Οι δύο μύλοι (Ευαγγελίστρια, Φεραδούρου-Αποστολάκη), οι εγκαταστάσεις της Βιομηχανίας Οίνων και Οινοπνευμάτων (Ζαν και Ρος), το σαπωνοποιείο-ελαιουργείο-παγοποιείο Λιναρδάκη/Στρούμπου, οι αποθήκες συσκευασίας σύκων και σταφίδας, οι υποστηρικτικές βιοτεχνίες και ακόμη ο «Ολυμπος», το μηχανοστάσιο του ΟΣΕ, η Ηλεκτρική Εταιρεία, το μηχανοστάσιο του τραμ και ό,τι άλλο ξεχνάμε. Μια σύντομη περιγραφή του χώρου και των μονάδων που κατασκευάζονταν και πολλά χρόνια αργότερα (όπως το εργοστάσιο της Συκικής) είναι αρκετή για να καταδείξει την αξία αυτού του χώρου ο οποίος για λόγους ευνόητους συγκέντρωσε όλη την παραγωγική δραστηριότητα.
Η κατασκευή του λιμανιού και του σιδηροδρόμου την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα δημιούργησε έναν τεράστιο μεταφορικό κόμβο για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Οι επιχειρηματίες έσπευσαν να αξιοποιήσουν τις σημαντικές αυτές υποδομές με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια ευρεία ζώνη που εκτεινόταν λίγο νοτιότερα από την πλατεία μέχρι το λιμάνι και από τις δύο πλευρές της σιδηροδρομικής γραμμής. Αν σκεφθεί κάποιος ότι η «Ζαν και Ρος» έφθανε από τις γραμμές του τρένου μέχρι τη Φαρών, μπορεί να αντιληφθεί τι είδους δραστηριότητα είχε αναπτυχθεί.
Ασφαλώς και δεν άλλαξε χαρακτήρα η στήλη, αλλά ολίγη ιστορία (και λειψή αφού περιγράφει εν συντομία μόνον την παραγωγική-μεταποιητική δραστηριότητα) είναι αναγκαία για μια γέφυρα με ένα θέμα το οποίο, όλως παραδόξως, έχει υποβαθμιστεί στη δημόσια συζήτηση σχετικά με την Καλαμάτα. Και αυτό δεν είναι άλλο από την πλήρη απουσία φροντίδας για την προστασία της βιομηχανικής κληρονομιάς. Και δεν είναι μόνον τα κτήρια -για τα οποία θα επανέλθουμε- αλλά και ένα πλήθος από μηχανήματα και εργαλεία τα οποία βρίσκονταν μέσα σε αυτά, αλλά είτε εγκαταλείφθηκαν σε κάποιες αποθήκες, είτε λεηλατήθηκαν μέσα στα ερειπωμένα κτήρια, είτε (ολίγα) έφθασαν σε μουσειακούς χώρους.
Αίφνης ο δήμος αγόρασε το σαπωνοποιείο-παγοποιείο Λιναρδάκη/Στρούμπου σε μέρος του οποίου οικοδομήθηκε το 1ο Λύκειο (οδός Λυκούργου). Κάποιοι φίλοι έλεγαν τότε πως το παγοποιείο ήταν σε άριστη κατάσταση, πλην όμως τα μηχανήματα πήγαν σε κάποια αποθήκη με άγνωστη τύχη. Σημαντικά για τη βιομηχανική κληρονομιά ήταν και στοιχεία από το πυρηνελαιουργείο Λιναρδάκη (πρώην Σταματελάκη) στην Αρτέμιδος, που κατέληξε στο δήμο για να κατασκευαστεί εκεί το Μέγαρο Χορού. Κάποια ίσως πήγαν στο Μουσείο Ελιάς της Σπάρτης, τα περισσότερα οδηγήθηκαν επίσης σε αποθήκες. Και αναρωτιέται κανένας αν στο δήμο -του οποίου ήταν και περιουσία- υπάρχει πλήρης καταγραφή των στοιχείων που αποξηλώθηκαν και πού βρίσκονται όσα βιομηχανικά στοιχεία σώθηκαν.
Η ιστορία του Μεγάρου Χορού συζητήθηκε, θα συζητιέται για πολλά χρόνια και για διάφορους λόγους. Στο εν λόγω σημείωμα το ενδιαφέρον περιορίζεται στο γεγονός ότι, για λόγους οι οποίοι ουδέποτε εξηγήθηκαν επαρκώς, δεν κρατήθηκε κανένα στοιχείο του παλιού συγκροτήματος. Μόνον οι φούρνοι που έπεφταν μακριά, αλλά κανένας δεν φρόντισε για την ανάδειξή τους παρά το γεγονός ότι δαπανήθηκαν τεράστια ποσά για να κατασκευαστεί το κτήριο. Παραδόθηκαν στην εγκατάλειψη, όσοι περνούν και δεν γνωρίζουν μάλλον νομίζουν ότι πρόκειται για τίποτα ξεχασμένες μάντρες, ενώ είναι πολύ πιθανόν να έχουν χαθεί κάποια από τα «κινητά» (για την ακρίβεια αποκολλώμενα) στοιχεία τους. Κάτι τέτοιο έχει γίνει άλλωστε στο Μουσείο Σιδηροδρόμων όπου στο τέλος έμειναν τα κουφάρια - καθώς πέρα από τις όποιες φθορές λεηλατήθηκαν οι συρμοί, οι ατμομηχανές, ακόμη και οι δρεζίνες, και χάθηκαν πολύτιμα αντικείμενα. Και αν αυτά έγιναν σε δημοτική περιουσία για την οποία υποτίθεται ότι υπήρχε ενδιαφέρον, μπορεί ο καθένας να φαντασθεί τι έχει γίνει σε περιπτώσεις ιδιωτικών κτηρίων για τα οποία δεν επιδείχθηκε -για διάφορους λόγους- κανένα ενδιαφέρον από τους ιδιοκτήτες.
Από τον μεγάλο κτηριακό πλούτο απομένουν πλέον ελάχιστα δείγματα της «βιομηχανικής εποχής» στην Καλαμάτα. Και ίσως δεν υπάρχει κανένα από αυτά που να μην χρησιμοποιείται απλώς ως «περιτύλιγμα» άδειο από τα βασικά του στοιχεία και τον βιομηχανικό του χαρακτήρα.
Θα μπορούσε να διασωθεί ένα μέρος τουλάχιστον αυτής της κληρονομιάς; Μετά βεβαιότητος, η απάντηση είναι «ναι», αν είχε επιδειχθεί γι' αυτά τα κτήρια το ανάλογο ενδιαφέρον που έδειξαν ο δήμος και η Πολιτεία για τις κατοικίες της περιόδου που ταυτίζεται με τη φάση του αστικού εκσυγχρονισμού στην πόλη και την οικονομία της. Είναι κάτι το οποίο διαπιστώνει ασφαλώς κάποιος εκ των υστέρων μιας και την εποχή που χαράσσονταν πολιτικές, το κεφάλαιο αυτό ήταν εκτός συζήτησης. Με μια εξαίρεση: Το παλιό κτήριο της καπνοβιομηχανίας «Καρέλια» που καταλαμβάνει ένα τετράγωνο και χαρακτηρίστηκε μετά τους σεισμούς ως χώρος για φοιτητική εστία, με αποτέλεσμα να υπάρξει δέσμευση για πολλές δεκαετίες. Εξ όσων έχουν διαρρεύσει, παλαιότερα είχε γίνει πρόταση στο Δήμο Καλαμάτας από τους ιδιοκτήτες ώστε να αξιοποιηθεί το κτήριο για την ανάπτυξη πολιτιστικών χρήσεων, υπήρχαν μάλιστα και κάποια προσχέδια. Για λόγους που δεν γνωρίζουμε η συζήτηση δεν έδωσε κάποια αποτελέσματα, και κατά έναν τρόπο χάθηκε η ευκαιρία να δημιουργηθεί ένας χώρος (και) για τη βιομηχανική ιστορία της πόλης.
Εν μέσω κρίσης ίσως κάποια πράγματα φαντάζουν «πολυτέλειες». Θεωρώ όμως ότι στη δημόσια συζήτηση για το μέλλον της πόλης έχουν θέση ακόμη και «πολυτελή» εκ πρώτης όψεως πράγματα. Γιατί ούτε η Ιστορία είναι πολυτέλεια ούτε, πολύ περισσότερο, η ανάδειξή της στο πλαίσιο της προσπάθειας προσέλκυσης επισκεπτών αλλά και δραστηριοτήτων. Η συζήτηση είναι αναγκαία και ακόμη περισσότερο η κατάθεση ιδεών για ένα τόσο σημαντικό κεφάλαιο. Το οποίο δεν έχει κλείσει, καθώς και κτήρια υπάρχουν αλλά και «υλικές μνήμες» της βιομηχανικής εποχής.
Υ.Γ. 1: Κάποτε είχε ανοίξει μια συζήτηση για Μουσείο Ελιάς στο ελαιουργείο Σπυρίδη που απαλλοτριώθηκε αλλά κατεδαφίστηκε για να «ανοίξει» η είσοδος του Κάστρου.
Υ.Γ. 2: Πολύ παλαιότερα είχε γίνει συζήτηση για την αγορά ενός ταμπάκικου (βυρσοδεψείου) στη Δυτική Παραλία και είχαν προχωρήσει οι συζητήσεις. Τι έγινε τελικά;
Δεκαετία του 1960, με το φακό του Χρήστου Αλειφέρη: Η παραγωγική Μεσσηνία παρούσα στο λιμάνι της Καλαμάτας που διατηρούσε ακόμη τον εμπορικό του χαρακτήρα. Η Συκική ετοιμάζει φορτίο για εξαγωγή με την μεταφορά των κιβωτίων στο πλοίο, με τη βοήθεια μαούνας. Στο βάθος της εικόνας ο μύλος, οι αποθήκες συσκευασίας τοπικών προϊόντων, μια «βιομηχανική περιοχή». (Η φωτογραφία είναι από το λεύκωμα των ΓΑΚ Μεσσηνίας Αν. Μηλίτση-Νίκα, Στ. Βερράρου «Η Καλαμάτα με το φακό του Χρήστου Αλειφέρη 1937-1974, σελ. 176)