Τόσο γιατί αποτελεί βασικό προϊόν για τις οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου, όσο και γιατί είναι σε διαρκή ανταγωνισμό με άλλα φυτικά έλαια, πίσω από τα οποία βρίσκονται μεγάλα εμπορικά και βιομηχανικά συμφέροντα.
Ως εκ τούτου οι πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στη "ναυαρχίδα" των αγορών, το "Bloomberg", έχουν τη δική τους σημασία για τις τάσεις που διαμορφώνονται πλέον στην κατανάλωση και οι οποίες επηρεάζουν και το μέλλον του προϊόντος. Γράφει λοιπόν το πρακτορείο για τα θέματα αυτά:
«Οι τιμές του ελαιόλαδου έχουν μειωθεί περισσότερο από το αναμενόμενο τις τελευταίες εβδομάδες αφού οι καταναλωτές στην Ισπανία και την Ιταλία έχουν δραστικά περιορίσει την χρήση του αντιδρώντας στη μικρή ποσότητα και τις υψηλές τιμές, όπως αναφέρει το "World Oil". Οι καταναλωτές στην Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα, τις κυριότερες καταναλώτριες χώρες του κόσμου σε ελαιόλαδο, στράφηκαν σε φθηνότερα φυτικά έλαια, καθώς αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση, αύξηση της ανεργίας και μείωση διαθέσιμου εισοδήματος, αναφέρει σχετική γερμανική έκθεση.
Οι τιμές του ισπανικού ελαιόλαδου αναμένονταν να είναι τον Ιούλιο περί τα 3.560 δολάρια ο μετρικός τόνος κατά μέσο όρο -κάτω από τα 3.706 που ήταν τον Ιούνιο- το οποίο αποτελεί το χαμηλότερο επίπεδο του τρέχοντος έτους, όπως έγραψε το "World Oil". Η στροφή προς φθηνότερα έλαια είναι πρωτοφανής και έρχεται σε αντίθεση με την περίοδο 2005-06, τότε που ακόμα και με τιμές τόσο υψηλές όσο 5.000 δολάρια ανά τόνο υπήρξε μόνο μερική πτώση στην κατανάλωση ελαιόλαδου σε Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα.
“Αυτή η σεζόν είναι διαφορετική και η εγχώρια κατανάλωση σε ηλιέλαιο, αραβοσιτέλαιο και φοινικέλαιο έχει αυξηθεί” γράφει το "Oil World". “Λόγω της πτώσης ακόμα και της στοιχειώδους ζήτησης, η τιμή του ισπανικού παρθένου ελαιόλαδου είναι απίθανο να φθάσει ή να υπερβεί τα 4.000 δολάρια, κάτι που αρχικά αναμενόταν να συμβεί κατά τη διάρκεια αυτής της σεζόν”.
Η κατανάλωση ελαιόλαδου στην Ευρωπαϊκή Ενωση προβλέπεται να υποχωρήσει στην πρωτοφανή ποσότητα των 270.000 τόνων -ή 13%- από το 1,74 εκατομμύριο τόνους κατά την περίοδο μέχρι το Σεπτέμβριο του 2013, έγραψε το "Oil World".
Η τιμή τού προς παράδοση ελαιόλαδου για το Σεπτέμβριο έχει κατρακυλήσει κατά 19% φέτος, στα 2.240 ευρώ ο τόνος, στο Mercado de Futuros del Aceite de Oliva της Χαέν στην Ισπανία, τη χαμηλότερη τιμή για την εν λόγω σύμβαση από πέρυσι τον Αύγουστο. Επιπρόσθετα της περιορισμένης ζήτησης, οι τιμές συμπιέζονται και λόγω των μεγαλύτερων εξαγωγών από την Τυνησία, το Μαρόκο και την Τουρκία, σύμφωνα με την ίδια έκθεση. Οι τιμές για το μήνα Ιούλιο εξακολουθούν να είναι περίπου 17% πάνω από τη μέση τιμή 10ετίας, αναφέρει το "Oil World".
Η παγκόσμια παραγωγή ελαιόλαδου από σύνθλιψη προβλέπεται να ανέλθει σε 2,46 εκατομμύρια τόνους, λιγότερη από τα 3,44 εκατομμύρια τόνους το 2011-12, σύμφωνα με το "World Oil". Η ξηρασία στην Ισπανία έχει μειώσει την παραγωγή σε 614.000 τόνους από 1,6 εκατομμύρια τόνους, προσθέτει. Η παραγωγή ελαιόλαδου μπορεί να ανέλθει σε 3,3 εκατομμύρια τόνους το 2013-14, μετά την αναμενόμενη ανάκαμψη στην Ισπανία, προβλέπει το "Oil World".
“Είναι πιθανό ότι οι τιμές του ελαιόλαδου θα ανακάμψουν κατά το υπόλοιπο της σεζόν, λόγω των περιορισμένων αποθεμάτων πριν αυτά καλυφθούν από τη νέα συγκομιδή” εκτιμά ο ερευνητής: “Η μικρή ποσότητα των μεταφερόμενων από φέτος αποθεμάτων θα περιορίσει την ανάκαμψη του παγκόσμιου εφοδιασμού σε ελαιόλαδο την επόμενη σεζόν”».
Τα στοιχεία που παρατίθενται τεκμηριώνουν με το δικό τους τρόπο την εκτίμηση που έχουμε κάνει από την αρχή της κρίσης: Οταν το συντριπτικό ποσοστό του ελαιόλαδου καταναλώνεται στις χώρες όπου παράγεται, το προϊόν κινδυνεύει να πέσει θύμα της με ανυπολόγιστες επιπτώσεις. Μπορεί η τιμή να ανεβοκατεβαίνει αναλόγως της παραγωγής, όμως ήδη αυτή είναι σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα. Ενώ αναλόγως του αιτίου την ώρα που ανεβαίνει οι τιμή επειδή υπάρχει μειωμένη παραγωγή, μεγάλα τμήματα αγροτών έχουν πληγεί.
Ως εκ τούτου το μεγάλο πρόβλημα, όπως έχουμε εντοπίσει εδώ και πολλά χρόνια, είναι η σταθεροποίηση και διεύρυνση της κατανάλωσης στην εσωτερική αγορά. Με δεδομένο το βάθος της οικονομικής κρίσης, το κύριο ζήτημα είναι να σπάσει το καρτέλ που διαμορφώνει υψηλές τιμές στο ράφι, κάνοντας πλέον απαγορευτικές τις αγορές για μεγάλα τμήματα των καταναλωτών.
Παράλληλα θα πρέπει να παρθούν μέτρα προστασίας των καταναλωτών από υποβαθμισμένα, νοθευμένα ή και "μαϊμού" ελαιόλαδα που προσφέρονται σε μικρότερες τιμές και ξεγελούν τους καταναλωτές, αποσπώντας και μερίδιο της αγοράς. Το φαινόμενο αυτό μάλιστα δεν έχει να κάνει μόνο με το χύμα ελαιόλαδο, αλλά και με τυποποιημένα που είναι στην πραγματικότητα ελαττωματικά. Και φυσικά, το τρίτο στοιχείο μιας πολιτικής προστασίας της κατανάλωσης ελαιόλαδου είναι η εκπαίδευση των νεότερων γενιών, αρχής γενομένης από το ίδιο το σχολείο.
Ηλίας Μπιτσάνης