Μετά και τις εκδηλώσεις για την 23η Μαρτίου, διαπιστώνεται πως όλο και λιγότερος κόσμος φθάνει ή κυκλοφορεί στην πόλη σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Η γρήγορη ερμηνεία έχει να κάνει ασφαλώς με το γεγονός ότι η κρίση βαθαίνει, υπάρχει όμως και άλλος ένας σημαντικός παράγοντας που θα πρέπει μέσα σε αυτή να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη.
Και αυτός ο παράγοντας έχει να κάνει με τα αγροτικά εισοδήματα και τα πολύ σοβαρά προβλήματα που δημιουργούνται τόσο στην ύπαιθρο, όσο και σε εκείνους που έχουν συμπληρωματικό εισόδημα από τη γεωργία. Νομίζω ότι η ζημιά που έγινε φέτος στην παραγωγή ελαιολάδου έχει αρχίσει να φαίνεται ποικιλοτρόπως, πιστοποιώντας ότι το μέγεθός της ήταν εξαιρετικά μεγάλο. Ο δάκος και απόκοντα το γλοιοσπόριο έκαναν θραύση, οι άνθρωποι και κατ' επέκταση η τοπική οικονομία στερήθηκαν σημαντικά ποσά. Αυτό δεν μπορεί παρά να έχει επιπτώσεις σε πλήθος επαγγελμάτων, καθώς όχι μόνον μειώνεται η κίνηση αλλά περιορίζεται η κατανάλωση και μεταξύ εκείνων που δεν έχουν ακόμη “αποκλειστεί” από την ζωή και την κίνηση της πόλης. Οι διαπιστώσεις αυτές κατ' αρχήν επαναφέρουν στην επιφάνεια το ζήτημα του προσανατολισμού της πολιτικής που ακολουθείται από τους τοπικούς παράγοντες και οι οποίοι έχουν παραγκωνίσει τη σημασία που έχει η αγροτική οικονομία, καθώς αναμασούν μονίμως τα ίδια περί τουρισμού και επισκεπτών. Οχι πως κάνουν και τίποτε σπουδαίο βεβαίως για τον τουρισμό πέρα από τα λόγια, το λιβανιστήρι και τις... δεήσεις για τον τουρισμό και τις επενδύσεις σε αυτό τον τομέα. Πολλές φορές έχουμε τονίσει πως τα πράγματα κινούνται μόνα τους, πέρα από οποιοδήποτε σχεδιασμό και ως εκ τούτου μπορούν να αλλάξουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Δυστυχώς κανένας δεν ασχολείται με τον αγροτικό τομέα, άντε πού και πού να βγει κανένα ψήφισμα όταν ζορίσουν τα πράγματα και στη συνέχεια σιωπή. Αν κάποτε και αυτός... πήγαινε μόνος του, τώρα τα πράγματα έχουν ζορίσει ιδιαιτέρως και κάποια στιγμή πολλοί θα βρεθούν προ εκπλήξεως.
Γράψαμε και είναι πασίγνωστο ότι πέρα από το αντικειμενικόν των πολλών γενεών και πυκνών πληθυσμών δάκου, υπήρχαν λάθη, παραλείψεις και αστοχίες στην υπόθεση οργάνωσης της δακοκτονίας. Θα περίμενε κάποιος η κατάσταση η οποία δημιουργήθηκε να κινητοποιήσει αρμόδιους και ενδιαφερόμενους έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα εθνικό σχέδιο αντιμετώπισης των εχθρών της ελαιοκαλλιέργειας με επαρκή χρηματοδότηση και επιστημονική υποστήριξη. Η υπόθεση όμως εξαντλήθηκε σε αντιδικίες για το ποιος έχει την ευθύνη, ενώ κατά πως φαίνεται και πάλι ακονίζονται... μαχαίρια καθώς δεν φαίνεται να υπάρχουν θεαματικές αλλαγές και ο κίνδυνος της ζημιάς πάντα... κόβει βόλτες. Εδώ η αυτοδιοίκηση, που είναι και ο πλησιέστερος θεσμός στον πολίτη, θα έπρεπε να έχει παίζει καταλυτικό ρόλο αλλά κατά πως φαίνεται, όταν πέρασε η φούγα των αντιδράσεων, επανήλθε στις... αναπλάσεις και τις τσιμεντοστρώσεις αφήνοντας και πάλι τους πολίτες στην τύχη τους και στις ορέξεις... καιρού και εχθρών των καλλιεργειών. Ολοι ελπίζουν πως δεν θα επαναληφθούν τα περσινά φαινόμενα αλλά κανένας δεν το εγγυάται αφού δεν φαίνεται να έγιναν κάποιες σοβαρές αλλαγές με βάση την περυσινή εμπειρία. Ουκ ολίγοι παραγωγοί αναζητούν τρόπους για να αντιμετωπίσουν κατά το δυνατόν εκ των ενόντων το πρόβλημα, κερδίζουν έδαφος αντιλήψεις σχετικά με τη (μη) χρησιμότητα της οργανωμένης δακοκτονίας και γενικώς δημιουργείται ο κίνδυνος λανθασμένων κινήσεων που μπορεί να στοιχίσουν τελικά στους παραγωγούς και την τοπική οικονομία. Ως εκ τούτου από τις ενέργειες της αυτοδιοίκησης και των υπηρεσιών θα κριθούν πολλά πράγματα όσον αφορά την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Βεβαίως πέραν του δάκου, υπάρχει και ένα πλήθος ζητημάτων τα οποία κάνουν δύσκολη τη ζωή των ανθρώπων στο χωριό και υπονομεύουν το μέλλον της παραγωγής. Περισσότερο χειροπιαστό τον τελευταίο καιρό το πρόβλημα των δασικών χαρτών και η επιεικώς ατυχής διαχείριση του θέματος από τα κυβερνητικά επιτελεία. Ουσιαστικά δεν έχει ξεκαθαριστεί τι επιδιώκεται και με ποιο τρόπο θα λυθούν ζητήματα που τρέχουν (όπως αυτό της ενεργοποίησης δικαιωμάτων) αφού οι δηλώσεις των αρμοδίων είναι αλληλοσυγκρουόμενες. Και δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά με αποφάσεις που αγνοούν το στοιχειώδη ρεαλισμό και τη σημασία πιλοτικών εφαρμογών πριν καθολικευτεί η εφαρμογή των μέτρων έτσι ώστε να προληφθούν (κατά το μέτρο του δυνατού) τα προβλήματα που αναφύονται. Στο βάθος βεβαίως είτε το ομολογούν, είτε όχι, οι περισσότεροι διακρίνουν μια εισπρακτική λογική που θα “ματώσει” μέρος της υπαίθρου και των ανθρώπων που κατέχουν καλλιεργούμενες εκτάσεις. “Στο καπάκι” έρχονται οι ρυθμίσεις με τις οποίες όσοι συνεχίσουν να καλλιεργούν και μετά τη συνταξιοδότηση (δεν αφορά παλιούς συνταξιούχους) θα εισπράττουν μόνο το 60% της επιδότησης. Μετά τις αντιδράσεις ορισμένοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι κάνουν ελιγμούς δηλώνοντας ότι θα το δουν για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, αλλά για τους άλλους ο “απορφανισμός” από τη γη έχει δρομολογηθεί. Αντε τώρα να δούμε τι θα γίνει και με την... απειλούμενη ασφαλιστική εισφορά στον ΟΓΑ για ετεροεπαγγελματίες που έχουν αγροτική γη, για να συνεχιστεί η διαρκής επιβάρυνση της παραγωγής και η μετά μαθηματικής βεβαιότητας εγκατάλειψη αν συνεχιστεί το παντοειδές χαράτσωμα.
Ολα αυτά βεβαίως οδηγούν... στην αρχή: Το αγροτικό εισόδημα δέχεται επιθέσεις από... φυσικούς εχθρούς και εισπρακτικές πολιτικές, γεγονός που έχει ήδη και θα έχει περισσότερο στο μέλλον, σοβαρές επιπτώσεις και σε εκείνους που καλλιεργούν αλλά και σε εκείνους που ανασαίνουν ακόμη από το αγροτικό εισόδημα. Προστάτες των αγροτών υπάρχουν πολλοί και θα πληθύνουν όσο θα πλησιάζουμε προς τις εκλογές. Η πολιτική της κυβέρνησης και η εν γένει διαχείριση των υποθέσεων που αφορούν στην αγροτική οικονομία δημιουργούν “προηγούμενα” και παγιώνουν πολιτικές που κανένας από τους πολιτευόμενους δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει. Τώρα υπάρχει δικαιολογητική βάση και ως εκ τούτου θα πρέπει να αναμένονται και χειρότερα στο μέλλον ανεξαρτήτως κυβερνητικού “χρώματος” εφόσον συνεχιστεί η πορεία στην ίδια πολιτική. Αν συνυπολογισθεί και το γεγονός πως η Κοινή Αγροτική Πολιτική γίνεται όλο και λιγότερο προστατευτική, αντιλαμβάνεται ο καθένας πως το μέλλον της αγροτικής οικονομίας και των ανθρώπων που ζουν από αυτή θολώνει όλο και περισσότερο. Στην αρχή της κρίσης ουκ ολίγοι ανέμεναν την “επιστροφή στο χωριό”, ενώ δεν έλειψαν οι “κολακείες” για τη δυναμική που μπορεί να προσδώσει στο σύνολο της οικονομίας ο αγροτικός τομέας. Οπως όλα δείχνουν όμως συμβαίνει το εντελώς αντίθετο, ως αποτέλεσμα πολιτικών που κάνουν τελικά πιο δύσκολη τη ζωή στο χωριό και κοινωνικά και οικονομικά. Οπως αποδεικνύεται, με τις επετειακές εξόδους των τρακτέρ στους δρόμους δεν αντιμετωπίζονται τα σοβαρά προβλήματα της υπαίθρου. Η ανάγκη ενός ενωτικού αγροτικού κινήματος για την απόκρουση και ανατροπή πολιτικών φαντάζει σήμερα περισσότερο αναγκαία από ποτέ, πλην όμως η γενική παραίτηση της κοινωνίας καθιστά κάτι τέτοιο εξαιρετικά δύσκολο. “Ζητείται ελπίς” γιατί με σταυρωμένα χέρια δεν γίνεται τίποτε...