Μέσα από τις τρεις ερωτήσεις του Συλλόγου Εστίασης Καλαμάτας στα τρία κόμματα εξουσίας δίνεται η απάντηση γιατί δεν βρίσκουν προσωπικό οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Με την επιστολή τους οι επιχειρηματίες του συγκεκριμένου κλάδου εμμέσως πλην σαφώς δηλώνουν ότι δεν μπορούν να σηκώσουν το κόστος της αύξησης του κατώτατου μισθού, της ασφάλισης όλων των εργαζομένων και βέβαια το ενεργειακό. Το αίτημά τους είναι η αύξηση του κόστους μισθοδοσίας να καλυφθεί από τη μείωση των εισφορών, να ανοιχτούν παραθυράκια, έτσι ώστε να δουλεύει και κανένας «εκτάκτως» ανασφάλιστος, να επιδοτηθεί το ενεργειακό κόστος, να ρυθμιστούν οι οφειλές και να δοθούν δάνεια από τις τράπεζες.
Οι επιχειρηματίες από την πλευρά τους προφανώς έχουν δίκιο σε σχέση με το κόστος λειτουργίας και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους. Όπως είναι διαρθρωμένη η συγκεκριμένη αγορά, δύσκολα μπορεί να υπάρξει βιώσιμη επιχείρηση αν πληρώνει τα πάντα σε μισθούς, εισφορές και εφαρμόζει με συνέπεια τη φορολογική νομοθεσία. Το τι ακριβώς συμβαίνει, το ξέρουν όλοι και πρώτοι απ’ όλους οι πολιτικοί, στους οποίους απευθύνεται η ερώτηση. Δεν γνωρίζουμε αν τα κόμματα απαντήσουν, αλλά είμαστε βέβαιοι ότι όσα το πράξουν απλώς θα τους χαϊδέψουν τα αυτιά με γενικόλογες αναφορές για στήριξη του κλάδου, χωρίς να μπουν στα ειδικότερα.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού, η ασφάλιση κάθε εργαζομένου, μόνιμου ή έκτακτου, και η έκδοση φορολογικών παραστατικών είναι τα αυτονόητα για μια ευρωπαϊκή χώρα και αποτελούν πλέον στοιχείο επιβίωσης της χώρας. Κανένας νέος δεν πρόκειται να μείνει και να εργαστεί στην Ελλάδα χωρίς αξιοπρεπή μισθό και ασφάλιση, αυτό έχει γίνει πλέον ξεκάθαρο. Καμιά κοινωνική υποδομή στην υγεία και την παιδεία δεν μπορεί να αναπτυχθεί αν δεν υπάρχουν φορολογικά έσοδα. Είναι αλήθεια ότι επί σειρά ετών και στο πλαίσιο μιας «προσωρινότητας» δημιουργήθηκε μια στρεβλή κατάσταση που τα πάντα λειτουργούσαν στο… περίπου. Το περίπου επιχειρηματίες, εργαζόμενοι και πελάτες προφανώς δεν μπορεί να συνεχιστεί.