Έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό και με αφορμή τις τραγικές επιδόσεις του στην άσκηση πολιτικής στον αγροτικό τομέα.
Ο λόγος που απομακρύνθηκε δεν είναι βέβαια ασήμαντος, αλλά τα χαζογελάκια για την παλαιοκομματική διαχείριση και τη σπάταλη μετά τις πυρκαγιές του 2007 ήταν μόνο το κερασάκι στην τούρτα όλων αυτών που υπηρετούσε το συγκεκριμένο πολιτικό πρόσωπο.
Μέσα από τους κομπασμούς Δούκα – Λιβανού δεν μάθαμε κάτι καινούργιο. Όλοι γνωρίζαμε το πώς διαχειρίστηκε η τότε κυβέρνηση Καραμανλή τις πυρκαγιές και τις αποζημιώσεις με τα τριχίλιαρα και τα δήθεν δάνεια στους πυρόπληκτους. Είναι γνωστό ότι σκορπίστηκαν λεφτά με στόχο τις εκλογές και την απόκρυψη των ευθυνών για τις φονικές πυρκαγιές.
Οι πυρκαγιές του 2007 δεν ήταν «περίεργες», όπως ακόμα και τώρα υποστηρίζει ο τότε αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευάγγελος Αντώναρος∙ ήταν ίδιες με αυτές στο Μάτι και αυτές του φετινού καλοκαιριού. Πυρκαγιές οι οποίες ξέφυγαν από την αδυναμία του κράτους και των οργάνων του να τις αντιμετωπίσει.
Οι καταστροφές δεν προκαλούνται από συνωμοσίες και πράκτορες, αλλά από κορυφαία ανικανότητα. Η κυνική ομολογία ότι μετά τις πυρκαγιές ξεπλύθηκαν με χρήματα οι ευθύνες αποτελεί άλλη μια απόδειξη για το πώς η χώρα έφτασε στη χρεοκοπία. Η αλήθεια, που καταγράφεται πλέον με σαφήνεια από τους πρωταγωνιστές της διακυβέρνησης της περιόδου 2004-2009, είναι αποκαλυπτική.
Ο Λιβανός ήταν άξιος συνεχιστής αυτής της αντίληψης, γι’ αυτό και εκθείαζε την «εποποιία» της περιόδου. Αυτό άλλωστε είχε φανεί την περίοδο που ήταν υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης. Η υποτίμηση των βουλευτών της Ν.Δ., η φανερή υπεράσπιση συγκεκριμένων συμφερόντων, η παλαιοκομματική εξυπηρέτηση της εκλογικής του περιφέρειας, ακόμα και τα συλλυπητήρια μηνύματα που έστελνε, δημιουργούσαν το πλαίσιο που καθιστούσε υποχρεωτική την απομάκρυνσή του. Οι Μεσσήνιοι αγρότες μπορεί να νιώθουν απελευθερωμένοι από την απομάκρυνση του συγκεκριμένου υπουργού. Η γενικότερη πολιτική μπορεί να μην είναι θέμα προσώπων, αλλά είναι φανερό ότι και τα πρόσωπα καθορίζουν πολιτικές.