Τούτες τις μέρες η Ελλάδα ζει το δράμα της απώλειας ανθρώπων, μεταξύ των οποίων οι περισσότεροι νέοι, στο μεγαλύτερο σιδηροδρομικό δυστύχημα στη χώρα μας. Και ζητάει απαντήσεις πέρα από το (υπαρκτό) «ανθρώπινο λάθος», καθώς με τραγικό τρόπο επιβεβαιώνονται οι καταγγελίες των σιδηροδρομικών συνδικάτων για την έλλειψη συστημάτων ασφαλείας στο δίκτυο. Απαντήσεις που δεν μπορεί και δεν πρέπει να υπακούν σε επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας. Με αφορμή το συγκλονιστικό γεγονός και τα όσα γράφονται και λέγονται αυτές τις ημέρες, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η «ταφόπλακα» για τον σιδηρόδρομο στην Πελοπόννησο μπήκε μετά από έναν θανατηφόρο εκτροχιασμό.
Ο καλός συνάδελφος (και φίλος του σιδηροδρόμου) Γιάννης Σινάπης με τίτλο «Ο θανατηφόρος εκτροχιασμός στον Αχλαδόκαμπο «ταφόπλακα» για το τρένο στην Πελοπόννησο» έγραφε στην «Ελευθερία» στις 10 Δεκεμβρίου 2010: «Πρόωρο τέλος στη γραμμή Πελοποννήσου βάζει ο εκτροχιασμός του τρένου κοντά στον Αχλαδόκαμπο, ο οποίος στοίχισε τη ζωή σε έναν επιβάτη και προκάλεσε δύο ακόμη σοβαρούς τραυματισμούς. Μετά το ατύχημα ανεστάλησαν "μέχρι νεωτέρας" όλα τα δρομολόγια, ενώ άνθρωποι που γνωρίζουν την κατάσταση στο σιδηροδρομικό δίκτυο πιθανολογούν ότι αιτία του κακού είναι η κακή συντήρηση του τροχαίου υλικού, που είχε σαν αποτέλεσμα να σπάσει ένα "νύχι" του τροχού.
Από τον εκτροχιασμό σκοτώθηκε ο 44χρονος Βαγγέλης Γ. Ντούσιας από τον Αχλαδόκαμπο. Σοβαρά τραυματίστηκαν και παραμένουν στη Χειρουργική Κλινική του Παναρκαδικού Νοσοκομείου Τρίπολης οι επιβάτες Γεώργιος Μυλωνάς 30 χρόνων από το Αργος και Παρασκευάς Καραμούντζος 22 χρόνων από τον Αχλαδόκαμπο. Ελαφρά τραυματίστηκαν και νοσηλεύονται στην Ορθοπαιδική Κλινική του ίδιου νοσοκομείου ο 50χρονος προϊστάμενος του τρένου Γιώργος Παναγιωτακόπουλος, από το Αριστοδήμειο Μεσσηνίας και ο επιβάτης Ζαχαρίας Δερμάτης, από τον Πειραιά.
Τα αίτια του εκτροχιασμού διερευνώνται από το Τμήμα Τροχαίας Αργους και κυρίως από ειδική επιτροπή του ΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Σύμφωνα με ανακοίνωση της εταιρείας, πολύ σύντομα θα εκδοθεί και το σχετικό πόρισμα, ενώ όλα τα δρομολόγια στη γραμμή Κόρινθος - Αργος - Τρίπολη - Ναύπλιο ανεστάλησαν μέχρι νεωτέρας.
Το ρέιλ μπας με 4 επιβάτες και 3 άτομα προσωπικό εκτελούσε το βραδινό και τελευταίο δρομολόγιο της ημέρας στη γραμμή Κόρινθος - Αργος - Τρίπολη (στις 10 το βράδυ είναι προγραμματισμένη η άφιξή του στην αρκαδική πρωτεύουσα). Πριν το σταθμό του Αχλαδόκαμπου, 200 - 300 μέτρα, το τρένο εκτροχιάστηκε και έπεσε στο πλάι σε επίχωμα, όχι σε δύσκολο ή επικίνδυνο σημείο της διαδρομής. Αμέσως σήμανε συναγερμός και στον τόπο του συμβάντος έφθασαν δυνάμεις της Πυροσβεστικής από την Τρίπολη, το Αργος και το Ναύπλιο με επικεφαλής τον περιφερειάρχη Πυροσβεστικής Πελοποννήσου - αρχιπύραρχο Χρήστο Ψυχογιό. Χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να απεγκλωβιστούν οι δύο από τους τραυματίες και ο άτυχος Ντούσιας, που δεν πρόλαβε να κατέβει στο σταθμό του χωριού του. Οι τραυματίες μεταφέρθηκαν στο Παναρκαδικό Νοσοκομείο Τρίπολης.
Οι πρώτες έρευνες στρέφονται στην κατάσταση της γραμμής και του τροχαίου υλικού, καθώς και στην ταχύτητα του τρένου. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, το ρέιλ μπας εκινείτο με κανονική ταχύτητα, καθώς η γραμμή στο συγκεκριμένο σημείο είναι ανηφορική και το τρένο πλησιάζει στο σταθμό, όπου θα σταματούσε για να αποβιβάσει κόσμο. Μάλιστα, εκτιμάται ότι δεν είχε λόγο να αναπτύξει ιδιαίτερη ταχύτητα, αφού δεν έκανε το αντίστροφο δρομολόγιο, όπου πρέπει να πάει στην ώρα του για να προλάβει την ανταπόκριση του προαστιακού στην Κόρινθο. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι η γραμμή βρέθηκε εντάξει, χωρίς να παρουσιάζει κάποιο πρόβλημα. Πηγές που γνωρίζουν τα σιδηροδρομικά πράγματα της Πελοποννήσου, στέκονται στο "νύχι" του τροχού, το οποίο πιθανότατα έσπασε και το οποίο ενδεχομένως να είχε φθαρεί. Και η συγκεκριμένη αναφορά γίνεται, καθώς τα ρέιλ μπας δεν έχουν τη συντήρηση που θα έπρεπε, ενώ κάποιοι κάνουν λόγο για εγκατάλειψη του τροχαίου υλικού στο δίκτυο της Πελοποννήσου».
Εξηγήσεις δεν δόθηκαν ποτέ, αλλά ο τίτλος του ρεπορτάζ ήταν ακριβέστατος: Το τρένο δεν κυκλοφόρησε ποτέ πλέον στις γραμμές που οδηγούσαν στην Καλαμάτα. Το (…γνωστό) απίστευτο της ιστορίας είναι το γεγονός ότι από το 2002 μέχρι τότε είχαν δαπανηθεί 100 εκ. ευρώ για ανακαίνιση της γραμμής «εν λειτουργία», όπως έγραφαν παραπλανητικά οι πινακίδες χρηματοδότησης του έργου. Παραπλανητικά, γιατί αυτή φαίνεται πως ήταν η συμβατική υποχρέωση προς την Ευρωπαϊκή Ενωση για τη χρηματοδότηση, η οποία ποτέ δεν εκπληρώθηκε ούτε είναι γνωστό αν έχει «κλείσει» το έργο, γιατί με κλειστό σιδηρόδρομο θα έπρεπε να… γυρίσουμε τα χρήματα πίσω. Παράλληλα για να λειτουργεί «αναβαθμισμένα» ο σιδηρόδρομος είχε αγοραστεί τροχαίο υλικό με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση ύψους 30 εκ. ευρώ. Τα ρέιλ μπας ήρθαν, «περπάτησαν» για λίγο τη γραμμή και μετά το ατύχημα που προαναφέρθηκε, αναχώρησαν για… άλλους τόπους. Η μνημονιακή πολιτική, που περιλάμβανε μεταξύ άλλων αιματηρές «οικονομίες» στο δημόσιο τομέα, αντί για εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού δικτύου οδήγησε στην πλήρη απαξίωση και εγκατάλειψη. Τεράστιας αξίας υποδομές λεηλατήθηκαν παρανόμως (από γνωστούς αγνώστους που σήκωσαν μέχρι και σιδηροτροχιές) αλλά και νομίμως (με την παραχώρηση ιστορικών κτηρίων και χώρων στην αυτοδιοίκηση, που έφτασε να κάνει… πάρκινγκ στον ιστορικό χώρο του σταθμού της Καλαμάτας). Ενας μνημειακός πλούτος με δεκάδες σταθμούς καταστράφηκε σε μεγάλο μέρος και κακοποιήθηκε στο υπόλοιπο. Οι γραμμές που μετέφεραν ανθρώπους και εμπορεύματα λόγγωσαν και κανένας δεν έχει κάνει αποτίμηση της πραγματικής κατάστασης.
Ένα ιστορικό-κοινωνικό έγκλημα που προετοιμάστηκε μεθοδικά τις μεταπολεμικές δεκαετίες, ολοκληρώθηκε στα χρόνια των μνημονίων. Ενώ σε όλο τον κόσμο το σιδηροδρομικό δίκτυο ανακαινίστηκε, πλουτίστηκε και εκσυγχρονίστηκε με τρένα, ορισμένα από τα οποία… τρέχουν σαν αεροπλάνα, στην Ελλάδα ακολουθήθηκε η αντίστροφη πορεία. Το λόμπι της αυτοκινητοβιομηχανίας και της στεφάνης επαγγελμάτων που την φέρνουν σε επαφή με τους χρήστες, έβαλε σε απόλυτη προτεραιότητα τα αυτοκίνητα και τους αυτοκινητοδρόμους εγκληματώντας ορισμένες φορές σε βάρος του σιδηροδρόμου. Όπως έχει καταγγελθεί για παράδειγμα, οι σήραγγες στο Αρτεμίσιο ακύρωσαν ουσιαστικά κάθε δυνατότητα εκσυγχρονισμού του σιδηροδρόμου γιατί δεν έχει ζωτικό χώρο. Παράλληλα ο ρουσφετολογικός τρόπος, με τον οποίο διαχειρίστηκαν τους κατά καιρούς οργανισμούς παροχής σιδηροδρομικού έργου, οδήγησε σε τεράστιες οικονομικές υποχρεώσεις. Ετσι εκείνοι που διαχειρίστηκαν τη μνημονιακή πολιτική είχαν «εύκολο» έργο. Στην Πελοπόννησο έβαλαν λουκέτο, στην υπόλοιπη Ελλάδα διέλυσαν τις υπηρεσίες, απογύμνωσαν τον οργανισμό από έμπειρα στελέχη, περιόρισαν δραματικά το προσωπικό και μαζί την ασφάλεια του σιδηροδρόμου. Ενώ παράλληλα αποδείχθηκαν ανίκανοι να υλοποιήσουν τα έργα σύγχρονων υποδομών ασφαλείας και τηλεδιοίκησης. Κάπως έτσι φθάσαμε στο τραγικό δυστύχημα, στο οποίο ασφαλώς σημαντικό ρόλο έπαιξε το «ανθρώπινο λάθος», αλλά πίσω από αυτό επιχειρείται να κρυφτούν βαρύτατες ευθύνες εκείνων που κυβερνούσαν έχοντας κλείσει τα αυτιά τους στην αγωνία και τις προειδοποιήσεις των σιδηροδρομικών γραμμών.
Η θλίψη ανείπωτη, ο πόνος των ανθρώπων που έχασαν τους δικούς τους αβάσταχτος, τα ερωτήματα πολλά και οι ευθύνες περισσότερες. Ας μείνουμε σε αυτά σήμερα, με μία επισήμανση χωρίς σχολιασμό: Αυτή της αυθόρμητης κινητοποίησης των νέων ανθρώπων, που με τον δικό τους τρόπο εκφράζουν τη θλίψη και την οργή τους για την απώλεια των συνανθρώπων μας. Δεν πρέπει να θεωρούμε «τελειωμένη» την ιστορία του σιδηροδρόμου, αντιθέτως πρέπει να διεκδικήσουμε το αυτονόητο: Την ασφάλεια στις μετακινήσεις του δικτύου σιδηροδρόμων με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
[Η φωτογραφία από το δυστύχημα στον Αχλαδόκαμπο το 2010]