Η κατάσταση που διαμορφώνεται φέτος στην αγορά του ελαιόλαδου είναι ενδεικτική των συνεπειών της κρίσης και προειδοποιεί για τα χειρότερα αν δεν συγκροτηθεί πολιτική που θα δίνει διέξοδο στη διάθεση του προϊόντος με τιμές σε υψηλότερα επίπεδα.
Το πρώτο ζήτημα που θα πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι πως το ελαιόλαδο θα πρέπει να αντέξει την πίεση της κρίσης στην εσωτερική αγορά. Η πίεση έχει ήδη αρχίσει να εκδηλώνεται από πέρυσι με έντονο τρόπο και το εισπράττουν οι παραγωγοί από τη σημαντική μείωση την οποία εμφανίζουν και οι πωλήσεις με τενεκέ. Η μείωση αυτή δεν προκύπτει μόνον από ανθρώπους που αντιμετωπίζουν πλέον πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αλλά και από εκείνους που μπορούν ακόμη να καταναλώνουν. Ο φόβος για το χειρότερο... κρατάει το χέρι, και αυτό συνειδητοποιείται πλέον καθημερινά.
Για να αντέξει την πίεση της οικονομικής κρίσης στην εσωτερική αγορά το ελαιόλαδο, θα πρέπει να φτάσει στον καταναλωτή σε προσιτή τιμή. Σχετική έννοια βεβαίως, αλλά πρωτίστως σημαίνει ότι πρέπει να εφαρμοστούν μέτρα αποτροπής των "εναρμονισμένων πρακτικών" που ακολουθούν τα καρτέλ και οι αλυσίδες, εκτινάσσοντας τις τιμές του προϊόντος. Πρόκειται για ένα θέμα το οποίο απασχολεί εδώ και πολλά χρόνια παραγωγούς και καταναλωτές, έχουν δοθεί άπειρες υποσχέσεις αλλά το θέμα περνάει από κυβέρνηση σε κυβέρνηση χωρίς όμως να γίνεται τίποτε. Η απάντηση των καταναλωτών με μορφές "κοινωνικής οικονομίας", όπως η αγορά προϊόντων χωρίς μεσάζοντες, αποτελεί ένα ενθαρρυντικό στοιχείο στην κατεύθυνση αυτή, αλλά είναι ακόμη σε εμβρυϊκή κατάσταση και ενέχει κινδύνους, στο βαθμό που κάποιοι συνεταιρισμοί προσπαθήσουν να ξεφορτωθούν αποθέματα από το "δικαίωμα" που έχουν στις αποθήκες. Ως αποτέλεσμα πιέζονται οι τιμές παραγωγού σε πολύ χαμηλά επίπεδα και δημιουργούνται ερωτηματικά για το αν η διακίνηση γίνεται με παραστατικά - και κατά συνέπεια αν η τελική τιμή περιλαμβάνει το κόστος τυποποίησης, μεταφοράς και φορολογίας.
Τα παραδοσιακά δίκτυα των παραγωγών μπορεί και πρέπει να διευρυνθούν με την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, αλλά κάτι τέτοιο προϋποθέτει γνώση, διαφορετική οργάνωση, συνέργειες ανθρώπων της πόλης και του χωριού αλλά και εγγυήσεις για την ποιότητα του προωθούμενου προϊόντος. Είναι μια μορφή που μπορεί να διευρυνθεί δυναμικά και εδώ οι νεότερες γενιές έχουν τον δικό τους λόγο.
Δίκτυα οφείλουν να δημιουργήσουν από την άλλη πλευρά και οι συνεταιριστικές οργανώσεις, συνδυάζοντας οργανωμένα παραδοσιακές μορφές όπως είναι η διακίνηση πόρτα πόρτα ή οι ανταλλαγές προϊόντων μέσω άλλων συνεταιρισμών, με σύγχρονες εμπορικές, αναλόγως του μεγέθους. Αν οι οργανώσεις δεν επιχειρήσουν να προωθήσουν στην αγορά τυποποιημένο προϊόν σε "λογική" τιμή, δεν μπορούν να ζητούν γενικώς και αορίστως να το κάνουν κάποιοι άλλοι. Το πρόβλημα είναι να παρακάμψουν τα δίκτυα διανομής και τα… μπαξίσια για να ανέβει το μπουκάλι στο ράφι, να φτάσουν με λιγότερους ενδιάμεσους στους καταναλωτές. Εξαιρετική ήταν η ιδέα συνεταιριστικής οργάνωσης η οποία πωλεί το ελαιόλαδο σε πεντόκιλη συσκευασία επί της οποίας αναγράφονται αναλυτικά οι συντελεστές κόστους και γνωρίζει ο καθένας πόσο εισπράττει ο παραγωγός και πού αλλού πηγαίνουν τα χρήματα που δίνει. Το οποίο διατίθεται σε ειδικά σημεία σε όλη την Ελλάδα σε πολύ χαμηλότερη τιμή από το σούπερ μάρκετ.
Η ανάγκη στήριξης της αγοράς ελαιόλαδου στο εσωτερικό της χώρας δεν έχει να κάνει μόνο με την κρίση, αλλά και με την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών που συντελέστηκε σταθερά όλα τα χρόνια που πέρασαν. Την ώρα κατά την οποία παγκοσμίως "πουλάει" η μεσογειακή διατροφή, στην Ελλάδα θα πρέπει να γίνει προσπάθεια να πιάσουμε και πάλι το νήμα από την αρχή. Και αυτό δεν μπορεί παρά να γίνει από το σχολείο. Το παράδειγμα των Ισπανών που έφτιαξαν ειδικά κινούμενα σχέδια για να πείσουν ότι το ελαιόλαδο είναι "χυμός" και θα πρέπει έτσι να το αντιλαμβάνονται τα νέα παιδιά, είναι ενδεικτικό του προσανατολισμού που έχουν προκειμένου να διατεθούν οι τεράστιες ποσότητες που παράγονται.
Και φυσικά υπάρχει το τεράστιο πρόβλημα με τους χώρους εστίασης όπου το ελαιόλαδο σε πάρα πολλές περιπτώσεις είναι… είδος πολυτελείας. Και το ακόμη χειρότερο είναι το πλασάρισμα ως ελαιόλαδου προϊόντων τα οποία καμία σχέση δεν έχουν με αυτό και στην ουσία το δυσφημούν. Αυταπάτες δεν μπορεί να έχει κάποιος εν μέσω κρίσης, ότι μπορεί να ανατραπεί πλήρως αυτή η υπόθεση, όμως είναι πολύ σοβαρή για να την αφήσει στην καλή διάθεση του οποιουδήποτε, ειδικά στις ελαιοκομικές περιοχές.
Ολα αυτά θα πρέπει να υποστηριχθούν επικοινωνιακά με μια μεγάλη καμπάνια για το ελαιόλαδο, τόσο κεντρικά όσο και στοχευμένα σε περιοχές που δεν παράγουν ελαιόλαδο κι έχουν μεγαλύτερα περιθώρια διεύρυνσης της κατανάλωσης.
Η εσωτερική κατανάλωση ελαιόλαδου είναι μεγάλο στοίχημα που θα πρέπει να κερδίσουν οι ελαιοπαραγωγοί και οι οργανώσεις τους. Δεν πρόκειται για λογική εσωστρέφειας, αλλά προϋπόθεση για να "θωρακιστεί" από τη μια πλευρά η ελληνική παραγωγή και από την άλλη να μειωθεί η πίεση που ασκείται για να διατεθεί η παραγωγή κοψοχρονιάς. Δεν είναι το μοναδικό μέτωπο που πρέπει να ανοίξει, είναι όμως σημαντικό και το "άλφα" σε οποιοδήποτε σχέδιο.