Δυσάρεστες εκπλήξεις μπορεί να κρύβει για τους αγρότες το ναυάγιο της συζήτησης για τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη Σύνοδο Κορυφής. Σε κάθε περίπτωση πάντως φαίνεται ότι το "κεκτημένο" της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής κινδυνεύει να παρασυρθεί στη δίνη της κρίσης και τις πιέσεις που ασκούνται για όλο και περισσότερες περικοπές. Μέσα σε αυτό το κλίμα προβάλλεται με όλο και περισσότερη ένταση η άποψη επιχειρηματικών κύκλων για κάλυψη των διατροφικών αναγκών μέσα από εισαγωγές και διοχέτευση των χρημάτων της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής σε άλλους τομείς στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Τη διαπίστωση αυτή κάνουν πλέον και φανατικοί ευρωπαϊστές όπως ο καθηγητής Γιώργος Παπαστάμκος που ως ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας συμμετέχει τόσο στην Επιτροπή Γεωργίας όσο και στην Επιτροπή Προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ο οποίος στην τελευταία παρέμβασή του σημείωνε χαρακτηριστικά τα εξής: "Εναντι όσων απαξιώνουν την ΚΑΠ, εκμεταλλευόμενοι βεβαίως λάθη και αστοχίες του παρελθόντος, όσων προτάσσουν άλλους «ανταγωνιστικότερους» τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας και κάλυψη των επισιτιστικών αναγκών μέσω αυξημένων εισαγωγών, θα ήθελα να αντιτείνω ότι μια ισχυρή ΚΑΠ είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία. Σε παγκόσμια κλίμακα υπάρχει αυξημένη ζήτηση τροφίμων σε συνθήκες υψηλότερου κόστους παραγωγής, έντονης αστάθειας των γεωργικών αγορών, λιγότερης γης, λιγότερων υδάτινων πόρων και μειωμένων ενεργειακών εισροών.
Ο πολυλειτουργικός ευρωπαϊκός γεωργικός τομέας προμηθεύει δημόσια αγαθά μείζονος σημασίας στις κοινωνίες μας, ο εφοδιασμός των οποίων δεν μπορεί να εξασφαλισθεί μέσω της αγοράς. Πέραν της διασφάλισης επισιτιστικής επάρκειας, ασφάλειας και ποιότητας των τροφίμων σε προσιτές τιμές για τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μια ισχυρή ΚΑΠ είναι επίσης θεμελιώδης για την κοινωνική και εδαφική συνοχή, τη διαφύλαξη της περιβαλλοντικής αειφορίας και της οικονομικής ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών. Επιθυμητή είναι η περισσότερο στοχευμένη και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων της ΚΑΠ, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η επιφόρτιση του γεωργικού τομέα με πρόσθετες υποχρεώσεις και ταυτοχρόνως η αντιστρόφως ανάλογη άμβλυνση της χρηματοδοτικής πλαισίωσης".
Οσο γριφώδεις και αν φαίνονται εκ πρώτης όψεως οι διατυπώσεις, ακουμπούν την καρδιά του προβλήματος και φωτίζουν μια αθέατη για πολλούς πλευρά της διαπάλης συμφερόντων μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ολη η φιλολογία υπονόμευσης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής έχει βαθύτερες στοχεύσεις και μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή κρίση μεγάλες παραδοσιακές αγροτικές περιοχές στην Ευρώπη. Η οποία μπορεί να έχει μεγάλες κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες. Η πολιτική εξασφάλισης διατροφικής επάρκειας μέσω εισαγωγών και με το πρόσχημα της μείωσης του κόστους διαβίωσης, στοχεύει στην κερδοφορία των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτό τον τομέα και δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους λόγω της εξάρτησης από μια σειρά αστάθμητους παράγοντες και κυρίως μέσα από τη χρηματιστηριακή πρακτική που επιβάλλουν οι αγορές στο εμπόριο της γεωργικής παραγωγής.
Και έχει ιδιαίτερη σημασία μια σημείωση του κ. Παπαστάμκου που αποτελεί και πεδίο αντιπαράθεσης καθώς συναντά έντονες αντιδράσεις από τις αγροτοσυνεταιριστικές οργανώσεις. Η μείωση των χρηματοδοτήσεων της γεωργίας συνοδεύεται από αύξηση του κόστους παραγωγής που επιβάλλεται μέσα από τις υποχρεώσεις για "πράσινες" προσαρμογές του αγροτικού τομέα και τους περιορισμούς που τίθενται σε σχέση με αυτό. Μια τέτοια πρακτική μειώνει δραματικά την ανταγωνιστικότητα των αγροτικών προϊόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης καθώς οι εισαγωγές προέρχονται από χώρες στις οποίες δεν ισχύουν ανάλογες προδιαγραφές και αντιθέτως έχει αποδειχθεί ότι χρησιμοποιούνται ακόμη και απαγορευμένα φυτοπροστατευτικά σκευάσματα.
Τα όσα προαναφέρθηκαν αποτελούν κομβικά σημεία για την ανάγνωση των όσων συμβαίνουν πίσω από τα παζάρια στα Κοινοτικά όργανα. Γιατί μέσα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενωσης υπάρχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα χωρών και προς το παρόν τουλάχιστον οι περικοπές στο γεωργικό τομέα συναντούν τη σθεναρή αντίσταση των Γάλλων οι οποίοι και ιδιαίτερα ωφελημένοι είναι και η γεωργία τους έχει "μεσογειακά" χαρακτηριστικά και ως εκ τούτου ιδιαίτερη ανάγκη στήριξης. Οι περικοπές ξεκίνησαν από 21,5 δις. ευρώ και σε έναν ελιγμό έναντι αυτού αυξήθηκαν κατά 8 δις. ευρώ οι χρηματοδοτήσεις του "κωδικού" που αφορά το σύνολο των πολιτικών γεωργίας, ανάπτυξης της υπαίθρου, αλιείας και χρηματοδότησης περιβαλλοντικών δράσεων. Η εξέλιξη αυτή κατά τον κ. Παπαστάμκο "απέχει κατά πολύ από τους απαραίτητους για την επαρκή χρηματοδοτική πλαισίωση της ΚΑΠ πόρους". Και είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι προβλέπεται ακόμη μεγαλύτερη μείωση των δαπανών για άμεσες ενισχύσεις (επιδοτήσεις) που θα γίνουν ακόμη μεγαλύτερες μέσα από την ανακατανομή των πόρων στο πλαίσιο των αλλαγών που ετοιμάζονται στην Κοινή Αγροτική Πολιτική.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του ευρωπαϊκού Τύπου, στις αντιδράσεις πρωτοστατούν η Γαλλία, η Ιταλία και η Ιρλανδία που απορρίπτουν και τη "βελτιωμένη" πρόταση. Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στην Ευρώπη, στην Ελλάδα απουσιάζει ακόμη και η στοιχειώδης ενημέρωση για τα όσα συζητούνται. Ενα ακόμη δείγμα εγκατάλειψης της γεωργίας και απουσίας πολιτικής.