Δευτέρα, 07 Αυγούστου 2023 18:57

Επί Τάπητος: 80 χρόνια από τη μάχη της Αρτεμισίας

Γράφτηκε από τον

Επί Τάπητος: 80 χρόνια από τη μάχη της Αρτεμισίας

Εκλεισαν αυτές τις ημέρες 80 χρόνια από την πρώτη οργανωμένη επιχείρηση του ΕΛΑΣ εναντίον των κατοχικών δυνάμεων, η μάχη στην Αρτεμισία. Ενοπλες συγκρούσεις είχαν γίνει και ενωρίτερα (Σαϊδόνα, Καλλιρρόη), όμως στις 5 Αυγούστου 1943 έγινε η πρώτη στρατιωτική επιχείρηση με σχέδιο και σκοπό και μάλιστα σε ένα οχυρωμένο χωριό.

Στην ηγεσία του ΕΛΑΣ Ταϋγέτου βρίσκονταν έμπειροι αξιωματικοί, το ΕΑΜ είχε δημιουργήσει πολιτικές οργανώσεις που μπορούσαν να υποστηρίξουν στρατιωτικά εγχειρήματα και το εργοστάσιο ξυλείας στην Αρτεμισία ήταν στόχος πολλαπλής σημασίας. Μια επιτυχημένη επιχείρηση του ΕΛΑΣ θα έπαιζε οπωσδήποτε σημαντικό ρόλο στην ανύψωση του αντιστασιακού φρονήματος και την ενίσχυση της στράτευσης σε αυτόν, θα εξασφάλιζε όπλα και πυρομαχικά που ήταν απολύτως αναγκαία και θα σταματούσε τη λειτουργία ενός εργοστασίου που προμήθευε με πολύτιμο υλικό τους κατακτητές. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος για τον οποίο στην Αρτεμισία υπήρχε καλά εξοπλισμένη δύναμη Ιταλών με περισσότερους από 200 στρατιώτες, υπαξιωματικούς και αξιωματικούς. Η επίθεση οργανώθηκε με όλους τους κανόνες της συνωμοτικότητας και της “στρατιωτικής τέχνης”. Η ηγεσία του ΕΛΑΣ είχε πληροφορίες “από τα μέσα” για τον τρόπο οχύρωσης των Ιταλών και τα “τρωτά”, που είχε δώσει ο Ελληνας διευθυντής του εργοστασίου Χαραλάμπους. Πριν την επιχείρηση έγινε κατόπτευση στην περιοχή και αναγνώριση εδάφους έτσι ώστε οι αντάρτες να βρεθούν “μέσα στους στόχους” χωρίς να γίνουν αντιληπτοί αλλά και για να προσδιοριστούν οι θέσεις των επιτιθεμένων. Στρατιωτικά οι στόχοι ήταν δύο: Το καλά φρουρημένο ξυλοπριστήριο και το δημοτικό σχολείο που ήταν η βάση των Ιταλών και στρατωνίζονταν εκεί. Παράλληλα οργανώθηκε επιχείρηση ανατίναξης της γέφυρας στα Διπόταμα όταν θα πλησίαζαν οι Ιταλοί για να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους που θα αμύνονταν.

Την αφήγηση της πολύωρης μάχης κάνει ένας αντάρτης που την έζησε από κοντά και έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο, ο Νίκος Πανούσης από την Αράχωβα Λακωνίας. Και την καταγράφει στο βιβλίο του “Η εθνική αντίσταση του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ στον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα 1941-1944” ο Χρήστος Ν. Αντωνακάκης: Το ξυλοπριστικό εργοστάσιο λειτουργούσε για λογαριασμό του στρατού κατοχής των Ιταλών και των Γερμανών και τη νύχτα το φρουρούσε ολόκληρη η ιταλική δύναμη με διπλοσκοπιές. Η φρουρά αποτελείτο από 55 Ιταλούς στρατιώτες με επικεφαλής δύο υπαξιωματικούς. Στο χωριό Αρτεμισία είχε την έδρα της η διοίκηση του στρατού κατοχής με δύναμη 150 Ιταλούς στρατιώτες και αξιωματικούς. Είχαν επιτάξει το σχολείο του χωριού και στρατωνίζονταν εκεί, στην άκρη του χωριού, στον αμαξωτό δρόμο Καλαμάτας – Σπάρτης. Ο λοχαγός Τάσος Αναστασόπουλος με δύναμη 120 αντάρτες ανέλαβε και οργάνωσε την επίθεση κατά των Ιταλών στο εργοστάσιο, ως αρχηγός του ΕΛΑΣ Ταϋγέτου. Αφού έκανε αναγνώριση της περιοχής γύρω από το εργοστάσιο και το σχολείο, σχεδίασε επιτελικά την όλη επίθεση κατά των Ιταλών. Την επίθεση στο σχολείο θα πραγματοποιούσε ο λοχαγός Κώστας Κανελλόπουλος, βετεράνος αντάρτης του Ταϋγέτου με δύναμη 35 αντάρτες. Στο εργοστάσιο την επίθεση θα πραγματοποιούσε ο λοχαγός Τάσος Αναστασόπουλος και τη γέφυρα στα Διπόταμα ανέλαβε να ανατινάξει ο υπίλαρχος Ηλίας Καραμούζης, όταν θα κατέφθαναν οι ιταλικές ενισχύσεις από την Καλαμάτα. Οι επιθέσεις θα γίνονταν ταυτόχρονα, ακριβώς την 5η Αυγούστου και ώρα τέσσερεις τα ξημερώματα. Το σύνθημα ήταν ένας διπλός πυροβολισμός.

Ο Τάσος Αναστασόπουλος ξεκίνησε από το χωριό Πηγές Αλαγονίας με δύναμη 35 αντάρτες, πέρασε το ποτάμι των Πηγών και ανηφόρησε μέσα στο δάσος από μονοπάτια που οδηγούσαν προς το εργοστάσιο. Καλυμμένος έφτασε εκατό μέτρα σχεδόν προ του εργοστασίου. Από κει και πέρα το δάσος ήταν πεδιάδα εντελώς ακάλυπτη. Ο λοχαγός Τάσος Αναστασόπουλος ζήτησε από τους αντάρτες του επτά εθελοντές για να αιφνιδιάσουν τους Ιταλούς και αμέσως δέχθηκαν οι παρακάτω: 1) Αλάμαρας Δημήτριος από το χωριό Πηγές Αλαγονίας. 2) Νίκος Πανούσης, από την Αράχοβα Λακωνίας, γνωστός με το παρατσούκλι “νο παούρα” (μη φοβάσαι), ένας από τους πρώτους αντάρτες του ΕΛΑΣ Ταϋγέτου και Πάρνωνα. 3) Αντώνης Ριγανάκος, Μανιάτης από την Καλαμάτα. 4) Βόλγας, ψευδώνυμο από την Τρίπολη. 5) Πετρίσης, λοχίας από την Καστανιά Λακωνίας. 6) Νικηταράς (ψευδώνυμο) από την Καλαμάτα. 7) Μάλιος, από την Καλαμάτα. Οι υπόλοιποι αντάρτες με επικεφαλής τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Γιάννη Ρουμελιώτη, κύκλωσαν το εργοστάσιο. Προς της γενικής εφόδου ο λοχαγός ζήτησε από τους 7 στρατιώτες να βγάλουν τα άρβυλά τους, για να μην τους αντιληφθούν οι διπλοσκοπιές του οχυρού των Ιταλών και να προχωρήσουν έρποντας προς το εργοστάσιο. Πρώτοι, ο λοχαγός με τον Πανούση, πλησίασαν στην πόρτα του εργοστασίου, έπιασαν τον ακίνητο σκοπό και τον αφόπλισαν, Ο δεύτερος σκοπός μας τόσκασε. Τρύπωσαν μέσα στην κύρια είσοδο του εργοστασίου. Τότε τους φώναξα δυνατά “νο παούρα”! είσαστε κυκλωμένοι από 300 παρτιζάνους και θέλουμε μόνο τα όπλα σας. Με μιας εκσφενδόνισε δύο χειροβομβίδες (μιλς) πάνω στη στέγη του εργοστασίου και ταυτόχρονα έγινε η εξόρμηση των ανταρτών μας. Μέσα σε 15 λεπτά το οχυρό του εργοστασίου είχε καταληφθεί και οι Ιταλοί είχαν παραδοθεί. Τους αφόπλισαν οι θρυλικοί αντάρτες και τους άφησαν να κλαψουρίζουν. Το εργοστάσιο κατελήφθη και όλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ξέφυγε μόνον ο λοχίας με λίγους άντρες προς τη θέση Ντριμόνας, ενώ ένας εξ αυτών φώναζε δυνατά καθώς απομακρύνονταν “αντάρτο!... αντάρτο!...”.

Ο λοχαγός Κώστας Κανελλόπουλος κύκλωσε το σχολείο. Οι Ιταλοί είχαν τοποθετήσει οπλοπολυβόλα στα παράθυρα του σχολείου και άρχισαν να ρίχνουν κατά των ανταρτών. Ο λοχαγός Κανελλόπουλος, μη διαθέτοντας επαρκή πυρομαχικά, σταμάτησε τα άσκοπα πυρά γιατί ήταν ακάλυπτος. Εν τω μεταξύ ο Τάσος Αναστασόπουλος, αφού κατέλαβε το εργοστάσιο και παρέδωσε τους αιχμαλώτους στον εφεδρικό ΕΛΑΣ, αμέσως προχώρησε με τους αντάρτες του προς το σχολείο. Εκεί ενώθηκε με το λοχαγό Κανελλόπουλο και άρχισαν να το πολιορκούν. Οταν έφτασε στην εκκλησία του χωριού, που ήταν 100 μέτρα περίπου από το σχολείο, τοποθέτησε ένα οπλοπολυβόλο στο καμπαναριό της εκκλησίας με σκοπευτή το Νίκο Πανούση και ένα άλλο οπλοπολυβόλο στην στέρνα της εκκλησίας κι αμέσως χτύπησαν τους Ιταλούς. Ενώ η μάχη συνεχιζόταν, κατά τις 5 η ώρα το απόγευμα της ίδιας ημέρας κατέφθασαν ιταλικές ενισχύσεις από τυην Καλαμάτα και άρχισαν να χτυπούν με όλμους γύρω από την περιοχή του σχολείου. Ο υπίλαρχος Ηλίας Καραμούζης είχε αναλάβει να ανατινάξει τη γέφυρα στα Διπόταμα. Οταν κατέφθασαν οι ιταλικές ενισχύσεις από την Καλαμάτα οι νάρκες δεν ήταν αρκετές κι η γέφυρα δεν έπεσε. Ετσι οι Ιταλοί έφθασαν ανενόχλητοι στην Αρτεμισία. Οι αντάρτες του Ηλία Καραμούζη, προτού περάσουν τη γέφυρα οι Ιταλοί, οχυρώθηκαν στη θέση “Πετρωτό” και με τα οπλοπολυβόλα χτυπούσαν τις ιταλικές ενισχύσεις στον αμαξωτό δρόμο. Δυστυχώς η απόσταση ήταν μεγάλη και ήταν αδύνατον να βρουν στόχο και να ανακόψουν την πορεία των Ιταλών και έτσι οι ιταλικές ενισχύσεις έφθασαν έξω από την Αρτεμισία.

Ο λοχαγός Αναστασόπουλος αναγκάσθηκε ν’ αποσυρθεί από την Αρτεμισία με απώλειες ένα νεκρό, τον ηρωικό αντάρτη Γεώργιο Λιανούρη από το χωριό Λογκάστρα Λακωνίας και 4 τραυματίες, μεταξύ αυτών και ο Κώστας Κουτουμάνος από τη Σίτσοβα Αλαγονίας με διαμπερές τραύμα στο πόδι.

Απώλειες των Ιταλών: 41 αιχμάλωτοι, 6 νεκροί και 6 τραυματίες. Λάφυρα: 3 οπλοπολυβόλα breda, 20.000 σφαίρες, 18 πιστόλια και όλος ο ατομικός οπλισμός των αιχμαλώτων, ιματισμός, 200 κουβέρτες, 20 σάκοι ζάχαρη, 32 στρατιωτικά οχήματα, μεγάλα και μικρά. Η ξυλεία του εργοστασίου μοιράστηκε στους κατοίκους της Αρτεμισίας και των γύρω χωριών της Αλαγονίας ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε σπιτιού.

Στις 6 Αυγούστου το πρωί οι Ιταλοί ενώθηκαν και από τη λαχτάρα που έπαθαν από τη νικηφόρα μάχη των ανταρτών του ΕΛΑΣ, εγκατέλειψαν τη βάση που είχαν στην Αρτεμισία και έφυγαν νικημένοι και ντροπιασμένοι. Φεύγοντας συνέλαβαν ως ομήρους 4 Αρτεμήσιους, με τη δικαιολογία ότι βοηθούσαν τους αντάρτες στη μάχη του εργοστασίου και του σχολείου. Ηταν οι: 1) Ηλιόπουλος Γεωργ. Παναγιώτης (Μπόσης), 2) Αντωνακάκης Ν. Περικλής, 3) Παπαβασιλόπουλος Σπύρος, 4) Μασουρίδης Θεοφ. Βασίλης. Τους πήραν μαζί τους και τους οδήγησαν στις φυλακές Αλεξανδράκη Καλαμάτας. Μετά από δύο μήνες, όταν με διαπραγματεύσεις παραδόθηκαν οι Ιταλοί αιχμάλωτοι του εργοστασίου στις ιταλικές αρχές Γυθείου Σπάρτης, αμέσως αφέθηκαν ελεύθεροι οι 4 Αρτεμίσιοι όμηροι.

Ο Χρήστος Αντωνακάκης καταγράφει και ένα άλλο περιστατικό που σχετίζεται με τη μάχη. Γιατί μπορεί να μην έγινε κατορθωτή η ανατίναξη της γέφυρας στο Διπόταμο, εκεί όμως μια ανεξάρτητη ομάδα υπό τον Γιάννη Βαλσαμάκη, έδωσε μάχη με την εμπροσθοφυλακή των Ιταλών: “Ο Γιάννης Βαλσαμάκης από το χωριό Καρβέλι Αλαγονίας, έφεδρος ανθυπολοχαγός, στις 5 Αυγούστου αναχώρησε με μια ομάδα συγχωριανών του από το Καρβέλι για τα Διπόταμα Αλαγονίας. Ηταν όλοι τους οπλισμένοι με όπλα δίκαννα και γκράδες. Οταν έφτασαν στη θέση Διπόταμα, κοντά στον αμαξωτό δρόμο Καλαμάτας – Σπάρτης, συνάντησαν μια ομάδα εμπροσθοφυλακής και ιταλικών ενισχύσεων που κατευθυνόταν στο χωριό Αρτεμισία, ενώ η μάχη στο σχολείο του χωριού μεταξύ ανταρτών και Ιταλών συνεχιζόταν. Η ομάδα Γιάννη Βαλσαμάκη ήλθε σε σύγκρουση με την εμπροσθοφυλακή, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο Ιταλοί στρατιώτες και να πιαστούν δύο αιχμάλωτοι. Στη συνέχεια κατέφθασε ισχυρή ιταλική δύναμη από την Καλαμάτα για ενίσχυση των Ιταλών στην Αρτεμισία, που τελικά ανάγκασε τον Γιάννη Βαλσαμάκη ν’ αποσυρθεί με την ομάδα του από το Διπόματο με τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα προς τον Ταΰγετο. Αυτή η ομάδα αργότερα, όταν συγκροτήθηκε το 2ο Τάγμα του ΕΛΑΣ Ταϋγέτου, ονομάσθηκε 2ος Λόχος και ΙΙ Τάγματος που συγκροτήθηκε από αντάρτες Αλαγόνιους. Μεταξύ αυτών και εγώ με διοικητή του λόχου τον αξιωματικό Γιάννη Βαλσαμάκη”

Σελίδες ιστορίας που προσπάθησαν να θάψουν η “καθεστωτική ιστοριογραφία” και το επίσημο κράτος. Σελίδες που θα πρέπει και έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν οι πολίτες αυτού του τόπου.

[Στη φωτογραφία το κατεστραμμένο από τις πυρκαγιές ξυλεργοστάσιο όπου έχει τοποθετηθεί αναμνηστική πλάκα για τη μάχη]

 

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 07 Αυγούστου 2023 19:00