Ετσι η επιχείρηση “οφείλει” να προβάλλει μεταξύ άλλων ότι τα προϊόντα της είναι τοπικά ώστε να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της. Ουσιαστικά διαφημίζοντας την εντοπιότητα των προϊόντων η επιχείρηση -όταν δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις τιμές των ξένων- απευθύνεται κυρίως στο συναίσθημα των καταναλωτών ώστε οι τελευταίοι να αποφασίσουν τελικώς με γνώμονα όχι μόνο το βραχυπρόθεσμο ατομικό τους συμφέρον αλλά και το γενικότερο καλό της τοπικής κοινωνίας.
Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι όταν η τσέπη είναι γεμάτη, ο καταναλωτής δεν θα δυσκολευτεί να πληρώσει και λίγα χρήματα παραπάνω για να απολαύσει τοπικά προϊόντα που είναι ακριβότερα από τα ξένα. Γι' αυτό στην εποχή των παχιών αγελάδων επιβιώνουν πολλές τοπικές επιχειρήσεις που δεν έχουν καταφέρει να συμπιέσουν το κόστος παραγωγής τους όσο οι ξένοι ανταγωνιστές. Γι' αυτό επίσης τα υψηλά εισοδήματα καταναλώνουν συνήθως περισσότερα τοπικά προϊόντα από τα χαμηλότερα εισοδήματα. Η κατάσταση αρχίζει να δυσκολεύει στην τοπική αγορά για τις επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα με υψηλότερο κόστος από τους ξένους ανταγωνιστές, όταν σε περιόδους ισχνών αγελάδων όπως η σημερινή μειώνεται το εισόδημα των καταναλωτών. Τότε ο άνεργος και ο χαμηλόμισθος μετρούν και το τελευταίο λεπτό καθώς πρέπει με το περιορισμένο εισόδημά τους να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Σε αυτή την περίπτωση το πατριωτικό συναίσθημα συνήθως πάει… περίπατο και ο καταναλωτής αγοράζει με μοναδικό κριτήριο την τιμή μέχρι να εκλεγεί σε κάποια οικονομική υπερδύναμη ένας πρόεδρος σαν τον Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος θα εφαρμόσει προστατευτικά μέτρα για τα εθνικά προϊόντα ανοίγοντας τον κύκλο του προστατευτισμού, που δεν αποκλείεται να φτάσει ως την στήριξη των τοπικών προϊόντών ενός νομού ή μιας πόλης.
Για τα υπέρ και τα κατά τόσο του προστατευτισμού όσο και του ελεύθερου εμπορίου έχει χυθεί πολύ μελάνι και δυστυχώς ακόμα περισσότερο αίμα καθώς η ανθρωπότητα δεν θέλει να συνειδητοποιήσει ότι οι δυο αυτοί κύκλοι θα διαδέχονται ο ένας τον άλλο όταν τα αδιέξοδα του προστατευτισμού θα οδηγούν αναπόφευκτα στο ελεύθερο εμπόριο και αντίστροφα. Σε κάθε περίπτωση όμως και ανεξάρτητα με το αν διαφωνεί κάποιος με το ελεύθερο εμπόριο ή τα προστατευτικά μέτρα, η παρότρυνση για αγορά τοπικών προϊόντων αντί φθηνότερων ξένων, ουσιαστικά απευθύνεται μόνο στους καταναλωτές και όχι στις επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, αν η επιχείρηση αγοράσει ακριβές τοπικές πρώτες ύλες δεν θα μπορέσει να ανταγωνιστεί τις ξένες που αγοράζουν φθηνότερες και αναπόφευκτα μακροπρόθεσμα θα οδηγηθεί εκτός αγοράς. Δυστυχώς και σε αντίθεση με τον καταναλωτή που όταν το επιτρέπει το εισόδημά του μπορεί να στηρίζει την τοπική αγορά, ο επιχειρηματίας δεν μπορεί να λειτουργήσει συναισθηματικά γιατί ο ανταγωνισμός είναι αμείλικτος και μια αύξηση του κόστους ειδικά σε περιόδους ύφεσης μπορεί να αποδειχτεί καταστροφική. Με απλά λόγια: Ο καταναλωτής με χαμηλό εισόδημα και ο επιχειρηματίας που αγωνιά για την συγκράτηση του κόστους σε ανταγωνιστικά επίπεδα δεν διακατέχονται από αντιπατριωτικά συναισθήματα όταν αναγκάζονται να αγοράσουν ξένα φθηνότερα προϊόντα αντί να προτιμήσουν τα ακριβότερα τοπικά. Ομοίως δεν έχει λιγότερο πατριωτικά αισθήματα ο αγρότης που απασχολεί στην ελαιοσυγκομιδή φθηνούς ξένους εργάτες επειδή αν πληρώσει μεροκάματα σε Ελληνες θα έχει ζημιές και θα σταματήσει την παραγωγή.
Συμπέρασμα: Η οικονομία είναι πιο περίπλοκη από όσο θέλουν να την παρουσιάσουν όσοι υπόσχονται μαγικές λύσεις και σίγουρα τα οικονομικά προβλήματα δεν λύνονται με παροτρύνσεις και προτροπές. Αντιθέτως λύνονται όταν εντοπίσουμε τις αιτίες που τα προκαλούν και κάνουμε τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για να παράγουμε ανταγωνιστικά προϊόντα. Και όπως όλοι ξέρουμε, ανταγωνιστικά δεν είναι μόνο τα φθηνά τα προϊόντα γιατί τότε κανένας δεν θα αγόραζε iPhone.
Θανάσης Λαγός
Εmail: lathanasis@yahoo.gr