Εννοείται ότι η μετάβαση δεν θα γίνει ούτε μετά από μια καταστροφή ούτε με έναν νόμο, όπως πίστεψαν πολλοί στο παρελθόν. Αν αρκούσε μια καταστροφή, η Ελλάδα θα είχε γυρίσει οριστικά σελίδα το 1974, μετά την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, ή το αργότερο μετά την άτυπη χρεοκοπία του 2010. Οι πολίτες και οι πολιτικοί, όμως, προτίμησαν να φορτώσουν όλες τις ευθύνες στους ξένους, για να μην αναγκαστούν να διαλύσουν τα πελατειακά δίκτυα, που στελεχώνουν με ανίκανους τόσο την κρατική μηχανή όσο και τον παραγωγικό μηχανισμό της ελληνικής οικονομίας. Οι ανίκανοι, στη συνέχεια, συναγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα ανέβει πιο ψηλά, με συνέπεια πολλές -αν όχι όλες- οι καίριες θέσεις να καταλαμβάνονται από πρόσωπα που δεν μπορούν να μοιράσουν δυο γαϊδουριών άχυρα.
Η κατάσταση επιδεινώνεται ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς οι ικανοί ιδιωτεύουν, επειδή δεν έχουν καμία διάθεση να μπλέξουν με τον εσμό όλων αυτών που ανελίσσονται βάζοντας τρικλοποδιές στους τριγύρω τους. Έτσι κι αλλιώς, στην Ελλάδα η υπονόμευση του… γείτονα θεωρείται αναγκαία προϋπόθεση για την επιβίωση της οικογένειας, σε ένα κράτος με θεσμούς υποδεέστερους από τα πελατειακά δίκτυα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο καχυποψίας, ακόμα και η σκέψη για συνεργασία είναι καταδικασμένη, αφού όλοι στρέφονται εναντίον όλων για να επιβιώσουν.
Ανοίγοντας παρένθεση, οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι η καταγραφή της θλιβερής πραγματικότητας δεν λειτουργεί ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τις κυβερνητικές ευθύνες στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Άλλωστε, εκτός από τις ηθικές ευθύνες υπάρχουν και οι ποινικές για τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, που δεν πρόκειται να διαγραφούν, επειδή η ελληνική κοινωνία ρέπει προς το ρουσφέτι και την αναξιοκρατία. Επισημαίνουμε τις βαθιές αιτίες της αναξιοκρατίας και του ρουσφετιού, για να τονίσουμε τον κίνδυνο «αλλαγής φρουράς» στα πελατειακά δίκτυα που διαχειρίζονται τις αγροτικές επιδοτήσεις χωρίς να αλλάξει τίποτε άλλο.
Σε κάθε περίπτωση, η μετάβαση από τα πελατειακά δίκτυα στη θεσμική δημοκρατία θα γίνει αργά και βασανιστικά, όπως σχεδόν όλες οι αλλαγές στην Ελλάδα. Ήδη, πάντως, έχουν αποδυναμωθεί -λόγω της μείωσης και της γήρανσης του πληθυσμού- τα ισχυρά οικογενειακά δίκτυα της αγροτικής κοινωνίας στην ελληνική επαρχία. Τα απομεινάρια τους, αν και πρωταγωνιστούν στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, έχουν ελάχιστη ισχύ σε σχέση με το παρελθόν και απλώς επιβιώνουν, επειδή δεν υπάρχει ένας ισχυρός μηχανισμός (κομματικός, κρατικός ή ελεγκτικός), για να διαλύσει πλήρως τον παραγοντικό παρασιτισμό. Τα αστικά πελατειακά δίκτυα είναι επίσης ανίσχυρα, αλλά επιβιώνουν επειδή οι τοπικές ελίτ εκμεταλλεύονται το έλλειμμα ισχυρής αντιπολίτευσης και Τύπου και εδραιώνουν την εξουσία τους κάνοντας μικροεξυπηρετήσεις. Παρ’ όλα αυτά, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη η νοοτροπία πολλών αιώνων και οι Έλληνες να αφήσουν πίσω τους οριστικά την καχυποψία, την υπονόμευση του διπλανού τους, το ρουσφέτι και την αναξιοκρατία.