Δεν γνωρίζω τι ακριβώς σκέφτονται στο Δήμο Καλαμάτας, αλλά αν ρωτήσεις είτε ντόπιο είτε επισκέπτη, το πρώτο που θα σου πει είναι ότι κάθε μέρα που περνάει το πρόβλημα της στάθμευσης είναι όλο και μεγαλύτερο στην πόλη. Και εκείνο που μπορεί να διαπιστώσει κάποιος είναι πως το μόνο πρόβλημα που δεν δείχνει να απασχολεί το δήμο εδώ και χρόνια, είναι ακριβώς αυτό. Για να μην αδικήσω κανέναν, θα έλεγα ότι ακόμη και αν το σκέφτονται κάποιοι, δεν κάνουν τίποτα για να μπουν τα θεμέλια ενός στοιχειώδους σχεδιασμού για την αντιμετώπιση αυτού του κρίσιμου ζητήματος. Και όχι μόνον αυτό, αλλά με επεμβάσεις κοστοβόρες και σε κάποιες περιπτώσεις με μηδενικό όφελος, περιορίζουν όλο και περισσότερο τις θέσεις στάθμευσης στα κρίσιμα σημεία. Το γεγονός ότι κάποιοι κοινόχρηστοι χώροι σε ορισμένα σημεία άλλαξαν χρήση και έγιναν χώροι στάθμευσης, δεν αλλάζει την ουσία της υπόθεσης.
Δεν θα έπρεπε να προκαλεί εντύπωση αν έλεγα ότι η στάθμευση είναι ένα ζήτημα που έχει ηλικία 50+ χρονών. Γιατί πριν το 1970 είχε εντοπιστεί από τη μελέτη Αραβαντινού. Μεταξύ των άλλων, η μελέτη για τη στάθμευση έκανε την πρόβλεψη για την ανάγκη 23.800 θέσεων στάθμευσης μελλοντικά και σημείωνε: “Η στάθμευσις οχημάτων εις τας περιοχάς κατοικίας αντιμετωπίζεται εις την παρούσαν μελέτην τόσον διά των καταλλήλων συντελεστών δομήσεως, όσο και διά της μορφής του δικτύου. Οι όροι δομήσεως δίδουν την δυνατότητα σταθμεύσεως εντός κοινοχρήστων ιδιωτικών χώρων, ιδιαιτέρως εις περιοχάς ηυξημένης πυκνότητας, ενώ η διαμόρφωσις των τοπικών δρόμων επιτρέπει την στάθμευσιν εις ειδικάς λωρίδας επ’ αυτών. Ιδιαίτεραι δυσχέρειαι αναμένεται ότι θα παρουσιασθούν μελλοντικώς εις την περιοχήν του σημερινού κέντρου, όπου οι χώροι κυκλοφορίας οχημάτων είναι ήδη ανεπαρκείς. Διά τον λόγον τούτον θα πρέπει εις τας νέας περιοχάς αναπτύξεως, αι οποία γειτνιάζουν προς το παλαιόν κέντρον, να ληφθή πρόνοια ώστε οι νέοι χώροι σταθμεύσεως να καλύπτουν και μέρος των αναγκών τούτου. Και εις την περίπτωσιν του κέντρου μέρος των υπολογισθεισών αναγκών θα πρέπει να καλυφθή από ιδιωτικούς χώρους ως ιδιωτικά γκαράζ, κεντρικάς αυλάς τετραγώνων, υπόγεια κτηρίων κλπ. αναλόγως προς τας αντιστοίχους δυνατότητας τόσον των ιδιωτικών, όσον και των δημοσίων χώρων”.
Εχουν εξαιρετική σημασία αυτές οι επισημάνσεις, καθώς προβλέπουν το πρόβλημα που θα παρουσιαστεί σε μια εποχή που τα αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα και οι πολυκατοικίες μετριόντουσαν στα δάχτυλα των χεριών. Η επιστημονική «πρόβλεψη» συνοδευόταν με μια λογική δόμησης καθ’ ύψος η οποία έπαιρνε υπόψη της αυτό το γεγονός και έδινε κάποιες κατευθύνσεις. Επίσης προέβλεπε την υπερσυγκέντρωση υπηρεσιών στο κέντρο της πόλης και υποδείκνυε την κατασκευή δύο «κέντρων γειτονιάς», κοντά σε αυτά που έγιναν μετά από 20 χρόνια όταν πλέον όλες οι υπηρεσίας, δημόσιες και ιδιωτικές, είχαν συγκεντρωθεί στο (σημερινό) κέντρο της πόλης. Ταυτόχρονα δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη ισορροπίας ανάμεσα στην καθ’ ύψος δόμηση και τις νέες ανάγκες στάθμευσης με αποτέλεσμα να μην χωράνε πλέον οι δρόμοι παρκαρισμένα ούτε τα αυτοκίνητα των ενοίκων πολυκατοικιών. Η αύξηση των επισκεπτών με την ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης επιβάρυνε ακόμη περισσότερο την κατάσταση και όποιος δεν… προλάβει να πιάσει θέση κοντά στο κέντρο πρέπει να ρίξει… ποδαρόδρομο σε μεγάλη σχετικά απόσταση. Εννοείται βεβαίως ότι δεν έχει μείνει γωνία, γέφυρα, σπιθαμή ασφάλτου που να μην έχει καταληφθεί από τροχοφόρα σε πείσμα κανόνων και… πινακίδων. Οι οποίες τοποθετήθηκαν πριν από… 35 και βάλε χρόνια, με αποτέλεσμα να έχει χαθεί η αξία τους επιφανειακά. Γιατί την διατηρεί σε περιπτώσεις ατυχημάτων που μπορεί να οδηγήσουν σε μπλεξίματα.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχει λύση σε αυτή τη διαμορφωμένη κατάσταση. Και να αρχίσουμε τη διερεύνηση αυτού του θέματος από τους… μαγνήτες, δηλαδή από τα στοιχεία εκείνα που προσελκύουν αυτοκίνητα προς το κέντρο. Πρώτα απ’ όλα είναι… αυτοτελώς η κατοικία και με δεδομένη πλέον την πυκνότητα δόμησης αλλά και την πυκνότητα οίκησης (μόνιμη και προσωρινή) μάλλον οδεύουμε σε ακόμη μεγαλύτερη πίεση καθώς χτίζονται και τα τελευταία αδόμητα οικόπεδα. Μετά είναι οι μεγάλες δημόσιες υπηρεσίες που συγκεντρώνουν ακόμη και χιλιάδες ανθρώπων καθημερινά: Το Διοικητήριο για την ανακαίνιση του οποίου δαπανώνται τεράστια ποσά και άρα κανένας δεν συζητά για απομάκρυνση σε περιοχή έξω από την πόλη και προσβάσιμη τόσο από τον αυτοκινητόδρομο όσο και από το τρένο (αν κάποτε λειτουργήσει). Και τα Δικαστήρια τα οποία παρά τις υποδείξεις την εποχή επιλογής χώρου τοποθετήθηκαν στην «καρδιά» του κέντρου και δίπλα στο Διοικητήριο, με αποτέλεσμα να συρρέουν αμέτρητα αυτοκίνητα (και… Ντάτσουν) τις ημέρες με δικάσιμο. Τις δημόσιες υπηρεσίες ακολουθεί μια μεγάλη στεφάνη επαγγελμάτων «υποστήριξης» των πολιτών που είναι αδύνατον να μετακινηθεί αν δεν μετακινηθούν οι δημόσιες υπηρεσίες. Κοντά σε αυτά έχουν αναπτυχθεί άλλες υπηρεσίες ιδιωτών (τράπεζες, υγεία, φροντιστήρια) τις οποίες κανένας δεν διανοείται να μετακινήσει καθώς πολλές δουλειές γίνονται συνδυαστικά. Φυσικά ο «μεγάλος μαγνήτης» είναι η εμπορική και ψυχαγωγική δραστηριότητα η οποία πυκνώνει διαρκώς καθώς έχει δημιουργηθεί μια «μεγάλη αγορά» παρά το γεγονός ότι ειδικά στην ψυχαγωγία τα καταστήματα ξεφυτρώνουν παντού σαν μανιτάρια. Τελικό συμπέρασμα, οι μαγνήτες παραμένουν αμετακίνητοι με «πυρήνα» τις δημόσιες υπηρεσίες των οποίων η θέση αποτελεί «πολιτική επιλογή» (και ως εκ τούτου είναι ζήτημα θεσμικών αποφάσεων) και «δένει» γύρω του μεγάλο όγκο επαγγελμάτων.
Πάμε ανάποδα λοιπόν να δούμε τι μπορεί να «συγκρατήσει» και να «αποτρέψει» την προσέγγιση των αυτοκινήτων στο κέντρο. Και αυτό γιατί το ενδεχόμενο «ανακούφισης» των πιέσεων με τη δημιουργία χώρων στάθμευσης αποτελεί πλέον «όνειρο θερινής νυκτός»: Η πεισματική άρνηση των δημοτικών παραγόντων να προηγηθεί της ανάπλασης της κεντρικής πλατείας η δημιουργία υπόγειου πάρκινγκ ακύρωσε τον «πυρήνα» αυτής της επιλογής, ενώ τα ελάχιστα οικόπεδα που απομένουν μετατρέπονται σταδιακά σε… ιδιωτικά πάρκινγκ με ενοίκιο. Η «συγκράτηση» δεν μπορεί παρά να γίνει με τη δημιουργία μεγάλων χώρων στάθμευσης της περιφέρεια της πόλης και πριν την είσοδο στο πολεοδομικό συγκρότημα. Διαθέσιμος δημόσιος χώρος υπάρχει μόνον μια περιοχή, και αυτή είναι βορείως της Κεντρικής Αγοράς που βρίσκεται ακριβώς στην είσοδο της πόλης από τον περιφερειακό. Είναι σε απόσταση πεζού από το ιστορικό κέντρο και σε απόσταση… περιπάτου από το κέντρο. Παρ’ όλα αυτά παραμένει αναξιοποίητο ακόμη και το μεγάλο πάρκινγκ της υπαίθριας αγοράς και δεν υπάρχει λογική «αποκέντρωσης της στάθμευσης». Φυσικά δεν υπάρχει ούτε συζήτηση, ούτε αναζήτηση χώρων για δημιουργία περιφερειακών πάρκινγκ στην πόλη. Μας μένει επομένως η «αποτροπή» προσέγγισης αυτοκινήτων στο κέντρο που συνίσταται στην διεύρυνση της ελεγχόμενης στάθμευσης κάτι το οποίο προσκρούει στο γεγονός ότι συνυπάρχει κατοικία και ιδιωτική εμπορική-επαγγελματική δραστηριότητα.
Και απομένει η «διευκόλυνση» της μετακίνησης προς το κέντρο της πόλης που έχει να κάνει με τα μέσα μαζικής μεταφοράς: Αστική και προαστιακή συγκοινωνία. Αστική συγκοινωνία σημαίνει πυκνότητα, ταχύτητα και οικονομία. Μια συνύπαρξη εξαιρετικά δύσκολη καθώς προϋποθέτει ελεύθερες λεωφορειολωρίδες, εξακτίνωση εξυπηρέτησης και επιδότηση της δημόσιας συγκοινωνίας. Προαστιακή συγκοινωνία σημαίνει τρένο σε επαρκή και στοχευμένα δρομολόγια κατά μήκος της υπάρχουσας γραμμής που φέρνει τον επιβάτη στην καρδιά της πόλης. Κάτι που σημαίνει επενδύσεις και χρηματοδοτήσεις, προγράμματα που δεν φαίνονται στον ορίζοντα.
Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να περιγράψουμε σήμερα το πρόβλημα για να επανέλθουμε στο ερώτημα «αν υπάρχει λύση». Λύσεις υπάρχουν και πολλές αλλά απαιτούν σχέδιο, συγκρούσεις συμφερόντων, αντιδημοφιλή μέτρα και γενναίες χρηματοδοτήσεις. Και επειδή το «σχέδιο» προσδιορίζει και τα υπόλοιπα, ας ξεκινήσουν οι αρμόδιοι του δήμου τη συζήτηση για την εκπόνηση ενός ριζοσπαστικού σχεδίου αντιμετώπισης ενός προβλήματος που οξύνεται διαρκώς. Γεγονός που έχει να κάνει και με συνεχείς παρεμβάσεις σε διάφορα σημεία της πόλης που στερούν θέσεις στάθμευσης ακόμη και από κατοίκους διαφόρων περιοχών, χωρίς ταυτόχρονα να εξασφαλίζονται αντίστοιχες θέσεις με μια ορισμένη εγγύτητα. Καιρός να δούμε λοιπόν αν η αλλαγή προσώπων σημαίνει και αλλαγή δημοτικής διαχείρισης ή θα συνεχιστεί η λογική «ό, τι προκύψει»….