Ολοι μιλούν για «έθιμα», αλλά πλέον ακόμη και αυτή η λέξη έχει… παρεξηγηθεί. Εχουμε λέει το «έθιμο» της Τσικνοπέμπτης, αλλά πλέον αυτό δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια ημέρα υπερκατανάλωσης κρέατος. Και μάλιστα από τμήματα του πληθυσμού που τρώνε κρέας και την παραμονή και την επομένη και όποτε… τους ανοίξει η όρεξη. Ηταν έθιμο τις εποχές που η διατροφή είχε περιορισμούς και δεσμεύσεις που ξεκινούσαν από τις θρησκευτικές επιταγές. Οι οποίες είχαν ενσωματώσει αρχαίες συνήθειες στις νέες αντιλήψεις.
Αυτό είναι ακριβώς το θέμα σε μια εποχή, κατά την οποία το έθιμο γίνεται θέαμα και τουριστικό προϊόν. Δεν είναι μια καινούργια υπόθεση, έχει ξεκινήσει σε ορισμένες περιπτώσεις πολλές δεκαετίες πίσω. Η οποία φτάνει στο «απόγειο», καθώς ο «χαβαλές» γίνεται πολιτιστική αξία και έθιμο οι παντοειδείς εκφράσεις του. Μια κοινωνία αποκομμένη από τις ρίζες της δεν μπορεί να κρατήσει έθιμα και δημιουργεί δικές της καταστάσεις που τις βαφτίζει «έθιμα». Η Καλαμάτα δεν είχε καμία καρναβαλική παράδοση, γεγονός που οδήγησε στην αποτυχία του εγχειρήματος οργάνωσης «αστικού καρναβαλιού» στο μεταίχμιο του 19ου και του 20ού αιώνα. Μετά από έναν αιώνα περίπου το «καρναβάλι» επανήλθε όχι πλέον ως «έθιμο» αλλά ως ένας συνδυασμός διασκέδασης για τους ντόπιους και ατραξιόν για τους επισκέπτες του «τριημέρου». Για να πλαισιώσει «έγχρωμες νύχτες» με ανάλογα πολιτισμικά χαρακτηριστικά αλλά διαφορετικό υπόβαθρο. Πέτυχε στο έδαφος μιας κοινωνικής αντίληψης για τη διασκέδαση που διαμορφώνεται βήμα-βήμα τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς διέθετε υποστηρικτική «επαγγελματική στεφάνη» και την ανάλογη «αισθητική» σχετικά με τον ελεύθερο χρόνο. Αλλά και της πιεστικής ανάγκης του κόσμου να «ξεφύγει» από την ασφυκτική πίεση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, να βρεθεί με άλλους ανθρώπους, να «καταναλώσει» διασκέδαση δωρεάν ή με μικρό κόστος, να «κοινωνικοποιηθεί» στο έδαφος της εντεινόμενης κοινωνικής αποδιοργάνωσης. Το κατά πόσον τέτοιου είδους πρωτοβουλίες έχουν μέλλον δεν μπορεί να προβλεφθεί, εξαρτάται από τις αντοχές στην κόπωση της επανάληψης και στις αντιλήψεις που διαμορφώνονται.
Η Καλαμάτα από άποψης θέσης, πληθυσμιακού μεγέθους και υποδομών διασκέδασης, έχει ήδη κερδίσει υψηλή θέση στον «τουρισμό πόλης» (city break που λέμε στα… νεοελληνικά) και πρωτοβουλίες σαν αυτή του «καρναβαλιού» λειτουργούν υποστηρικτικά. Σε μια χρονική περίοδο ανάμεσα σε μεγάλες γιορτές και «καιρού επιτρέποντος» σημειώνεται η… «έξοδος των μυρίων» από το «κλεινόν άστυ». Όταν μάλιστα υπάρχουν πόλεις με παραδοσιακές καρναβαλικές γιορτές και μπορούν ανταγωνιστικά να προσελκύσουν τον επισκέπτη. Αντιστρόφως όμως η οργάνωση καρναβαλικών εκδηλώσεων σε οποιοδήποτε μέρος δεν σημαίνει ταυτόχρονα και… τουριστικό ρεύμα. Το σημειώνω σε αντιδιαστολή με το καρναβάλι του γενέθλιου τόπου, το Νησιώτικο Καρναβάλι που ήταν και το πρώτο στη Μεσσηνία που υποστηρίχθηκε από τις τοπικές δυνάμεις ως «τουριστικό προϊόν» στις αρχές της δεκαετίας 1960-1970. Τότε αυτή η επιδίωξη (ανεξάρτητα με τις επιπτώσεις της στον ίδιο τον χαρακτήρα του καρναβαλιού) είχε μια ορισμένη λογική, καθώς δεν υπήρχε άλλο «προβεβλημένο» καρναβάλι στην Πελοπόννησο εκτός από αυτό της Πάτρας. Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, αν υπάρξει «ρεύμα» κατευθύνεται εκεί που η πόλη μπορεί να το υποδεχθεί κατ’ αρχήν από την άποψη της διαμονής. Πέραν των ξενοδοχείων, στην Καλαμάτα τα διαμερίσματα που διατίθενται με «βραχυχρόνια μίσθωση» (μέσα από πλατφόρμες όπως η airbnb, η booking και άλλες) και προσφέρονται σε πολύ χαμηλότερες τιμές, προσεγγίζουν τα 1.000. Παράλληλα έχει δημιουργηθεί μια μεγάλη υποδομή διασκέδασης υποστηρικτική (και) του «τουρισμού πόλης», που δίνει πολλές δυνατότητες «κατανάλωσης» του διαθέσιμου χρόνου για τον επισκέπτη.
Ως εκ τούτου ο «καρναβαλικός ανταγωνισμός» δεν μπορεί να είναι στη λογική της «μίμησης» στα πρότυπα διασκέδασης που προσφέρονται από καρναβάλια που εφευρίσκονται για τουριστικούς λόγους. Η διαφορετικότητα του Νησιώτικου Καρναβαλιού και ο παραδοσιακός του χαρακτήρας είναι «το κλειδί» στην υπόθεση της προσέλκυσης επισκεπτών. Η οποία εκ των πραγμάτων θα είναι και μικρής διάρκειας (κατά βάση την Καθαρά Δευτέρα) και σε πολύ μικρότερο «πληθυσμό» επισκεπτών, καθώς από το πρωί της Καθαράς Δευτέρας αρχίζει η «επιστροφή» των εκδρομέων του καρναβαλιού. Είναι η άλλη μεγάλη «αλλαγή» που έχει συντελεστεί στο πέρασμα του χρόνου: Το Νησιώτικο Καρναβάλι καθιερώθηκε να γιορτάζεται την Καθαρά Δευτέρα όχι μόνο γιατί ήδη υπήρχε παράδοση (κρεμάλα και χοροί), αλλά κυρίως γιατί στην εποχή που περνούσε στην «αστική» του μορφή προσπαθούσαν οι Καλαματιανοί να στήσουν την Κυριακή το δικό τους καρναβάλι (κάτι που απέτυχε όπως προαναφέρθηκε). Και η καθιέρωση στηρίχθηκε στα παραδοσιακά του στοιχεία, κατάλοιπα του «αγροτικού» του χαρακτήρα. Ο χρόνος αλλά και οι κοινωνικοί-οικονομικοί παράγοντες μετέβαλαν αυτό το χαρακτήρα του, οι προσαρμογές δεν ήταν στην κατεύθυνση της ενδυνάμωσης των παραδοσιακών χαρακτηριστικών, αλλά υπάρχει ακόμη ένα πολύ σημαντικό στοιχείο: Αποτελεί ένα από τα «αγκωνάρια» της συλλογικής μνήμης λόγω της αδιάλειπτης διεξαγωγής από τους ίδιους τους Νησιώτες όσο και αν οι πολλοί είναι εδώ και πολλές δεκαετίες θεατές.
Ακριβώς αυτό το στοιχείο είναι που τεκμηριώνει τη «διαφορετικότητα» του Νησιώτικου Καρναβαλιού και αυτό είναι που θα πρέπει να ενισχυθεί. Εδώ και χρόνια υποστηρίζω την ανάγκη να ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση ανάμεσα στους ανθρώπους του γενέθλιου τόπου, και κυρίως ανάμεσα στους νέους ανθρώπους, γιατί είναι αυτοί που κυρίως τους αφορά. Οι μεγαλύτεροι ζήσαμε το καρναβάλι σε άλλες εποχές, έχουμε τις δικές μας μνήμες, αλλά ό,τι δεν «βιώνεται» δεν «αναβιώνεται». Ούτε μπορούμε με τις δικές μας μνήμες να αναστήσουμε εκείνο που έχει «πεθάνει» μαζί με την εποχή του. Πρόκειται για μια συζήτηση, στην οποία θα πρέπει να κατατεθούν προτάσεις για ανανέωση, να προταθούν νεωτερισμοί που θα τονώσουν τα παραδοσιακά του χαρακτηριστικά και θα δημιουργήσουν ένα νέο ενδιαφέρον. Το Νησιώτικο Καρναβάλι δεν πρέπει να μπει στη λογική των «αντιγραφών», δεν μπορεί να στηρίζεται σε στοιχεία που «δεν μιλούν» σήμερα στους νέους ανθρώπους, χρειάζεται να γίνει «καινούργιο» με τα υλικά της παράδοσης. Ο ανθρώπινος παράγοντας πάντοτε έπαιξε ρόλο στις αμέτρητες αλλαγές που έχουν συμβεί από τότε που μπορούμε να γνωρίζουμε κάποιες λεπτομέρειες για το Νησιώτικο Καρναβάλι. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που πάντρεψαν τον αγροτικό του χαρακτήρα με «αστικά χαρακτηριστικά», κάτι που ήταν ίσως και ένας τρόπος επιβίωσης στο ημιαστικό περιβάλλον της «νέας πόλης». Εκείνοι που έστησαν πνευματώδη «ανθρώπινα» άρματα πάνω σε κάρα σατιρίζοντας την πολιτική, κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα. Εκείνοι που πρόσθεσαν τον Καρνάβαλο, τον υποδύθηκαν και έγραψαν τους πολλές φορές ανατρεπτικούς λόγους του. Εκείνοι που κράτησαν στα γερά τους χέρια την παράδοση της «κρεμάλας» όταν ήταν ακόμη «κωμικόν παίγνιον» και έπρεπε να σηκώνουν το βάρος ανθρώπων ψηλά στο ικρίωμα. Εκείνοι που κράτησαν την παράδοση των χορευτικών ομίλων με τις ζυγιές. Εκείνοι που άφησαν «αποτυπώματα» με την προσωπική τους παρουσία τα δύσκολα χρόνια. Εκείνοι που «άφησαν εποχές» με παραστάσεις που παραπέμπουν σε θέατρο δρόμου, με «καρναβαλικά μπουλούκια» που είχαν ξεχωριστή και διακριτή παρουσία.
Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι εκείνος που μπορεί να δώσει τα καινούργια στοιχεία, που είναι πάντα αναγκαία για να αναζωογονηθούν το ενδιαφέρον και οι εκδηλώσεις. Το Καρναβάλι στη Νέδουσα διέσωσε τον αρχέγονο χαρακτήρα του, καθώς κρατήθηκε μακριά από τα φώτα και στις καρδιές των ανθρώπων, έγινε γνωστό χάρη στις προσπάθειες των ανθρώπων που το «ανακάλυψαν» και εκείνων που συνέχισαν την παράδοση. Το Καρναβάλι στην Καλαμάτα χτίστηκε με νέα υλικά από αντιγραφή με όσα συμβαίνουν σε όλα τα αστικά καρναβάλια και με τις χωροχρονικές ιδιαιτερότητες. Το Νησιώτικο Καρναβάλι δείχνει μεγάλη αντοχή στο χρόνο, κρατάει την ψυχή του και μπορεί να χαράξει μια νέα πορεία προσαρμοσμένη σε ένα γάμο της παράδοσης με τον νεωτερισμό στο έδαφος της διασκέδασης και της συμμετοχής των ντόπιων ως «πρωταγωνιστών» στο θέαμα. Σε κάθε περίπτωση, καλές και χαρούμενες γιορτές σε όλους!