Δευτέρα, 15 Ιουλίου 2024 19:15

Επί Τάπητος: «Πράσινη πόλη» μόνο με… πράσινο

Γράφτηκε από τον

Επί Τάπητος: «Πράσινη πόλη» μόνο με… πράσινο

«Ψήνει ο τόπος» και θα ψήνει για ημέρες, ενώ χρόνο με το χρόνο τα φαινόμενα αναμένονται όλο και περισσότερο έντονα.

Σύνθετες και επικίνδυνες οι καταστάσεις, γίνεται αντιληπτό όλο και περισσότερο αλλά… μέχρι εκεί. Γιατί από εκεί και πέρα κανένας δεν ενδιαφέρεται για παρεμβάσεις που θα κάνουν καλύτερη τη ζωή στην πόλη. Ενώ δεν είναι λίγο και εκείνοι που ενδεχομένως θα «τσίτωναν» με τέτοιου είδους παρεμβάσεις στο δημόσιο χώρο. Βλέπετε στις ημέρες μας ο δημόσιος χώρος έχει γίνει κάτι σαν «οικόπεδο προς αξιοποίηση για ίδιο όφελος» και συνήθως στο όνομα του «τουρισμού» και της «ανάπτυξης». Μια λογική την οποία έχουν υιοθετήσει οι δημοτικές αρχές εδώ και πολλά χρόνια, κυνηγώντας ψήφους και… πεζούς, περιορίζοντας το «ελεύθερο» του δημόσιου χώρου και την υποστήριξη σε αυτή την επιλογή του πολίτη (για πολλούς πλέον γίνεται και αναγκαστική.

Το φαινόμενο του «υπερτουρισμού» είναι πλέον στην ημερήσια διάταξη κυρίως στην Ευρώπη, οι επιπτώσεις στη ζωή των κατοίκων είναι σοβαρές σε πολλές περιπτώσεις και η επιλογή ενίσχυσής του κρύβει σοβαρούς κινδύνους για το μέλλον. Η άκριτη επιλογή «μονοκαλλιέργειας» του τουρισμού στη Μεσσηνία και ειδικότερα στην Καλαμάτα, αρχίζει να παρουσιάζει ρωγμές οι οποίες και προειδοποιούν για το μέλλον. Εχει δημιουργηθεί μια τεράστια στεφάνη επιχειρήσεων που προσδοκούν όφελος από την «τουριστική ανάπτυξη» το οποίο όμως κάθε χρόνο βαίνει μειούμενο καθώς η ακρίβεια τινάζει τα πάντα στον αέρα. Ντόπιοι και επισκέπτες απομακρύνονται όλο και περισσότερο από την κατανάλωση ή περιορίζουν δραστικά τα ποσά που διαθέτουν ακόμη και για καφέ. Το γεγονός ότι υπάρχουν στρώματα τα οποία μπορούν να καταναλώνουν χωρίς περιορισμούς δεν αποτελεί αντίφαση αλλά μια πραγματικότητα της κοινωνίας και της οικονομίας. Η οποία ασφαλώς δεν αποτυπώνεται πάντα στα… φορολογικά έσοδα. Και δεν νομίζω πως χρειάζονται ιδιαίτερες αναλύσεις. Το δεδομένο είναι πως ο μπεζαχτάς των (πολλών) μαγαζιών λέει ότι τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά και δεν υπάρχει καμία προοπτική βελτίωσης. Από την άλλη πλευρά τα ενοίκια καλπάζουν και το εν γένει κόστος κατοικίας (είτε ενοικίαση, είτε αγορά) σαλτάρει πλέον δυσθεώρητα. Με αποτέλεσμα να αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για την εγκατάσταση στην πόλη. Αυτός ο τύπος «ανάπτυξης» με στρατιές εργαζομένων για «χαρτζηλίκι» είναι προφανές πως δεν οδηγεί πουθενά. Εξαρτάται από την ακρίβεια (της οποίας ο καλπασμός δεν φαίνεται να σταματά), το ενεργειακό κόστος (σε επίπεδο ληστείας εισοδήματος), την εκτίναξη του κόστους μετακινήσεων (που θα γίνει ακόμη μεγαλύτερο με τις οδηγίες για «πράσινα καύσιμα»), την κλιματική αλλαγή (που σχετίζεται με ακραία φαινόμενα καύσωνα, λειψυδρίας, πυρκαγιών) και μια σειρά απρόβλεπτους παράγοντες (η πρόσφατη πανδημία είναι χαρακτηριστική όπως και ο πόλεμος στην Ουκρανία με τις πολύπλευρες επιπτώσεις του). Το μοντέλο που αναπτύχθηκε από αλόγιστη θεοποίηση του τουρισμού έχει σαθρά θεμέλια και κινδυνεύει με κατάρρευση στον πρώτο γερό κραδασμό. Η «τουριστικοποίηση» της οικονομίας της χώρας ως επιλογή για τη θέση της στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, κάποια στιγμή θα αποδειχθεί ολέθρια.

Επιστροφή στο δημόσιο χώρο μετά την «παράκαμψη» την οποία θεώρησα αναγκαία για να γίνει κατανοητό ότι η χωρίς περιορισμούς «τραπεζοκαθισματοποίηση» και «ξαπλωστρομπερελοποίηση» του δημόσιου χώρου δεν αποτελεί απάντηση για την οικονομία, την απασχόληση και την ανάπτυξη στον τόπο, απλώς μεγαλώνει το… χάος. Και για να «κρατηθεί» η πόλη ως προορισμός, θα πρέπει να αποκτήσει «πράσινη ταυτότητα» με όρους βιωσιμότητας και όχι καπιταλιστικού κέρδους όπως γίνεται σήμερα στην Ευρώπη. Και «πράσινη ταυτότητα» σημαίνει πρωτίστως πράσινο που μπορεί να υπάρξει και ως απάντηση στην επιβάρυνση του κλίματος. Και να ξεκινήσουμε από την περιοχή που… γέρνει η πόλη, με ένα παλαιότερο κείμενο που διατηρεί την επικαιρότητα και συνδέεται με τα όσα προαναφέρθηκαν: «Το μέλλον για την πόλη και τους ανθρώπους της βρίσκεται στον αντίποδα αυτών των αντιλήψεων του “εφήμερου” που εξαντλεί τη δυναμική των πλεονεκτημάτων και τα βάζει στο “μίξερ” του “τουριστικού μιμητισμού” και του “καλοκαιρινού χαβαλέ”. Η πόλη, η φύση και οι άνθρωποι χρειάζονται πολύ καλύτερη τύχη από αυτή της “παραλιακής αρπακόλας”. Ο δήμος ως συλλογική έκφραση της πόλης οφείλει να βάλει τις αρχές και οι επαγγελματίες να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις μιας τέτοιας προοπτικής. Ενα “όνειρο” για την πόλη θα έπρεπε να είναι ένα παραθαλάσσιο άλσος που θα μπορούσε ήδη να είναι πραγματικότητα αν οι άρχοντες άκουγαν τις προτάσεις που διατυπώνονται εδώ και χρόνια. Είναι απίστευτη η τύχη που είχαν κάποια εγχειρήματα να φυτευτούν αρμυρίκια στην άμμο. Οχι μόνον δεν προστατεύτηκαν από το δήμο αλλά πολεμήθηκαν από επαγγελματίες και εξαφανίστηκαν χωρίς καμία αντίδραση. Μια ακτή χιλιομέτρων που προσφέρεται για κολύμπι και ένας ισομήκης πεζόδρομος από μόνοι τους δεν φέρνουν την άνοιξη. Χρειάζεται να “παντρευτούν” με ένα παραθαλάσσιο άλσος το οποίο θα σχεδιαστεί από ειδικούς επιστήμονες και θα υποστηριχθεί από δήμο, επαγγελματίες και πολίτες που θα είναι και οι αποδέκτες αυτής της αλλαγής. Χρειάζεται να παντρευτούν με ένα σχέδιο αναμόρφωσης της Ναυαρίνου που θα την μεταβάλει σε “παράδεισο” κατοίκων και επισκεπτών και επί της οποίας θα αναπτυχθούν όλες οι σημερινές παραθαλάσσιες δράσεις και υποδομές για πεζούς, ποδήλατα και μετακίνηση με ήπια μέσα, μια “πράσινη” περιβαλλοντικά περιοχή. Αυτή μπορεί να είναι πράγματι μια νέα Καλαμάτα με προοπτική, μια πόλη φιλική για κατοίκους και επισκέπτες. Αρκεί να το πιστέψουν αυτοί που πραγματικά αγαπούν τον τόπο τους και να το δείξουν εκείνοι που το διατείνονται διεκδικώντας καρέκλες εξουσίας και λόγο στις δημόσιες παρεμβάσεις. Οραμα, σχέδιο, στρατηγική υλοποίησης. Αυτά χρειάζονται, τα υπόλοιπα είναι “φαντασιώσεις” αρχόντων και “εκδουλεύσεις” σε ομάδες συμφερόντων. Θεμιτό ο καθένας να επιδιώκει όφελος για τον εαυτό του, υποχρέωση του δήμου να επιδιώκει το όφελος της πόλης και των ανθρώπων της...».

Και από την Παραλία να ανηφορήσουμε προς την πόλη, όχι όμως από την «αναπλασμένη» Φαρών για την οποία δαπανήθηκαν μεγάλο ποσά προκειμένου να «σπρώχνουν» τους επιβάτες των κρουαζιεροπλοίων (μεγάλες… τουριστικές προσδοκίες και τότε) στην πόλη μέσα στη λαύρα, αντί να τους οδηγούν μέσα από το εξαιρετικό (αλλά και κακοποιημένο από άσχετους, ανιστόρητους και μαυρογυαλουρικώς σκεπτόμενους άρχοντες) πάρκο σιδηροδρόμων. Και όταν τελειώνει πέφτουμε στο πεζοδρόμιο της Αριστομένους για το οποίο απορρίπτεται μετά πολλών επαίνων η πρόταση για δεύτερη σειρά πλατανιών ώστε να δημιουργηθεί ένας συμπαγής πράσινος πνεύμονας, υποκύπτει στην «τραπεζοκαθισματοποίηση» (η οποία θα μπορούσε όμως να υπάρχει διακριτικά κάτω από τη σκια των δέντρων όπως γινόταν και παλαιότερα δυτικά. Εντάξει, δεν θα επιμείνω σε αυτό, θα επιμείνω όμως την ανάγκη να φυτευτεί με τα κατάλληλα δέντρα για σκίαση, η καραφλή πλατεία της πόλης και να μετατραπεί σε άλσος. Σε αυτό είναι το μέλλον του κέντρου από την άποψη της απάντησης στην κλιματική αλλαγή και τους καύσωνες.

Και αφού προσπεράσουμε τις πλατείες των εκκλησιών που έχουν «αφορίσει» το υψηλό πράσινο για λόγους «μεγαλοπρεπείας» και ας είναι σε σημεία που το έχει ανάγκη η πόλη και ειδικότερα η γειτονιά, να «σκαρφαλώσουμε» στο «περιαστικό πάρκο». Μια περιοχή εξαιρετικού ενδιαφέροντος και μοναδικής φυσικής ομορφιάς για όσους έχουν περπατήσει στο βάθος του Νέδοντα, η οποία ενώνει την πόλη με τον Ταΰγετο. Προβλέπεται από το γενικό πολεοδομικό και στην «Ε» είχε γίνει μια έρευνα στις δημοτικές εκλογές του 2019 όπου όλοι οι υποψήφιοι υπερθεμάτιζαν για την κατασκευή του περιαστικού πάρκου. Αλλά όχι μόνον δεν έγινε απολύτως τίποτε (μια μελέτη έστω και για του κόσμου τα μάτια να πούμε), αλλά συνεχίζει να κατασκευάζεται ένα μεταλλικό θηρίο ως «Ανοιχτό Θέατρο», τα συνεργεία περιμένουν πότε θα πλημμυρίσει ο Νέδοντας για να το πάρουν απόφαση να… μετακινηθούν (ό, τι σωθεί) και η περιοχή είναι στην απόλυτη εγκατάλειψη στην οποία φοβάσαι να κυκλοφορήσεις καθώς έχει γίνει καταφύγιο αγριεμένων αδέσποτων που δεν το έχουν και σε πολύ να επιτεθούν. Χωρίς περιστροφές, η «αναγέννηση» και προστασία της κοίτης του Νέδοντα και των ιστορικών λόφων που την περιβάλλουν, είναι «προίκα» για την πόλη και υποχρέωση του δήμου. Και από μόνη της μπορεί να αποτελέσει ταυτοτικό στοιχείο που θα βελτι΄λωσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων και θα προσελκύσει επισκέπτες. «Πράσινη πόλη» χωρίς πράσινο δεν νοείται και αποτρεπτικό για αυτό δεν είναι το «γαλάζιο» χρώμα των αρχόντων, αλλά μια νοοτροπία που αρνείται τις μεγάλες προκλήσεις των καιρών, βολεύεται με προγράμματα αναπλάσεων… χωρίς πρόγραμμα και σχέδιο, κορδώνεται στους φωτογραφικούς φακούς για το ψαλίδι και μια κορδέλα στο αεροδρόμιο…

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Επί Τάπητος: Η «ανάπλαση» στα λεξικά…