Τετάρτη, 09 Σεπτεμβρίου 2020 11:30

Επί Τάπητος: Να αισθάνονται όλοι νικητές...

Γράφτηκε από την
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Το “ποτάμι” που δημιουργήθηκε μέσα σε ένα μήνα στην πόλη απαιτώντας την ανάδειξη των αρχαιοτήτων της Υπαπαντής έδωσε σοβαρούς καρπούς και μπορούμε να πιστεύουμε βάσιμα ότι η υπόθεση βρίσκεται σε καλό δρόμο και πως θα αρθούν και τα τελευταία εμπόδια προκειμένου να πραγματοποιηθεί η επιθυμία της μεγάλης πλειοψηφίας των Καλαματιανών.

Και ιδαίτερα εκείνων οι οποίοι είδαν με τα μάτια τους τα αρχαία χωρίς να πολυκαταλαβαίνουν τι είναι. Μαθητές τότε στα δύο μεγάλα σχολεία της πόλης, το 1ο Γυμνάσιο και το 1ο Δημοτικό που βρίσκονταν σε επαφή με τις λάσπες της ανασκαφής. Δηλαδή εκείνοι που γεννήθηκαν από το 1942 μέχρι το 1954 και θέλουν να δουν στην επιφάνεια εκείνο που βίωσαν ως μαθητές. Δώδεκα χρόνια, όσα και εκείνα που δίνεται μάχη για την ανάδειξη των αρχαιοτήτων της Υπαπαντής.
Με τη σκέψη αυτή άρχισα να ψάχνω το αρχείο και παρουσιάζω στη συνέχεια ορισμένα αποσπάσματα. Το 2008 από τις στήλες της “Ε” εξελίχθηκε μια μεγάλη καμπάνια υπέρ της ανάδειξης των αρχαιοτήτων. Λίγο αργότερα, στις 9/5/2008 έγραφα για το θέμα: «Το ζήτημα των αρχαιοτήτων της Υπαπαντής έρχεται πάλι στην επικαιρότητα με αφορμή την κίνηση της διαδικασίας για ανάπλαση της πλατείας, Και ενώ η πόλη έχει συνειδητοποιήσει την ανάγκη πριν από οποιαδήποτε επέμβαση να γίνει εκτεταμένη ανασκαφική έρευνα έτσι ώστε να αποκαλυφθεί η αρχαία της ταυτότητα, ο δήμαρχος Παν. Νίκας επιμένει να “νίπτει χείρας” για το θέμα αυτό. Με μια ορισμένη τροποποίηση σε σχέση με προηγούμενες τοποθετήσεις, πετάει το μπαλάκι στο υπουργείο Πολιτισμού και το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Με τις δηλώσεις του αναγνωρίζει αυτό που γνωρίζουν όλοι: Αρχαία είχαν αποκαλυφθεί κατά το παρελθόν στην πλατεία και είναι προσδιορισμένη η θέση τους. Μέχρι πρότινος προσπερνούσε το γεγονός αυτό, κάτι το οποίο ασφαλώς δεν μπορεί να κάνει στο διηνεκές, καθώς υπάρχουν και τεκμήρια που αποδεικνύουν την ύπαρξη κτισμάτων. Υπάρχει ένα ερώτημα το οποίο τελικά οφείλει να απαντήσει ο δήμαρχος: Τον ενδιαφέρει ή όχι η ανάδειξη της αρχαίας κληρονομιάς της πόλης; Εφόσον η απάντηση είναι θετική, οφείλει ο ίδιος να αναλάβει πρωτοβουλία ώστε οι αρμόδιοι φορείς να κινήσουν τη διαδικασία των ανασκαφών, πριν ξεκινήσει η μελέτη για την ανάπλαση της πλατείας. Η υποχρέωση αυτή απορρέει λόγω του αξιώματος που κατέχει για δύο λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με το ενδιαφέρον που πρέπει να επιδείξει, καθώς από μόνο του το υπουργείο Πολιτισμού ουδέποτε θα σκεφθεί να... μπει στα έξοδα. Ο δεύτερος σχετίζεται με την ίδια την ανάπλαση. Η μελέτη που θα εκπονηθεί οφείλει να λάβει υπόψη της τον παράγοντα αυτό».
Η ανάδειξη του θέματος το “ενσωμάτωσε” στη μελέτη καθώς σύμφωνα με το μελετητή Γ. Αλμπάνη, ο πρώην δήμαρχος Γ. Κουτσούλης του έδωσε φωτογραφίες και πληροφορίες για το θέμα. Και έγραφα στις 14/8/2010: «Οι εξελίξεις για μια ακόμη φορά έρχονται να δικαιώσουν τις θέσεις που έχουμε αναπτύξει για τα ζητήματα της Καλαμάτας. Με καθυστέρηση ετών και παρά την αρχική κατηγορηματική άρνηση του δημάρχου, η εισήγηση της τεχνικής υπηρεσίας για την ανάπλαση της πλατείας Υπαπαντής προβλέπει και την ανάδειξη των αρχαίων. Σύμφωνα με αυτή, στη νοτιοανατολική γωνία της πλατείας θα τοποθετηθεί ειδικό γυαλί για να μπορούν οι επισκέπτες να δουν μέρος των κτισμάτων που έχουν βρεθεί στην περιοχή. Είναι μια λύση η οποία είχε προταθεί εξ αρχής από τις στήλες μας και είχε γίνει αποδεκτή από πλήθος παραγόντων, ακόμη και από το μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Σαββάτο. Η μοναδική άρνηση ήταν αυτή του δημάρχου Παν. Νίκα, η οποία απηχούσε την πλέον συντηρητική αντίληψη εκκλησιαστικών κύκλων που ευθύνονται για το θάψιμο των αρχαιοτήτων τη δεκαετία του ‘60. Αλλά ταυτοχρόνως εξέφραζε και την επιδίωξη να εμφανιστεί ”έργο” με την εκ νέου πλακόστρωση της πλατείας που θα οδηγούσε σε οριστικό θάψιμο των αρχαιοτήτων».
Μεσολάβησε η απόρριψη “στα κουφά” της πρότασης από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο το 2011, αλλά το θέμα επανερχόταν κάθε φορά που υπήρχε κάτι το επίκαιρο. Οπως η υπόθεση της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, και στο σημείωμα της 2/10/2014 αναφερόταν μεταξύ άλλων σχετικά με το θέμα σε μια προσπάθεια να “κεντριστεί” συναισθηματικά και ο τότε δήμαρχος: «Μετά από παρεμβάσεις της Εκκλησίας οι ανασκαφές σταμάτησαν και τα αρχαία σκεπάστηκαν, ενώ δεν υπήρξε κανένας ουσιαστικός έλεγχος στις εκσκαφές που έγιναν τα επόμενα χρόνια για την κατασκευή ογκωδών κτηρίων στην περιοχή. Οι λόγοι είναι προφανείς, αλλά δυστυχώς οι ζημιές έχουν γίνει "νύχτα", ενώ έχουν καταστραφεί ακόμη και τα λείψανα που είχε ανακαλύψει ο Ανδρέας Σκιάς. Απομένει όμως ο χώρος της πλατείας και παραμένει το αίτημα της λογικής, για εκτεταμένη ανασκαφική έρευνα στο χώρο αυτό. Μια υποψήφια Πολιτιστική Πρωτεύουσα θα πρέπει να φροντίζει πρωτίστως για την ιστορία της. Ανάμεσα στους μαθητές που πηγαινοέρχονταν τότε ανάμεσα στα αρχαία ήταν και ο σημερινός δήμαρχος Παναγιώτης Νίκας. Ως εκ τούτου γνωρίζει καλά την υπόθεση, και στην τελευταία του θητεία που διακηρύσσει ότι "θα συγκρουσθεί για το συμφέρον της πόλης", ας συγκρουσθεί με τις δυνάμεις εκείνες που αντιδρούν μέχρι σήμερα στην ανάδειξη της αρχαίας πόλης, στα ερείπια της οποίας έχουν χτιστεί οι διαδοχικές εκκλησίες της Υπαπαντής και άλλα κτήρια».
Μετά ήρθε η έγκριση από την πλειοψηφία του Δημοτικού Συμβουλίου της μελέτης ανάπλασης και το σημείωμα της 28/11/2018 με κριτική στη θεωρία του κ. Νίκα για... μελλοντική ανάδειξη: «Διαβάζω την τελευταία δήλωση του κ. Νίκα που αναφέρει μεταξύ άλλων: “Ολόκληρη η Ελλάδα είναι ένας απέραντος αρχαιολογικός χώρος. Δεν θα τα βγάλουμε από τη μία στιγμή στην άλλη. Ολα αυτά πρέπει να γίνονται με μέθοδο. Πρέπει να τα προστατεύουμε, να τα προφυλάσσουμε και όταν θα έρθει ο καιρός και θα έχουμε και τους πόρους και σύμφωνα με τα οριζόμενα της επιστήμης της Αρχαιολογίας να έρθουν και αυτά στο φως. Δεν πρόκειται να καταστραφεί κάτι. Δεν μπορούμε από τη μια στιγμή στην άλλη να αναδείξουμε όλα μας τα αρχαία. Να μην βιαζόμαστε, αλλά να μην τα καταστρέφουμε και να ξέρουμε πού υπάρχουν. Η σύγχρονη επιστήμη μπορεί να μας δώσει στοιχεία με σχετική ακρίβεια και για τα αρχαία, πού υπάρχουν και για το είδος των αρχαίων”. Σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται “λογική” αλλά στην πραγματικότητα είναι άκρως υποκριτική. Την ίδια δήλωση είχε κάνει και πριν από 10 χρόνια όταν από τις στήλες της “Ελευθερίας” είχαμε αναπτύξει μια μεγάλη καμπάνια με αφορμή τη μελέτη για την ανάπλαση της Υπαπαντής, στην οποία φιλοξενήθηκαν άρθρα και δηλώσεις σημαντικών προσώπων. Από τότε μέχρι σήμερα δεν έχει επιδείξει κανένα απολύτως ενδιαφέρον, για όλα όσα είχε αναφέρει τότε και επαναλαμβάνει σήμερα».
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 5/12/2018 έγραφα πάλι: «Χρειάζεται να επανέλθω στο ζήτημα των αρχαιοτήτων της Υπαπαντής με αφορμή νεότερες δηλώσεις του δημάρχου Παν. Νίκα, ο οποίος αλλάζοντας γραμμή προσπάθησε να καλύψει την επί δεκαετία στάση του. Κατά πώς διάβασα, στο Δημοτικό Συμβούλιο δήλωσε ότι “για τα αρχαία δεν αποφασίζει το Δημοτικό Συμβούλιο αλλά η αρμόδια Αρχαιολογική Υπηρεσία και στα έργα ανάπλασης της πλατείας Υπαπαντής, όπως και σε όλα τα δημόσια έργα, θα παρίσταται αρχαιολόγος”. Δήλωση με παραπλανητικό περιτύλιγμα για τη θέση και στάση του. Εν προκειμένω το ζήτημα δεν είναι αν θα βρεθούν αρχαία οπότε θα επέμβει κατά νόμο η υπηρεσία. Το ζήτημα είναι πως γνωρίζουμε ότι υπάρχουν αρχαία, ότι η έρευνα ήταν ημιτελής λόγω των επεμβάσεων που έγιναν και ότι θα έπρεπε να απαιτήσει μέσα στα 10 και περισσότερα χρόνια που έχει προκύψει θέμα, την πλήρη ανασκαφική έρευνα στο χώρο. Αν έχει διατυπωθεί τέτοιο αίτημα στο υπουργείο Πολιτισμού και δεν έχει δημοσιοποιηθεί, καλό θα ήταν να παρουσιάσει και τη σχετική αλληλογραφία. Τα έργα ανάπλασης τα εκτελεί ο δήμος και όχι η Αρχαιολογική Υπηρεσία, και αυτός θα έπρεπε να έχει ζητήσει τη διενέργεια ανασκαφών. Το γεγονός ότι πολιτικοί και δημοτικοί παράγοντες σιωπούν δεν απαλλάσσει τον ίδιο από την ευθύνη ως πρώτου πολίτη. Αυτά και ελπίζω ότι δεν θα χρειαστεί να επανέλθω για τα αυτονόητα».
Προσκλητήριο για κινητοποίηση προκειμένου να σωθούν οι αρχαιότητες της Υπαπαντής στις 6/11/2019: «Ολα αυτά ισχύουν στο ακέραιο και με τη μετακίνηση του κ. Νίκα στη θέση του περιφερειάρχη, από την οποία στην ουσία κατευθύνει τις υποθέσεις της Καλαμάτας. Θεωρώ αυτονόητη την τοποθέτηση ότι καμία επέμβαση δεν πρέπει να γίνει στην πλατεία Υπαπαντής αν δεν προηγηθεί ανασκαφική έρευνα. Δημοτικοί σύμβουλοι, συλλογικότητες και πολίτες έχουν το λόγο, για να αποτρέψουν μια τεράστια δαπάνη για έργο καταστροφικό της ιστορίας μας. Αν θαφτούν για μια ακόμη φορά τα αρχαία κάτω από τις πλάκες, τότε η υπόθεση ανάδειξης της αρχαίας πόλης κλείνει για πολλές δεκαετίες, ίσως και οριστικά. Αν επιλεγεί αυτό ως τύχη τους, οι αρχαιότητες μπορεί να εκδικηθούν τον βανδαλισμό τους και να έρθουν στην επιφάνεια στη διάρκεια των εργασιών και να ακυρώσουν την ταφή τους, οπότε τέλος η χρηματοδότηση και η ανάπλαση».
Αλλη μια προσπάθεια κινητοποίησης εκείνων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα πράγματα, στις 24/6/2020: «Το εγχείρημα ανάδειξης των αρχαιοτήτων κάποτε φαινόταν ανέφικτο γιατί σκόνταφτε στον πολιτισμό των πλακοστρώσεων. Σήμερα μπορεί να γίνει εφικτό αν η θεσμική ηγεσία της πόλης αποφασίσει να αλλάξει τη ροή των πραγμάτων. Και σε συνεργασία με τους ειδικούς να απαιτήσει τα αναγκαία προκειμένου να “αναδυθεί” από τη γη η αρχαία ιστορία και μαζί της στοιχεία από τη ζωή στην πόλη-πρόγονο, όποια και αν ήταν αυτή, που θάφτηκε τη δεκαετία 1960-1970. Και στο θέμα αυτό θα κριθούν ένας ένας οι δημοτικοί σύμβουλοι, οι παρατάξεις και η δημοτική αρχή. Είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία να ξεπλυθεί η ιστορική ντροπή της πόλης απέναντι στην ιστορία της...».
Και όταν πλέον εμφανίστηκε η εισήγηση πριν την προκήρυξη του διαγωνισμού για την ανάπλαση, στις 29/7/2020 η παρατήρηση για τον αποκαρδιωτικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπιζόταν η υπόθεση: «“Ο κύβος ερρίφθη”, η πόλη παραδίδει αμαχητί τα αρχαία της λείψανα στη μεγαλομανία τοπικών παραγόντων και την ανευθυνότητα των σημερινών δημοτικών αρχόντων. Και δεν μπορεί παρά να χαρακτηρισθεί ως πρωτοφανές το γεγονός ότι για την ταφόπλακα της αρχαίας πόλης έχουν προϋπολογισθεί 1,7 εκ. ευρώ. Τώρα θα μου πείτε, εδώ καταστρέφουν την αρχαία Θεσσαλονίκη, η Καλαμάτα θα γλίτωνε; Μέχρι την τελευταία στιγμή ήθελα να πιστεύω ότι θα βρίσκονταν κάποιοι άνθρωποι να υψώσουν φωνή και να αντισταθούν στο προγραμματισμένο έγκλημα σε βάρος της ιστορίας της πόλης. Η διάψευση είναι οικτρή, η πολιτική για την πόλη δεν ασκείται πλέον στο δημόσιο χώρο αλλά στις παρέες και τα καφενεία».
Ισως ήταν η φράση που πυροδότησε την κινητικότητα για να φθάσουμε σήμερα με τη συμβολή όλων των παραγόντων της δημόσιας ζωής ένα βήμα πριν από την επίτευξη του στόχου. Θέλω να ελπίζω ότι και οι εναπομείναντες θα συνταχθούν με το αυτονόητο και ρεαλιστικό ώστε να καταστεί και εφικτό. Η υπέρβαση είναι προσόν στην πολιτική, δεν είναι ένδειξη αδυναμίας. Τελικός στόχος είναι να νικήσει η πόλη και η ιστορία της, οι άνθρωποί της. Και δεν μπορεί παρά να θέλουμε όλοι να αισθάνονται νικητές, ανεξάρτητα με το χρόνο που συνειδητοποίησαν την ανάγκη και συνέβαλαν στην επίτευξη αυτού του στόχου.

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 09 Σεπτεμβρίου 2020 08:33