Η διαμόρφωση των τιμών σε υψηλό σχετικά με άλλες χρονιές επίπεδο που γέννησε αισιοδοξία, ήταν αποτέλεσμα τόσο της προβλεπόμενης μειωμένης παραγωγής σε άλλες ελαιοπαραγωγικές χώρες όσο και του πολέμου στην Ουκρανία που είχε άμεση συνέπεια τόσο στην επάρκεια όσο και στις τιμές του ηλιέλαιου στην παγκόσμια αγορά. Από το καλοκαίρι ήδη άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια αυτής της τάσης, οι τιμές με τις οποίες ξεκίνησε η νέα παραγωγή ήταν υψηλότερη από τις προσδοκίες και γρήγορα έφτασε σε επίπεδα που θα φάνταζαν αδιανόητα πριν από λίγους μήνες. Παρά τα προβλήματα και τα μπρος – πίσω οι τιμές σε σύγκριση με άλλες χρονιές βρίσκονται σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα και η εξέλιξή τους θα είναι αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων. Γιατί από τη μια πλευρά οι καταστροφές περιορίζουν τις ποσότητες έξτρα παρθένου ελαιολάδου και δίνουν μεγάλες συγκριτικά ποσότητες «παρθένου» ελαιολάδου αλλά και υψηλότερων βαθμών. Αυτό το γεγονός με τη λογική της «αγοράς» οδηγεί σε άνοδο των τιμών αλλά εκείνο που δεν μπορεί να παραβλέψει κάποιος είναι πως η «αγορά» χειραγωγείται από τις δυνάμεις που κυριαρχούν σε αυτή και δεν είναι τόσο… «ελεύθερη» όσο κάποιοι νομίζουν. Από την άλλη πλευρά όμως η άνοδος των τιμών ελαιολάδου μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης στο ράφι, δεδομένης μάλιστα και της τεράστιας διαφοράς από το χωράφι στο ράφι, πράγμα που στη συνέχεια θα έχει αρνητική επίδραση στη διαμόρφωση των τιμών.
Η αρχική «αισιοδοξία» ήταν «συγκρατημένη» γιατί υπήρχε και ο παράγοντας της συγκομιδής. Για να «πιάσεις» τιμή θα πρέπει… να τις μαζέψεις και η έλλειψη εργατικών χεριών είχε αρχίσει να ανησυχεί τους ελαιοπαραγωγούς ήδη από το καλοκαίρι. Είναι ένα θέμα «κομβικό» για το μέλλον της ελαιοκαλλιέργειας και η διαχείριση τόσο από την Πολιτεία όσο και από την κοινωνία γίνεται με το χειρότερο τρόπο. Είναι ένα θέμα για το οποίο έχω αναφερθεί αναλυτικά σε προηγούμενες αναρτήσεις και σίγουρα θα μας απασχολήσει πολύ πιο έντονα στο μέλλον. Τα μέτρα που υποτίθεται ότι λαμβάνονται για να ενισχυθεί η «ροή» μεταναστών εργατών γης την περίοδο της συγκομιδής αποδεικνύονται αναποτελεσματικά. Και αυτό γιατί δεν είναι «γειωμένα» στην πραγματικότητα, δεν είναι απαλλαγμένα από προκαταλήψεις και συμπεριφορές. Και γιατί οι μετανάστες έχουν βρει άλλες εργασιακές διεξόδους τόσο στη χώρα μας όσο και σε άλλες χώρες με πολύ καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, καλύτερες αμοιβές και δυνατότητα μεγαλύτερου χρόνου παραμονής. Από την πλευρά εκείνων που παίρνουν και εισηγούνται τα μέτρα υπάρχει προχειρότητα και απουσία ενδιαφέροντος για να μελετηθεί σε όλη του την έκταση το πρόβλημα ώστε να δοθούν λύσεις. Φέτος είμαστε από τους «τυχερούς» της υπόθεσης καθώς υπήρξε εξαιρετικό συνεργείο στις κρίσιμες στιγμές της συγκομιδής. Όταν στο τέλος ρώτησα τους εργάτες αν θα έρθουν και του χρόνου, η απάντηση ήταν «μπορεί αν δεν βρούμε τίποτα καλύτερο». Μια απλή απάντηση που υποδηλώνει ότι η ελαιοσυγκομιδή είναι η τελευταία επιλογή των εργατών γης από γειτονικές χώρες.
Η απουσία εργατικών χεριών είχε δύο άμεσες συνέπειες: Η πρώτη είναι το κόστος παραγωγής που «σκαρφάλωσε» στα ύψη γιατί η σημαντική αύξηση του μεροκάματου ήρθε να προστεθεί στις αντίστοιχες αυξήσεις όλων των συντελεστών του κόστους παραγωγής. Με περυσινές τιμές στο ελαιόλαδο, πολλοί θα μάζευαν μόνο το λάδι τους και θα άφηναν τις υπόλοιπες για τα… κοτσύφια. Η δεύτερη ήταν η σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού συγκομιδής, οι μάχες για την εξασφάλιση συνεργείου και η αδυναμία παρέμβασης την κατάλληλη στιγμή. Παλαιότερα η περίοδος περί τα Χριστούγεννα ήταν «περιζήτητη» καθώς συνδυάζονταν άδειες, διακοπές, γιορτές και γίνονταν μάχες για τα συνεργεία. Φέτος αυτή η ανάγκη εμφανίστηκε το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου για εντελώς διαφορετικό λόγο: Οι συνεχείς βροχοπτώσεις, η υψηλή για την εποχή θερμοκρασία και η διαρκής ηλιοφάνεια προκάλεσαν τη γέννηση διαδοχικών γενεών δάκου και μεγάλες προσβολές από γλοιοσπόριο. Με απίστευτη ταχύτητα, μέρα με την ημέρα η κατάσταση χειροτέρευε (κάτι που συνεχίζεται ακόμη) και ήταν πρακτικά αδύνατο να αντιδράσει κάποιος αν δεν είχε την τύχη να «πέσει» πάνω σε συνεργείο. Τα προσηλιακά μέρη των δέντρων έπαθαν πανωλεθρία ακόμη και σε κτήματα που είχαν γίνει ψεκασμοί και πέραν εκείνων που έκαναν οι υπηρεσίες. Δεν ήταν απρόσμενο αλλά δεν υπήρχε και τρόπος αντιμετώπισης αφού οι γενιές του δάκου διαδέχονταν η μια την άλλη και ο καιρός ήταν αποτρεπτικός ακόμη και για ραντισμούς. Τώρα ακόμη τα έντομα του δάκου κάνουν ελεύθερες πτήσεις στα κτήματα.
Δυστυχώς λόγω των παραγόντων που προαναφέρθηκαν η καταστροφή είναι μεγάλη και συνεχίζεται. Για μια ακόμη φορά τίθεται επιτακτικά το ζήτημα της ενδελεχούς μελέτης των φαινομένων που παρουσιάστηκαν την φετινή περίοδο για να εξαχθούν τα αναγκαία συμπεράσματα. Και αυτό δεν μπορεί παρά να είναι αντικείμενο των «καθ’ ύλην αρμοδίων» που θα πρέπει να ενθαρρυνθούν σε αυτή την κατεύθυνση ώστε να δοθούν και οι κατάλληλες οδηγίες. Η ελαιοκαλλιέργεια έχει μπει πλέον σε περιπέτεια και για να αντέξει τις δοκιμασίες θα χρειαστεί τη στήριξη της Πολιτείας, την επιστημονική φροντίδα και την προσοχή των ελαιοκαλλιεργητών. Αν πριν από 6 χρόνια σε πολλούς φαίνονταν «επιστημονική φαντασία» και δεν έδιναν σημασία στις παρατηρήσεις που γίνονταν με αφορμή την «έφοδο» του δάκου και του γλοιοσπορίου σε καταστροφική έκταση, τώρα θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να αναθεωρηθούν ριζικά οι κρατούσες αντιλήψεις. Και το ζήτημα δεν είναι να κοιτάζουμε μόνον πίσω, αλλά και μπροστά: Αυτά που ζήσαμε και ζούμε φέτος είναι η αρχή, η συνέχεια ενδεχομένως θα είναι πολύ πιο δυσάρεστη. Η «καλοκαιρία» στην πραγματικότητα είναι «κακοκαιρία», η «χαρά των τραπεζοκαθισμάτων» αποτελεί κίνδυνο για το μέλλον. Και όχι μόνον φυσικά για την ελαιοκαλλιέργεια, αλλά αφού συζητάμε γι αυτή θα πρέπει αρχικά να τονίσουμε πως την επόμενη περίοδο μπορεί να αντιμετωπίσουμε σοβαρά προβλήματα μιας και ο καιρός έχει ανατρέψει πλήρως τη «φυσιολογία» της ελιάς. Και η ξηρασία φαίνεται να έρχεται καλπάζοντας ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής.
Κλείνοντας θα έλεγα «ιδού πεδίο δόξης λαμπρόν» για όλους: Πολιτικούς, επιστήμονες, πολίτες. Με… φθίνουσα ακολουθία ευθύνης αλλά με την υπογράμμιση ότι όλοι πρέπει να τεθούν σε εγρήγορση, η ελαιοκαλλιέργεια για την περιοχή μας είναι αυτή που κρατάει όρθια την ύπαιθρο ενδοχώρα. Και θα χρειαστεί να επανέλθουμε πέρα από την «περιγραφή» μιας κατάστασης με ειδικότερες αναφορές για την «εξειδίκευση» αυτής της ευθύνης για ένα θέμα που αφορά τον τόπο και τους ανθρώπους του, αλλά και την εθνική οικονομία.