Είναι μια συζήτηση η οποία δεν γίνεται. Στο βουλευόμενο όργανο της πόλης και της ευρύτερης περιοχής, το Δημοτικό Συμβούλιο δηλαδή, η συζήτηση αναλώνεται σε αντιπαραθέσεις για την καθημερινότητα. Στο γήπεδο της απραξίας δηλαδή που βολεύει αφάνταστα τη δημοτική ηγεσία, της οποίας το όραμα φτάνει μέχρι τη διαχείριση των τραπεζοκαθισμάτων. Δεν κρύβει πως δεν έχει όραμα και μάλιστα θεωρητικοποιεί την απουσία του ως στοιχείο ρεαλισμού. Και δεν μπορεί και δεν θέλει να πάει παραπέρα, καθώς η συγκυρία σπρώχνει τα πράγματα μόνη της και καλύπτει τη γύμνια σχεδιασμού σε σχέση με το μέλλον. Ο δρόμος έγινε χωρίς να νοιαστεί καθόλου γι' αυτό, ακόμη και όταν το έργο είχε κολλήσει. Το αεροδρόμιο για το οποίο ουδέποτε έχει ουσιαστικά ενδιαφερθεί, πάει μόνο του (μια ολόκληρη συζήτηση το γιατί). Γενικώς, κόσμος πάει και έρχεται και ουκ ολίγοι έχουν πεισθεί πως είναι ζήτημα χρόνου το μπιγκ μπανγκ στην τοπική οικονομία με τον τουρισμό και την αυξημένη προβολή της περιοχής (χωρίς επίσης να έχουν κουνήσει δαχτυλάκι). Θα έλεγα ότι μάλλον δεν έχουν αντιληφθεί ότι ορισμένα πράγματα εξαντλούνται και ήδη πιάνουν τα όριά τους, καθώς απουσιάζουν το πραγματικό ενδιαφέρον και οι υποδομές που θα μπορούσαν να υποδεχθούν ακόμη και ενδεχόμενη αύξηση της ζήτησης. Η οποία φυσικά δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση την πληρότητα των τριημέρων που δίνουν ανάσες, όχι όμως και λύσεις στην τοπική οικονομία. Η έκφραση “βούλιαξε από κόσμο” χρησιμοποιείται πολύ συχνά, δεν έχει όμως ανάλογο αντίκρισμα στα... ταμεία εκείνων που έχουν επενδύσει όνειρα στον τουρισμό.
Η απουσία συνεκτικού εναλλακτικού σχεδίου από τις δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στο δήμο, διευκολύνει το παιχνίδι στο γήπεδο που ορίζει η δημοτική ηγεσία και το κερδίζει χωρίς δυσκολία. Οι μεμονωμένες παρεμβάσεις όση αξία και αν έχουν, όσο σωστές και αν είναι, δεν μπορούν να αλλάξουν τη ροή των πραγμάτων. Και ως εκ τούτου παραμένει ζητούμενο η πειστική εναλλακτική πρόταση τοπικής διακυβέρνησης. Ζητούμενο με προσωπικές, κοινωνικές και πολιτικές παραμέτρους καθώς αυτή δεν μπορεί να υλοποιηθεί με “χαρτιά” αλλά από ανθρώπους και οργανωμένες δυνάμεις που μπορούν να εμπνεύσουν και να κινητοποιήσουν τον πολίτη. Κοντά σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί και το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να έχουν λόγο για τα όσα συμβαίνουν στην πόλη, σιωπούν εκκωφαντικά. Οι παρεμβάσεις αυτοδικαίωσης μπορεί να ικανοποιούν τους προσωπικούς εγωισμούς, απέχουν πολύ όμως από το να αποτελούν ενέργειες οι οποίες σε τελευταία ανάλυση μπορεί να ενδιαφέρουν τους πολίτες. Θα τολμούσα να πω μάλιστα ότι κάποιοι στο μυαλό τους έχουν την υστεροφημία και αποφεύγουν να βάλουν το χέρι στη φωτιά όταν χρειάζεται. Θεωρούν ότι αν μιλήσουν γίνονται “μέρος του προβλήματος” όπως χαρακτηρίζουν πλέον στο παρασκήνιο την περί τις δημοτικές υποθέσεις αντιπαράθεση. Ετσι ξεμένουν λίγοι δεξιά – αριστερά που ξιφουλκούν, ματαίως τις περισσότερες φορές, προσπαθώντας να θέσουν επί τάπητος ζητήματα για τα οποία θα έπρεπε να γίνεται ζωηρή συζήτηση. Και τα οποία υποκύπτουν στη λογική του “ενός ανδρός αρχή”.
Και αν έτσι έχουν τα πράγματα με το παλιό πολιτικό προσωπικό που έδωσε στον εαυτό του φύλλο πορείας για αποστρατεία από τη συζήτηση για το μέλλον της πόλης, δεν φαίνεται να υπάρχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους νέους ανθρώπους. Αν οι μεγαλύτεροι έχουμε υποχρέωση να συνδράμουμε με τις απόψεις μας (και μόνον) στις υποθέσεις της πόλης, οι νεότεροι έχουν κάθε λόγο όχι μόνον να ανοίγουν τη συζήτηση αλλά και να οργανώνουν την παρέμβασή τους για τα θέματα αυτά. Γιατί είναι ζητήματα που αφορούν πρωτίστως τους ίδιους και τη ζωή τους, τη ζωή των παιδιών τους. Θα είχε ενδιαφέρον να ερευνήσει κάποιος τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό. Σε μια πρώτη προσέγγιση θα τολμούσα να γράψω ότι κρίσιμος παράγοντας είναι η απογοήτευση από τις πρακτικές και η απαξία του θεσμού της αυτοδιοίκησης. Κάποιες φορές αυτό είναι πρόσχημα, τις περισσότερες όμως γεννάει φόβο και μάλιστα σε γενιές που παρακολουθούν την πολιτική ως παρατηρητές χωρίς να συμμετέχουν ή να συμβάλουν στη διαμόρφωσή της. Παράγοντες που μπορούν να καταγραφούν ακόμη είναι οι επαγγελματικές δυσκολίες, η εξάρτηση αυτών πολλές φορές από μηχανισμούς εξουσίας, η προσπάθεια του σημερινού πολιτικού προσωπικού να ενσωματώσει ή να αποθαρρύνει από τη συμμετοχή νέους ανθρώπους. Από την εμπειρία της καθημερινότητας στην πόλη, εκτιμώ ότι η πλειοψηφία των νέων ανθρώπων που έχουν και άποψη για την πόλη και τη ζωή της, προτιμά στην καλύτερη περίπτωση να δραστηριοποιείται σε έναν συγκεκριμένο τομέα, μακριά από τριβές με την τοπική εξουσία και τη φθορά που προκαλείται.
Ασφαλώς δεν θεωρώ πως η Καλαμάτα είναι η εξαίρεση, ανάλογα φαινόμενα υπάρχουν και στις άλλες πόλεις ως απότοκα και της γενικής κατάστασης αλλά και μια αντίληψης “ανάθεσης” σε άλλους της διαχείρισης των υποθέσεων που μας αφορούν. Η αντιστροφή αυτής της εικόνας είναι απαραίτητη για την κοινωνία και την πόλη του μέλλοντος. Οι δρόμοι που ανοίγονται δεν είναι πολλοί και εκ των πραγμάτων βρισκόμαστε σε σταυροδρόμι για πολλούς λόγους αλλά και έναν ειδικότερο: Με την ολοκλήρωση της θητείας (αν όχι και νωρίτερα σε ενδεχόμενο πολιτικών εξελίξεων) εκ των πραγμάτων ολοκληρώνεται και ο κύκλος του δημάρχου Παν. Νίκα στη θέση αυτή. Κρατά στο χέρι του το κλειδί των εξελίξεων και από τον τρόπο που θα το διαχειριστεί, θα εξαρτηθούν πολλά πράγματα για το μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα κριθεί αν η αυτοδιοίκηση και ο δήμος θα αποτελούν την απόληξη των κομματικών βραχιόνων με επένδυση προσωπικών φιλοδοξιών ή χώρους στους οποίους θα παράγεται τοπική πολιτική με όραμα για το μέλλον. Πολλές φορές στο παρελθόν έχω αποσαφηνίσει ότι τα κόμματα έχουν λόγο στην αυτοδιοίκηση αλλά αυτός θα πρέπει να περιοριστεί στην παραγωγή πολιτικής (είδος εν ανεπαρκεία στους σημερινούς μηχανισμούς) και την ανάδειξη τοπικών στελεχών μέσα από αυτή τη διαδικασία. Αυτός ο ρόλος γίνεται καταστροφικός όταν απλώς επωάζουν στους κόλπους τους τις φιλοδοξίες ανθρώπων πρόθυμων να μετατρέψουν το θεσμό της αυτοδιοίκησης σε παράρτημα του κόμματος, αρκεί να καταλάβουν τις θέσεις εξουσίας.
Η πόλη χρειάζεται ανθρώπους με όραμα γι' αυτήν και την κοινωνία, που θα βάζουν το “εμείς” πάνω από το “εγώ” και δεν θα διστάζουν να συγκρουσθούν με αντιλήψεις και επαγγελματικά λόμπι για να προστατεύσουν το δημόσιο συμφέρον. Χρειάζεται την ενεργοποίηση των δυνάμεων που περιθωριοποιούνται από τη δράση των μηχανισμών εξουσίας, την ενεργοποίηση των νέων ανθρώπων που μπορούν να βλέπουν το δικό τους μέλλον συνδεδεμένο με το μέλλον του τόπου και όχι ως άθροισμα “ευκαιριών” σε περίοδο βαθύτατης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Χρειάζεται αλλαγή της αντίληψης για τη διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων. Πρόκληση για παλιούς και νέους...