Γιατί έχουν την μέγιστη ευθύνη οι άρχοντες αλλά και οι πολίτες δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Και για τις επιλογές τους αλλά και για την αδιαφορία τους για την πορεία των πραγμάτων στην πόλη. Ως διά μαγείας δεν αντιμετωπίζονται ζητήματα και επομένως κάτι πρέπει να αλλάξει στις θέσεις εξουσίας ή στην κοινωνία. Στην εξουσία υπάρχει ανακύκλωση εξουσιαστικών μηχανισμών που “χτίζονται” με τη δημιουργία ενός πελατειακού δικτύου εξυπηρέτησης. Με την επικουρία και την αξιοποίηση της κομματικής “αγοράς” που λειτουργεί σαν... ανταλλακτικό παζάρι. Οι πολίτες δεν είναι μια ενιαία κατηγορία και παρότι ίσως είναι ενοχλητικό αντιμετωπίζουν τα ζητήματα πόλης με την σύγχρονη εκδοχή εκείνου που έλεγε “και εμείς οι τρεις στον καφενέ, τσιγάρο πρέφα και καφέ, βρε δεν βαριέσαι αδερφέ”. Και με μια τέτοια αντιμετώπιση των πάνω από τους κάτω, έρχεται η ώρα που γυρίζουν τα πράγματα ανάποδα και εξαγριώνονται οι από κάτω με την ανικανότητα των από πάνω. Μέχρι να περάσει το σοκ δηλαδή και να έρθει το επόμενο για να υπενθυμίσω τι έγινε προσφάτως με την υπόθεση της διακοπής νερού. Μετά τον “πανικό” επιστροφή στην “κανονικότητα” μέχρι το επόμενο και πέρα βρέχει για ευθύνες προσώπων και συλλογικοτήτων της εξουσίας. Που ποτέ δεν αναλαμβάνουν ούτε την ευθύνη των πράξεών τους, ακόμη και όταν είναι μειοψηφία που κυβερνά ελέω πραξικοπηματικών ρυθμίσεων που καταργούν τη δημοκρατία. Και όλα αυτά δεν δείχνει να ενδιαφέρουν τον πολίτη, μέχρι να φτάσει η ιστορία στην πόρτα του. Μέχρι δηλαδή να γίνει μια ρύθμιση η οποία θίγει τα ατομικά του συμφέροντα. Και τότε συμβαίνει το ανάποδο, οι θιγόμενοι (εντός και εκτός εισαγωγικών) σηκώνουν τον τόπο ανεξάρτητα αν η ρύθμιση είναι θετική για το σύνολο ή όχι σε τελευταία ανάλυση.
Και τότε τα ενδεχόμενα είναι δύο: Αλλοτε οι άρχοντες να αδιαφορούν καθώς το κόστος είναι ασήμαντο και μπορούν να προτάξουν “το συμφέρον της πόλης” με την ενεργοποίηση των “κοινωνικών αυτοματισμών”. Κλασικό παράδειγμα το οικολογικό έγκλημα της Μαραθόλακκας για το οποίο δίνουν μάχη οι άνθρωποι που αγαπούν το βουνό και τη φύση, αλλά οι άρχοντες αδιαφορούν και επαυξάνουν την καταστροφή βασιζόμενη στη σιωπή των πολιτών που βολεύονται με τα σκουπίδια μακριά από την πόρτα τους και ας “καεί ο πλανήτης”. Από την άλλη πλευρά σε ζητήματα γύρω από τα οποία θίγονται (ή έτσι νομίζουν) συμφέροντα “ομάδων πίεσης” παρότι οι ρυθμίσεις πραγματικά εξυπηρετούν την πόλη και την προοπτική της, οι άρχοντες “ποιούν την νήσσαν” και σπρώχνουν το μπαλάκι όλο και πιο πέρα. Και στις δύο πρακτικές που προαναφέρθηκαν, οδηγός δεν είναι η πολιτική και η ολοκληρωμένη διαχείριση των υποθέσεων της πόλης αλλά το ένστικτο πολιτικής αναπαραγωγής της εξουσίας. Η οποία κρατώντας το μαχαίρι κόβει το... πεπόνι όπως θέλει με σκοπό τελικά να το φάει κατά παραλλαγή της λαϊκής σοφίας. Ούτως εχόντων των πραγμάτων όπως λέγαμε παλαιότερα, η εξουσία βαδίζει με οδηγό τον εντυπωσιασμό και τη βεβαιότητα ότι η πολιτική “είμαστε μια ωραία κατάστασις” και πιασάρικη είναι και πονοκεφάλους δεν δημιουργεί. Εξ άλλου οι “μίζεροι” αποτελούν ισχνή μειοψηφία καθόσον το σύστημα αποβλάκωσης καλλιεργεί την ιδέα του “χαχαχουχισμού” ως την υψίστη αξία της σύγχρονης κοινωνίας και τον “παρτακισμό” ως απάντηση στους επικίνδυνους αξιακούς κώδικες της συλλογικότητας. Η κίνηση “με βάρκα την ελπίδα” μπορεί να την στείλει στα βράχια αλλά η τοπική εξουσία δεν φταίει ποτέ γι’ αυτό.
Τα σκέφτομαι όλα αυτά με αφορμή τα όσα βλέπω και διαβάζω τον τελευταίο καιρό για τη δημοτική δραστηριότητα, αλλά και τις παρεμβάσεις για “αλλαγή πορείας” σε κρίσιμα ζητήματα με την πεζοδρόμηση να παίζει από πολλές πλευρές και με διαφορετικές στοχεύσεις. Λαύρα τις τελευταίες ημέρες και στεκόμουν προχθές στη σκιά ενός αρμυρικιού, καθισμένος στην άκρη του πεζοδρομίου. Κόσμος απλωμένος με τις ομπρέλες προσπαθούσε να προφυλαχτεί από τον ήλιο και άλλοι κάθονταν λίγα λεπτά για να φύγουν άρον άρον. Και σκεφτόμουν γιατί οι δημοτικοί παράγοντες εδώ και δεκαετίες και πριν ομπρελοποιηθεί η παραλία (και αργότερα στα ελεύθερα τμήματα), δεν φρόντισαν ώστε να επαναληφθεί εκείνο το παλαιότερο πείραμα που πρασίνισε μεγάλο μέρος της ακτής και όλοι πλέον διεκδικούν τη σκιά και τη δροσιά του; Γιατί δεν απαίτησαν την εκχώρηση της αρμοδιότητας από το Δημόσιο για φυτεύσεις στην ακτή; Γιατί αδιαφόρησαν για την τύχη των όποιων φυτεύσεων που παραδόθηκαν στην καλή θέληση ή στις ορέξεις εκείνων που για διάφορους λόγους τις εποφθαλμιούσαν; Παλαιόθεν διατυπωμένες σκέψεις και προτάσεις αλλά η εξουσία δεν συνηθίζει να συνομιλεί με τους πολίτες για ζητήματα που θεωρεί πως είναι της δικής της δικαιοδοσίας. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση η επιλογή είναι ο “πολιτισμός των ομπρελοκαθισμάτων” και η εκμετάλλευση του δημόσιου χώρου που αποφέρει σίγουρα δημόσια έσοδα (αν και εφόσον εισπράττονται παντού στην πόλη, αυτό είναι μια άλλη ιστορία) και βάζει στη διαδικασία του ρίσκου τον “εκμεταλλευτή” που χρειάζεται όλο και περισσότερο χώρο. Πολιτισμένοι άνθρωποι να καθόμαστε σαν τους τσαμπατζήδες, τους παππούδες και τις γιαγιάδες κάτω από τα αρμυρίκια;
Καθήμενος λοιπόν είχα και το νου στην πλάτη μου καθόσον τα ποδήλατα πηγαινοέρχονταν στον πεζόδρομο (ως τέτοιος κατασκευάστηκε) και δεν είναι όλοι αρκούντως προσεκτικοί ενώ ουκ ολίγοι θεωρούν ότι είναι... ιδιοκτησία τους και οι μη εποχούμενοι θα πρέπει να κάνουν στην... πάντα. Τα αυτοκίνητα πηγαινοέρχονταν και κάποια στιγμή ακούω κάτι αγριοφωνάρες και πρόλαβα να ακούσω τον οδηγό να λέει οργισμένος “μας ακούει όλη η Ναυαρίνου”. Δεν γνωρίζω αν πραγματικά ήταν η οργή ή ενδεχομένως... επίδειξη οργής με την αξιοποίηση του χώρου, εκείνο που γνωρίζω είναι πως τέτοιες καταστάσεις είναι μια ένδειξη της επικινδυνότητας του δρόμου όταν ξεχύνεται ο κόσμος στις παραλίες. Ενας “τρελαμένος” ανάμεσα στο πλήθος κανένας δεν γνωρίζει πώς θα συμπεριφερθεί και αν θα ελέγξει τα νεύρα του. Και κοντά σε αυτόν είναι ο μεθυσμένος, ο επιδειξίας, ο γκαζάκιας και πάει λέγοντας. Ολα αυτά συμποσούμενα υπογραμμίζουν μια ανάγκη την οποία οι άρχοντες κάνουν ότι δεν βλέπουν. Σε μια ακτή χιλιομέτρων έχουν το δικαίωμα να κυκλοφορούν πεζοί και ποδηλάτες σε χωριστές λωρίδες χωρίς να μπλέκονται και να συμπλέκονται (αγρίως μάλιστα ορισμένες φορές) για την... ιδιοκτησία του πεζοδρόμου. Πρέπει να μπορούν να κυκλοφορούν ήπια μικρού μεγέθους μέσα μαζικής μεταφοράς και οχήματα έκτακτης ανάγκης, όχι όμως οι... φάλαγγες των ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων. Πρέπει οι “εξέδρες” τραπεζοκαθισμάτων με μεταφερθούν στον “αστικό δομημένο χώρο”.
Από μόνοι τους οι δημοτικοί άρχοντες δεν πρόκειται να το κάνουν ποτέ και γιατί δεν το πιστεύουν αλλά και γιατί θεωρούν πως θα υπάρχουν αντιδράσεις και γιατί κάποιοι προειδοποιούν προκαταβολικά. Το έργο από Φαρών μέχρι Ακρίτα μόνο η... αρχή δεν είναι, τα υπόλοιπα τα γνωρίζουν εκείνοι που το αποφάσισαν. Για να γίνει όμως η παραλιακή ζώνη φιλική με το περιβάλλον και τους ανθρώπους, θα χρειαστεί να ενδιαφερθούν οι τελευταίοι. Να πάψουν να διαπληκτίζονται πεζοί και ποδηλάτες για το ζωτικό χώρο και να διεκδικήσουν περισσότερο από “σήμερα το πρωί”. Να το απαιτήσουν οι πολίτες που θέλουν ελεύθερες τις ακτές. Να το υποστηρίξουν οι επαγγελματίες που αντιλαμβάνονται ότι ο σημερινός τρόπος “εκμετάλλευσης” δεν έχει μέλλον. Τελικά να γίνει υπόθεση της πόλης αν οι πολίτες αποφασίσουν να ενδιαφερθούν πραγματικά για τη ζωή σε αυτή, που δεν πρέπει και δεν μπορεί να γίνεται “λάφυρο” της εκάστοτε εξουσίας και των εξυπηρετούμενων από την πολιτική της...