Σάββατο, 29 Αυγούστου 2020 19:12

Αναγκαία η αξιοποίηση κάθε σταγόνας νερού

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

 

Σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος ΕΕΑ (όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα» 23-8-2020), οι καύσωνες, οι έντονες βροχοπτώσεις, η χαλαζόπτωση και η λειψυδρία έχουν αλλάξει σημαντικά τις συνθήκες παραγωγής σε αροτραίες καλλιέργειες.

Αυτό ισχύει ειδικά για φυτά της Μεσογείου, όπως η ελιά και τα οινοστάφυλα. Μέχρι τα τέλη του αιώνα αναμένεται να έχει αυξηθεί σημαντικά τόσο η συχνότητα όσο και η ένταση των περιόδων ξηρασίας, ειδικά δε την άνοιξη και το καλοκαίρι. Βάσει σχετικών μοντέλων η μέση ετήσια θερμοκρασία αναμένεται να αυξηθεί μεταξύ ενός και πεντέμιση βαθμών Κελσίου.
«Η κλιματική αλλαγή εγκυμονεί κινδύνους για την παγκόσμια οινοπαραγωγή, ειδικά στην Ευρώπη» εξηγεί ο Ζοζέπ Μαρία Σολέ από την «Ολοκληρωμένη Εφαρμογή Εξυπνου Κλίματος για Αμπελώνες» (VISCA), μια πρωτοβουλία της ΕΕ που έχει στόχο να συνδράμει την ευρωπαϊκή αμπελουργία στην ανάπτυξη στρατηγικών προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή. Οπως εξηγεί ο ειδικός, μελλοντικά πολλές οινοπαραγωγές περιοχές θα πλήττονται όλο και συχνότερα από κύματα καύσωνα και ξηρασίας. Την ίδια ώρα σε ορισμένες περιοχές της Ισπανίας οι παρατεταμένες περίοδοι παγωνιάς την άνοιξη θα βλάπτουν τις κληματαριές.
Αντιμέτωποι με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής δεν είναι όμως μόνον οι οινοπαραγωγοί, επισημαίνει ο ειδικός της ΕΕΑ Μπλαζ Κούρνικ. Οι πιο ήπιοι χειμώνες ευνοούν την εξάπλωση νέων ασθενειών και παρασίτων. Αυξανόμενα σμήνη του δάκου της ελιάς, του σημαντικότερου εχθρού των ελαιόδεντρων, για παράδειγμα, απειλούν πλέον την ευρωπαϊκή βιομηχανία ελαιόλαδου, η οποία καλύπτει τα τρία τέταρτα της παγκόσμιας ζήτησης σε ελαιόλαδο. «Στη χειρότερη περίπτωση θα μπορούσε να πληγεί κάθε χρόνο έως και το 80% των (ιταλικών) ελαιόδεντρων» εκτιμά ο Κούρνικ, προσθέτοντας ότι το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και οι παραγωγοί στην Ισπανία. Η Ιταλία, που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγός ελαιόλαδου στον κόσμο, είχε το 2018 μια σχεδόν καταστροφική σοδειά. Η κακοκαιρία και η παγωνιά είχαν οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής κατά 57%, που αντιστοιχεί σε απώλειες σχεδόν ενός δισ. ευρώ.
Οι επισημάνσεις των ειδικών για την κλιματική αλλαγή δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού. Τα παραδοσιακά αγροτικά προϊόντα της Μεσσηνίας, δηλαδή ελαιόλαδο, σύκα και σταφίδα, έχουν να αντιμετωπίσουν ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο, αυτό της κλιματικής αλλαγής. Τίθεται έτσι με επιτακτικό τρόπο η ανάγκη για επεξεργασία προτάσεων σε σχέση με τις παραδοσιακές καλλιέργειες, αλλά και τις νέες που μπορούν να αναπτυχθούν με βάση τα νέα κλιματολογικά δεδομένα. Οι παραδοσιακές προσεγγίσεις δεν αρκούν και χρειάζεται σοβαρή επιστημονική τεκμηρίωση για το τι μπορεί να διατηρηθεί, τι να αντικατασταθεί και με ποιο οικονομικό κόστος για το κράτος και τους αγρότες.
Είναι φανερό ότι οι καλλιέργειες όπως υπάρχουν μέχρι σήμερα, την επόμενη δεκαετία δεν θα μπορούν να υπάρχουν. Η ανάγκη για άρδευση είναι παραπάνω από εμφανής, ενώ και η αντιμετώπιση ασθενειών όπως ο δάκος παίρνει άλλα χαρακτηριστικά. Μιλάμε δηλαδή για διαφορετικό τρόπο καλλιέργειας, με αυξημένο οικονομικό κόστος, κάτι που βάζει στο τραπέζι το ερώτημα της ανταγωνιστικότητας με βάση τις διεθνείς τιμές των προϊόντων.
Το ζήτημα της εξεύρεσης νερού για το πότισμα των καλλιεργειών που μέχρι πρόσφατα δεν ποτίζονταν δεν είναι μία απλή υπόθεση - και θεωρούμε ότι δεν μπορεί να γίνει με αποσπασματικό και ευκαιριακό τρόπο. Η άρδευση ελαιώνων, αμπελιών και συκοπερίβολων είναι ένα τεράστιο έργο που προϋποθέτει τον ορθολογικό και παραγωγικό τρόπο διαχείρισης του συνόλου των υδάτινων αποθεμάτων της περιοχής. Είναι αυτό εφικτό; Και αν αρδευτούν όλες ή έστω το μεγαλύτερο μέρος των εκτάσεων, συμφέρει να μείνουν οι παραδοσιακές ξερικές καλλιέργειες ή μήπως θα πρέπει να υπάρξει αναδιάρθρωση με επιλογή νέων, περισσότερων αποδοτικών;
Το τι δυνατότητες και επιλογές υπάρχουν θα πρέπει να αποτυπωθεί σε μελέτες και σενάρια, προκειμένου ο καθένας να λάβει τις αποφάσεις του. Μιλάμε για παρεμβάσεις οι οποίες θα έχουν τεράστιες επιπτώσεις στην τοπική οικονομία και το περιβάλλον. Αν οι δενδρώδεις καλλιέργειες της Μεσσηνίας δεν ποτιστούν, με βάση τα μοντέλα των ειδικών που παρακολουθούν την κλιματική αλλαγή, την επόμενη 20ετία θα έχουν εγκαταλειφθεί ως οικονομικά ασύμφορες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον και τη μορφολογία της περιοχής.
Οι συνθήκες που δημιουργούνται είναι φανερό ότι θα πρέπει να αλλάξουν τις    προτεραιότητες και τα αιτήματα των φορέων και των ασχολούμενων με τον πρωτογενή τομέα. Ποια αναδιάρθρωση σε σταφίδες και σύκα θα αποδώσει, αν δεν προηγηθεί η άρδευση των εκτάσεων στις οποίες θα καλλιεργηθούν; Τα αρδευτικά φράγματα, μικρά και μεγάλα, είναι οι υποδομές που μπορούν να σώσουν την αγροτική παραγωγή. Ολες οι δυνάμεις θα πρέπει να επικεντρωθούν σε αυτό τον τομέα, προκειμένου να ολοκληρωθεί η κατασκευή όσων φραγμάτων έχουν ξεκινήσει και να δημιουργηθούν νέα, στην κατεύθυνση της αξιοποίησης και της τελευταίας σταγόνας νερού. Μόνο με την αξιοποίηση των υδάτινων αποθεμάτων μπορούμε να ελπίζουμε στη συνέχιση των παραδοσιακών καλλιεργειών και στη διατήρηση του φυσικού τοπίου, που αποτελεί και βασικό στοιχείο του τουριστικού πλεονεκτήματος της Μεσσηνίας.   

panagopg@gmail.com

 

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 28 Αυγούστου 2020 23:47