάνουν στην πόλη καθημερινά επισκέπτες, δεν γίνεται να μην μιλήσουμε για τον προαστιακό σιδηρόδρομο. Ενα εξαιρετικά μεγάλο μέρος των ανθρώπων που μετακινούνται από και προς την πόλη δυνητικά θα μπορούσαν να κάνουν χρήση ενός δικτύου προαστιακού σιδηροδρόμου, που θα οδηγούσε με “μηδέν” κυκλοφοριακή επιβάρυνση στην καρδιά της πόλης. Ο προαστιακός βεβαίως θα μπορούσε με τα κατάλληλα μέσα, την οργάνωση και μετά από μελέτη, να συνδέσει την Καλαμάτα με την Τρίπολη, ακόμη και με περιοχές της Ηλείας. Παράλληλα με τις κατάλληλες προσαρμογές θα μπορούσε να συνδυαστεί με μέσο σταθερής τροχιάς με την παραλιακή ζώνη. Βεβαίως όλα αυτά είναι σε αντίθετη κατεύθυνση με τη λογική εκείνων που ήθελαν να μεταφερθεί το… τέρμα του σιδηροδρόμου στο Ασπρόχωμα, μετατρέπουν το χώρο του σιδηροδρομικού σταθμού σε πάρκινγκ και καταργούν τη σιδηροδρομική γραμμή για να κατασκευάσουν ποδηλατόδρομο (για την ακρίβεια, να διώξουν τον ποδηλατόδρομο από την Αριστομένους). Είναι αδιανότητο μια υποδομή τεράστιας αξίας για την ποιότητα ζωής στην πόλη και την εξυπηρέτηση των πολιτών να έχει παραδοθεί στην εγκατάλειψη. Αυτό δεν γίνεται πουθενά στον κόσμο – και ειδικά σε πόλεις που επενδύουν στο περιβαλλοντικό τους χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, περιβαλλοντικά ουδέτερη πόλη χωρίς προαστιακό σιδηρόδρομο δεν νοείται στη σημερινή εποχή, που γίνεται όλο και περισσότερο αντιληπτή η επιβάρυνση του περιβάλλοντος από την αλόγιστη χρήση του αυτοκινήτου.

Ολα αυτά βεβαίως συνδέονται και με εκτεταμένες πεζοδρομήσεις στο κέντρο της πόλης, οι οποίες θα επιτρέπουν σε ορισμένα σημεία την προσέγγιση και διέλευση των μέσων μαζικής μεταφοράς και δεν θα τα σπρώχνουν προς αυτό (όπως γίνεται σήμερα με τη διοχέτευση της κυκλοφορίας στην Αριστομένους μέσα από την ημιτελή πεζοδρόμηση που έχει γίνει, και μάλιστα… κατά τύχη κι όχι προγραμματισμένα). Και γενικά, με την εφαρμογή μέτρων που θα κάνουν αποτρεπτική την προσέγγιση των αυτοκινήτων στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Καλαμάτας. Αφησα εκτός την υπόθεση των χώρων στάθμευσης, γιατί απλώς θα πρέπει να μείνουν… εκτός. Αφού δεν έγιναν οι αναγκαίες επεμβάσεις τις εποχές που έπρεπε, δεν μπορεί παρά η “υποδοχή” των αυτοκινήτων να γίνεται στην περιφέρεια της πόλης, και η μετακίνηση με την αστική συγκοινωνία. Το μεγάλο ζήτημα είναι πως για να φτάσουμε ως εδώ θα πρέπει να “κουμπώσουν” όλες οι δράσεις που προαναφέρθηκαν. Γιατί διαφορετικά, με αποσπασματικά και ασύνδετα μέτρα, αντί για την “κυκλοφοριακή ανακούφιση” μπορεί να οδηγηθούμε στην “κυκλοφοριακή αποδιοργάνωση”.

Πρόκειται για σκέψεις που δεν αρέσουν σε πολλούς και θα προκαλέσουν αντιδράσεις, αλλά γράφονται εν γνώσει αυτού. Δεν αρέσουν όχι γιατί δεν είναι “όμορφες”, αλλά γιατί στην εφαρμογή τους συγκρούονται με (απολύτως θεμιτά) συμφέροντα, ακόμη και με το μεροκάματο ορισμένων κατηγοριών ανθρώπων. Αλλά όταν συζητούμε για το μέλλον της πόλης και μάλιστα με πομπώδη τρόπο, έτσι για να “γράφουν” επικοινωνιακά πρόσωπα και καταστάσεις, θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Και με το στόχο και με τους ανθρώπους. Γνωρίζω ότι έχουμε περάσει σε μια άλλη εποχή, εκείνη του “φαίνεσθαι” και της αναπαραγωγής φραστικών κλισέ που εντυπωσιάζουν αδαείς και οπαδούς. Επειδή (καλώς ή κακώς) δεν μπορώ να συμβιβαστώ με αυτές τις πρακτικές, γράφω πολύ απλά και πρακτικά: Μια πόλη που δεν μπορεί να λύσει το ζήτημα διανομής εμπορευμάτων σε ώρες που δεν υπάρχει κυκλοφορία, δεν μου φαίνεται ότι “καίγεται” για το “όραμα” να γίνει κλιματικά ουδέτερη...