Γι’ αυτό άλλωστε το 99% των όποιων παρεμβάσεων και έργων έχουν γίνει διαχρονικά από τις εκάστοτε δημοτικές αρχές, εστιάζονται στο κέντρο και σε κάποιες περιμετρικές συνοικίες, στα μεσόγεια πάντα.
Οι Καλαματιανοί, στη μεγαλύτερη πλειονότητά τους, θυμούνται τη θάλασσα στα νότια της πόλης, όταν ξεκινά το καλοκαιράκι. Η παραλία -με την εξαίρεση, βεβαίως όσων έχουν γεννηθεί σε αυτήν- παραμένει ξεχασμένη και χωρίς καμία φροντίδα από τις δημοτικές αρχές, παρά τις πομπώδεις ανακοινώσεις που επαναλαμβάνονται κατά καιρούς για “έργα ανάπτυξης” της περιοχής. Ετσι έχουμε το φαινόμενο η παραλία της Καλαμάτας -αυτή που βλέπουμε στα διαφημιστικά τουριστικά σποτ με την απέραντη αμμουδιά στα “πόδια” του Ταϋγέτου και τη γαλάζια θάλασσα να στραφταλίζει στον ήλιο- να γίνεται κάθε καλοκαίρι ένας θορυβώδης χώρος και ένα “διάμεσο” προς άλλους προορισμούς ανατολικά της πόλης και η ίδια περιοχή κάθε χειμώνα να μένει έρημη και βουβή.
Αλλες παραλιακές πόλεις έχουν αξιοποιήσει ακριβώς αυτό το προτέρημα, τη θάλασσα και την παραλία τους, αναδεικνύοντάς τα μέσα από έξυπνες κινήσεις, όπως μερικές ή και καθ’ ολοκληρία πεζοδρομήσεις των παράλληλων στη θάλασσα δρόμων, λειτουργία στις περιοχές αυτές δημοτικών υπηρεσιών, φιλικά προς το περιβάλλον μέσα μεταφοράς, αλλά και κίνητρα για τους ιδιώτες επαγγελματίες, όπως και εξ αρχής ξεκαθάρισμα των κανόνων λειτουργίας των μαγαζιών τους.
Ας δοκιμάσει ο νέος δήμαρχος να καθίσει ένα μεσημέρι -για μια μπίρα βρε αδερφέ, που λέει ο λόγος- σε κάποιο από τα καταστήματα της Ναυαρίνου, μεταξύ της Φαρών και της εκκλησίας της Ανάστασης. Είναι ζήτημα αν θα μπορέσει να αλλάξει δύο κουβέντες με κάποιον άνθρωπο εξαιτίας της φασαρίας του δρόμου, που κάθε άλλο παρά... χαλαρωτική την λες. Είναι, προφανώς, αυτός ο λόγος που και οι επισκέπτες της πόλης αποφεύγουν κατά βάση το συγκεκριμένο τμήμα και οδεύουν ανατολικότερα...
Βασίλης Γ. Μπακόπουλος