Στο αναμφίβολο αυτό συμπέρασμα καταλήγει οποιοσδήποτε αντικειμενικός παρατηρητής έχει σχέση με την ελληνική πραγματικότητα και δεν βλέπει οράματα σαν το γέροντα Παΐσιο, που πρόσφατα αγιοποιήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο προς τέρψιν των εθνικολαϊκιστών που περιμένουν σωτηρία από το "ξανθό γένος". Οσοι λοιπόν δεν βλέπουν οράματα, ακούν καθημερινά τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών να συμφωνεί απολύτως και χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη με την ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων, με την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 750 ευρώ και την επαναπρόσληψη στο δημόσιο τομέα των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών και των σχολικών φυλάκων. Αν κάποιος αφελής ρωτήσει τους χαρούμενους συμπολίτες μας για το ποιος θα πληρώσει τις εξαγγελίες, θα ακούσει ότι όλα είναι… κοστολογημένα και θα καταλάβει αμέσως ότι δεν έχει κανένα νόημα να συνεχιστεί η συζήτηση.
Ετσι και αλλιώς στην ελληνική κοινωνία κυριαρχεί η αντίληψη που θέλει το κράτος να κινεί τα νήματα της οικονομίας δίνοντας και κάποιες δουλειές σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το μοντέλο αυτό του κρατικοδίαιτου καπιταλισμού δημιουργήθηκε στη μετεμφυλιακή Ελλάδα για να εμποδίσει τους κομμουνιστές να καταλάβουν την εξουσία. Το κράτος της Δεξιάς διόριζε τα παιδιά του στο Δημόσιο και μοίραζε χρήματα στους επιχειρηματίες που δήλωναν εθνικόφρονες. Στην πραγματικότητα το κράτος της Δεξιάς εκτεινόταν πολιτικά από την Κεντροαριστερά έως την Ακρα Δεξιά και αρκούσε κάποιος να αποκηρύξει τον κομμουνισμό ώστε να πάρει πρόσκληση για το πάρτι που είχε στηθεί με τα χρήματα του σχεδίου Μάρσαλ. Οι εθνικόφρονες επιχειρηματίες -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- σπατάλησαν τα χρήματα χωρίς να δημιουργήσουν υγιείς επιχειρήσεις. Αντιθέτως δημιούργησαν θνησιγενείς επιχειρήσεις που συνεχίζουν να ζουν μέχρι σήμερα με δανεικά και επιδοτήσεις από το κράτος και τις κρατικές τράπεζες. Ομως με τα χρήματα του σχεδίου Μάρσαλ δημιουργήθηκαν έστω και υπερκοστολογημένες οι αναγκαίες υποδομές που βελτίωσαν το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων. Την ίδια ώρα οι Ελληνες πολιτικοί επισείοντας τον κίνδυνο των κομμουνιστών διεκδικούσαν ολοένα και περισσότερο δολάρια από τη Δύση για την ισχυροποίηση του κράτους. Σημειώνεται ότι εκείνη την εποχή η Δύση πίστευε ότι μόνο ισχυρά κράτη -και αν χρειαστεί ισχυρές δικτατορίες- μπορούν να σταματήσουν τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Γι' αυτό έδινε αγόγγυστα δολάρια στους Ελληνες πολιτικούς για να ισχυροποιούν το κράτος και να ταΐζουν τους ιδιώτες που παρίσταναν τους επιχειρηματίες αναλαμβάνοντας εργολαβίες του Δημοσίου και παράγοντας προϊόντα προστατευόμενα από υψηλούς δασμούς. Κάπως έτσι η πλειοψηφία των Ελλήνων αγάπησε το κράτος της Δεξιάς και γι' αυτό ελάχιστοι αντιστάθηκαν στη χούντα των συνταγματαρχών που ανέλαβε τη διαχείρισή του επισείοντας και αυτή με τη σειρά της τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Ολα αυτά τα χρόνια οι μόνοι που κυνηγήθηκαν από το κράτος της Δεξιάς ήταν οι κομμουνιστές, ενώ όλοι οι άλλοι είτε αβίαστα είτε γιατί φοβόνταν μην τους θεωρήσουν κομμουνιστές πήραν μέρος στο πάρτι του “καλώς ήλθε το δολάριο”. Εννοείται ότι οι κομμουνιστές, μετά τον εμφύλιο και μέχρι τη χούντα των συνταγματαρχών, ποτέ δεν ξεπέρασαν το 10%. Αρα το 90% των Ελλήνων πήρε μέρος στο πάρτι έστω και τσιμπολογώντας ελάχιστα σεντ από το σχέδιο Μάρσαλ. Ομως στα χρόνια της φτώχειας και της εξαθλίωσης αρκούσαν λίγα σεντ για να αισθάνεται ο φουκαράς μέλος της μεγάλης εθνικόφρονης οικογένειας του ελληνικού κράτους.
Η πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 1973 βρήκε αθωράκιστη τόσο την ελληνική οικονομία όσο και τη χούντα των συνταγματαρχών που δεν μπόρεσε να τη διαχειριστεί. Οσοι “ακολουθούν το χρήμα” για να ερμηνεύσουν την ιστορία, παρατηρούν ότι η χούντα έπεσε ένα μόλις χρόνο μετά το ξέσπασμα της πετρελαϊκής κρίσης αφήνοντας πίσω της δεκάδες προβληματικές επιχειρήσεις, που δεν μπορούσαν να επιβιώσουν στο νέο ενεργειακό τοπίο. Τότε ο λαός στράφηκε εναντίον της και αγκάλιασε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή που ξεκίνησε τις κρατικοποιήσεις επιχειρήσεων για να μην απολυθούν οι εργαζόμενοι. Για μια ακόμα φορά το ελληνικό κράτος πήρε στην αγκαλιά του φουκαράδες παρέχοντας προστασία στους αδύναμους, που το αγκάλιασαν ακόμα περισσότερο με τη σειρά τους. Μαζί αγάπησαν και τον Ανδρέα Παπανδρέου που υποσχέθηκε και πράγματι (όπως θα έλεγε και εκείνος) πρόσφερε ακόμα μεγαλύτερο κράτος. Εκείνη την περίοδο στην Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ οι φιλελεύθεροι Μάργκαρετ Θάτσερ και Ρόναλντ Ρίγκαν άρχισαν να ιδιωτικοποιούν κρατικές επιχειρήσεις αμφισβητώντας ανοιχτά την αποτελεσματικότητα και την πολιτική ορθότητα του κράτους πατερούλη. Η κατάρρευση της κρατικής οικονομίας της Σοβιετικής Ενωσης για άλλους δικαίωσε την πολιτική της Θάτσερ και του Ρίγκαν, ενώ για άλλους απλώς αποτέλεσε την αφορμή για περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις σε Δύση και Ανατολή. Μόνο στην Ελλάδα συνεχίστηκε η διόγκωση του κράτους, ενώ οι ιδιωτικοποιήσεις έγιναν μετοχοποιήσεις για να παραμείνει η διοίκηση των περισσότερων δημόσιων επιχειρήσεων στο κράτος. Ετσι φτάσαμε στην κρίση του 2008 με ένα τεράστιο κράτος από το οποίο εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα το εισόδημα της πλειοψηφίας των ελληνικών νοικοκυριών. Δίπλα στο τεράστιο κράτος οι ολιγάρχες, που παριστάνουν τους επιχειρηματίες, συνεχίζουν να κάνουν μπίζνες με το Δημόσιο και λαθρεμπόριο με το… "ξανθό γένος" και τους ισλαμιστές της Ανατολής. Πάντα υπό την ανοχή αν όχι με την προτροπή της Δύσης που δείχνει να θορυβείται σήμερα από τις πολιτικές εξελίξεις στη Ελλάδα, όπως θορυβήθηκε στο παρελθόν όταν στράφηκαν εναντίον της οι ισλαμιστές που χρηματοδοτούσε για να σταματήσει τους κομμουνιστές. Από εκεί και πέρα ήταν θέμα χρόνου το κράτος της Δεξιάς να περάσει στα χέρια της Αριστεράς που υποσχόταν περισσότερο κράτος και ειλικρινά δεν θα μου κάνει καμία εντύπωση αν τελικώς καταλήξει στα χέρια της Ακροδεξιάς που θα υπόσχεται -τι άλλο- περισσότερο κράτος. Αντιθέτως θα μου προκαλέσει μεγάλη έκπληξη η συρρίκνωση του κράτους σε τέτοιο βαθμό που θα είναι αδύνατη η εδραίωση μιας δικτατορίας επειδή δεν θα υπάρχουν μονοπώλια και ολιγοπώλια για να τα ελέγξει εύκολα και ολιγάρχες για να τη στηρίξουν.
Θανάσης Λαγός
e-mail: lathanasis@yahoo.gr