Κυριακή, 29 Μαϊος 2022 22:30

Να μην αποκλειστούν οι μικρές επενδύσεις

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)

 

 

Η ενεργειακή κρίση και οι τεράστιες συνέπειές της στην παγκόσμια οικονομία ανέδειξε τη λαθεμένη πολιτική της Ελλάδας και της Ε.Ε. σε σχέση με το φυσικό αέριο.

Η εξάρτηση των ευρωπαϊκών οικονομιών από το καθεστώς Πούτιν αποδεικνύεται τραγική επιλογή που την πληρώνουν σήμερα οι πολίτες. Η χώρα μας ειδικότερα εγκατέλειψε πολιτικές που είχαν αρχίσει να ξεδιπλώνονται από το 2010 σε σχέση με την προώθηση επενδύσεων σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), αλλά και αξιοποίησης κοιτασμάτων φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα να βρεθεί σήμερα μπροστά σε μία νέα οικονομική κρίση.

Η επιλογή ειδικότερα το φυσικό αέριο να αποτελέσει το βασικό καύσιμο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη φάση της απολιγνιτοποίησης και χωρίς ακόμα να έχουν δρομολογηθεί επενδύσεις ΑΠΕ, ήταν πολλαπλώς επιζήμια για την ελληνική οικονομία. Οι κυβερνήσεις των τελευταίων 10 χρόνων δεν στήριξαν επενδύσεις ΑΠΕ, ενώ ουσιαστικά εγκατέλειψαν την προσπάθεια για εξόρυξη φυσικού αερίου απεμπολώντας έτσι τη δυνατότητα η χώρα να παράγει τη δική της φτηνή ενέργεια. Το χειρότερο, δίκτυα μεταφοράς ενέργειας δεν δημιουργήθηκαν, επενδύσεις αποθήκευσης δεν στηρίχτηκαν, ενώ δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις που πολιτικοί παράγοντες στήριζαν «συλλογικότητες» που κυνηγούσαν τις… ρυπογόνες ανεμογεννήτριες. Μείναμε έτσι με το φυσικό αέριο του Πούτιν και τον βρόμικο λιγνίτη της χρεοκοπημένης ΔΕΗ να ψάχνουμε πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό για να στηρίξουν το εισόδημα των πολιτών.

Κάθε κρίση αποτελεί πάντα και μία ευκαιρία, το ζήτημα όμως είναι να μαθαίνει κανείς από τα λάθη του παρελθόντος και να επιταχύνει λύσεις. Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις η Ελλάδα αν τρέξει διαδικασίες μέσα στα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια μπορεί να καλύψει τις ημερήσιες ανάγκες ηλεκτρικού ρεύματος από ΑΠΕ. Έχει ταυτόχρονα τη δυνατότητα να μπει δυναμικά στην παραγωγή υδρογόνου, ενώ υπάρχει ελπίδα και για εξόρυξη φυσικού αερίου. Μπορεί δηλαδή σε μια τριετία να καταστεί από χώρα εισαγωγής ενέργειας σε χώρα εξαγωγής. Το ζήτημα όμως είναι αν θα τρέξουν αυτές οι διαδικασίες και πώς θα διαχυθεί το εισόδημα σε ένα μοντέλο ενεργειακής δημοκρατίας με πολλούς μικρούς παραγωγούς ενέργειας.

Η αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων μόνο από μεγάλους επενδυτές οι οποίοι θα απορροφήσουν τα χρήματα του Ταμείου Ανάπτυξης και των τραπεζών είναι μία επιλογή, η οποία αποκλείει τους πολλούς από την παραγωγή ενέργειας. Η Ε.Ε. μπορεί να δίνει κατευθύνσεις για τοποθέτηση φωτοβολταϊκών στις στέγες των σπιτιών, αλλά αυτό για να γίνει εφικτό από τους Έλληνες ιδιοκτήτες θα πρέπει να υπάρξει ενίσχυση με τραπεζικό δανεισμό. Το Δημόσιο για να αναβαθμίσει ενεργειακά τα κτήριά του και να παραγάγει ενέργεια σε αυτά θα πρέπει να συνεργαστεί με τον ιδιωτικό τομέα. Δεν μπορεί τέλος να πραγματοποιούνται δημόσια έργα, όπως το προωθούμενο αντιπλημμυρικό της Καλαμάτας, το οποίο σπαταλά τεράστιους οικονομικούς και περιβαλλοντικούς πόρους για να καταλήξει το νερό με ταχύτητα στη θάλασσα!

Το ποιες ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις θα ενισχυθούν είναι κεντρικό πολιτικό ζήτημα, στο οποίο θα πρέπει άμεσα να δοθεί απάντηση. Η ενίσχυση μικρών επενδύσεων και η προώθηση ενεργειακών κοινοτήτων παράλληλα με τις μεγάλες επενδύσεις ΑΠΕ είναι η επιλογή που μπορεί να στηρίξει την ελληνική οικονομία και το εισόδημα της μεσαίας τάξης. Ο μόνος δρόμος προστασίας του περιβάλλοντος με παραγωγή φθηνής ενέργειας είναι η ανάπτυξη ΑΠΕ, οι οποίες μπορούν να ενισχύσουν ταυτόχρονα σημαντικά το εισόδημα της μεσαίας τάξης.

Στην ευρύτερη περιοχή μας και στο πλαίσιο του προγράμματος της δίκαιης αναπτυξιακής μετάβασης που αφορά την απολιγνιτοποίηση της Μεγαλόπολης, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για μεγάλες επενδύσεις σε ΑΠΕ. Το κρίσιμο είναι να αφεθεί χώρος και για διασύνδεση μικρότερων επενδυτικών σχεδίων. Αν το δίκτυο κορεστεί με δυο-τρεις μεγάλες επενδύσεις, η Νότια Πελοπόννησος θα μείνει εκτός της συγκεκριμένης διαδικασίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τοπική οικονομία. Οι τοπικοί πολιτικοί παράγοντες οφείλουν να ζητήσουν επενδύσεις στα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, έτσι ώστε να μην υπάρχει νέος αποκλεισμός της περιοχής.

Μια πραγματικά φιλική προς το περιβάλλον πολιτική πρέπει να προβλέπει την επιτάχυνση της μετάβασης σε ΑΠΕ και την ενίσχυση του εισοδήματος των πολιτών. Η ενίσχυση ενεργειακών κοινοτήτων για αγρότες κτηνοτρόφους και μεταποιητές, καθώς και η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες ενισχύουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Σε αυτό το μοντέλο θα πρέπει να κινηθεί η χώρα και η περιοχή. Έστω και με καθυστέρηση και μετά από το σκληρό μάθημα που όλοι παίρνουμε από τη σημερινή ενεργειακή κρίση χρειάζονται γρήγορες και αποφασιστικές αποφάσεις.

panagopg@gmail.com