Δεν νομίζω ότι χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. Ολοι διάβασαν τις διαμαρτυρίες για τη μεγάλη ζημιά στο καρναβάλι, τις ανησυχίες για τον τουρισμό αλλά και τον κίνδυνο ενός νέου κύκλου στην παγκόσμια οικονομική κρίση του καπιταλισμού. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι θα πρέπει να υποτιμηθεί η συμβολή του τουρισμού στην τοπική οικονομία, αλλά να εκλογικευθούν οι δράσεις της αυτοδιοίκησης και να υπάρξει ο αναγκαίος αναπροσανατολισμός στην γεωργική παραγωγή”.
Τότε η βαθιά οικονομική κρίση ήταν κίνδυνος, δυστυχώς σήμερα είναι εξελισσόμενη πραγματικότητα παράλληλα με την πανδημία και το θανατικό που σκορπίζει παγκοσμίως ο κορονοϊός. Για τη χώρα τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα καθώς στον “παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας” ανέλαβε προθύμως την μονοκαλλιέργεια του τουρισμού. Λουκέτο στη βιομηχανία, η γεωργία στην τύχη της και... από το πρωί μέχρι το βράδυ τουρισμός και κόντρα τουρισμός. Ο οποίος βεβαίως δέχεται βαρύτατο πλήγμα και οι επιπτώσεις δεν είναι μόνον προσωρινές αλλά αν κάποιος παρακολουθεί προσεκτικά τι συμβαίνει πραγματικά στη ζωή, αντιλαμβάνεται ότι στο μέλλον θα υπάρχει και σε αυτό τον τομέα μια νέα κατάσταση ακόμη και όταν η πανδημία ολοκληρώσει τον κύκλο της. Για να γίνουν αντιληπτοί οι κίνδυνοι δεν χρειαζόταν να έρθει η πανδημία. Αλλά και σήμερα που φαίνονται οι βαρύτατες συνέπειες, δεν διακρίνει κανένας ούτε ίχνος αναπροσανατολισμού, ούτε καν μια συζήτηση για την ανάγκη να συμβεί αυτό. Ούτε στην κεντρική πολιτική σκηνή, ούτε στο επίπεδο της αυτοδιοίκησης. Ως εκ τούτου ίσως θα ήταν αναγκαίο να επαναλάβω σκέψεις από ένα παλαιότερο κείμενο συμβατό με τον προβληματισμό που κατατέθηκε.
«Την ατζέντα ενδιαφερόντων της αυτοδιοίκησης την εμπεδώσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Είναι τα “ευκολάκια”: Εγχρωμες νύχτες, καρναβάλια, τραπεζοκαθίσματα ως ανάπτυξη και πολλά ακόμη στο όνομα του τουρισμού. Ο οποίος όλο και έρχεται χωρίς ακόμη να φανεί, έτσι όπως τον επαγγέλλονται ως την επί γης σωτηρία κάθε είδους παράγοντες. Ετσι και αλλιώς οι αυτοδιοικητικοί δεν έχουν να κάνουν και τίποτε. “Γην και ύδωρ” χρειάζεται να δώσουν για την ικανοποίηση (υπαρκτών και ανύπαρκτων) επενδυτών. Μέσω της τουριστικής προβολής θα κάνουν και τα ταξιδάκια τους. Και θα κάνουν παιχνίδι με τις υποδομές ανάλογα με το ποιος είναι στην κυβέρνηση για να μην πάει χαμένη και η κομματική ταυτότητα. Τσάμπα πράγμα δηλαδή στην κατηγορία εκείνου που λέει “δεν χρειάζεται τρόπο αλλά κόλπο”. Και το έχουν μάθει καλά όλα αυτά τα χρόνια εκπαιδευόμενοι στην αερολογία και υποστηρίζοντας την κενολογία της “προσέλκυσης” επισκεπτών. Χωρίς οι ίδιοι να κάνουν τίποτε έτσι ώστε οι προορισμοί να γίνουν πραγματικά ελκυστικοί, αρκεί που υπάρχει η προίκα της φύσης και των... αρχαίων. Ως εκ τούτου αναπτυξιακό κριτήριο έχει καταλήξει η πληρότητα των... τραπεζοκαθισμάτων και της ομπρελοξαπλώστρας, πίσω από την οποία κρύβονται τα πραγματικά προβλήματα. Της οικονομίας, του τόπου, της πολιτικής για τον τουρισμό σε τελευταία ανάλυση. Η οποία περιορίζεται σε γονατογραφήματα της τελευταίας στιγμής προκειμένου “να έχουμε να λέμε” ότι υπάρχει πρόγραμμα και κάποια στιγμή θα δούμε φως στην άκρη του τούνελ. Εύκολα πράγματα, κανένας δεν “χρεώνεται” με τίποτε καθώς δεν υπάρχουν μετρήσιμοι δείκτες και τα λόγια είναι “έπεα πτερόεντα”. Ενώ η προσδοκία παραμένει προσδοκία με την ελπίδα πως του χρόνου θα είναι... καλύτερα. Με έναν ολόκληρο κόσμο προσανατολισμένο σε αυτό και απογοητευμένο κατά κανόνα μετά τη λήξη της σεζόν όταν εκ των πραγμάτων καλείται να κάνει ταμείο.
Και ενώ αναμένεται το “μάννα εξ ουρανού”, οι φορείς της αυτοδιοίκησης (αλλά και η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών) έχουν ξεχάσει ότι υπάρχει ένα τεράστιο παραγωγικό δυναμικό που περιμένει φροντίδα και αξιοποίηση. Οτι υπάρχει ένας κόσμος που παλεύει με νύχια και με δόντια να κρατηθεί όρθιος καλλιεργώντας τη γη. Είναι εκείνος ο κόσμος που κατά βάση παράγει και τροφοδοτεί με οξυγόνο την τοπική οικονομία. Ξεχασμένος από το κράτος και την αυτοδιοίκηση, με τις πολιτικές συνδεδεμένες με τον αυτόματο πιλότο αυτών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, χωρίς φροντίδα και σχέδιο από εκείνους που οφείλουν να τα έχουν. Ενας κόσμος που αντιμετωπίζεται σχεδόν περιφρονητικά από τους αναπτυξιολόγους, μια δραστηριότητα την οποία όλο και περισσότεροι αποφεύγουν, ακόμη και εκείνοι που δεν έχουν σάλιο όπως λέει η λαϊκή σοφία. Και “τρελαίνεται” κανένας όταν σκέφτεται ότι αμέτρητοι άνθρωποι μένουν με σταυρωμένα τα χέρια περιμένοντας την “ευκαιρία” που τους υπόσχονται οι ταγοί αλλά δεν φαίνεται πουθενά. Και όπου φανεί γίνεται συνώνυμη της κακοπληρωμένης και ανασφάλιστης εργασίας για τους πολλούς. Η αλήθεια είναι πως η δουλειά στο χωράφι είναι σκληρή αλλά το πρόβλημα δεν βρίσκεται εκεί. Βρίσκεται στις δυσκολίες της ζωής στο χωριό, στα ελάχιστα που απομένουν κάθε χρονιά για επιβίωση και κυρίως στην απαξία που καλλιεργείται (άθελα θα έλεγα) για την ενασχόληση με τη γη. Και για να μην πάμε μακριά, όταν οι φορείς της αυτοδιοίκησης θυμούνται ότι υπάρχει παραγωγικό δυναμικό στην περιφέρειά τους όταν γίνεται καμιά πλημμύρα ή περνάει κανένα χαλάζι και χρειάζονται αποζημιώσεις. Βγάζουν κανένα ψήφισμα, στέλνουν τηλεγραφήματα στους αρμοδίους και απλώς δηλώνουν αναρμόδιοι για οτιδήποτε έχει να κάνει με τη γη και την καλλιέργειά της.
Αν μετρήσει κάποιος τις αναφορές των αυτοδιοικητικών παραγόντων στον τουρισμό και τις αναφορές στην αγροτική οικονομία, θα πεισθεί ότι το ενδιαφέρον για τη γη και τους ανθρώπους της είναι σχεδόν μηδενικό. Δεν είμαι από εκείνους που υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να ασχολούνται με τον τουρισμό. Αντιθέτως πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία ενδιαφέροντος και ενασχόλησης και μια προσπάθεια συνέργειας αυτών των τομέων οικονομικής δραστηριότητας. Κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μόνον στη βάση ενός σχεδίου ολοκληρωμένης παρέμβασης που θα αναδεικνύει και θα αξιοποιεί τις πραγματικές δυνατότητες του τόπου, θα υποστηρίζει την ανάπτυξη τόσο της γεωργίας όσο και του τουρισμού, θα αναζητεί τρόπους με τους οποίους ο ένας τομέας θα τροφοδοτεί τον άλλον. Και για να επιστρέψω στους αρχικούς προβληματισμούς, με τον τουρισμό τα πράγματα είναι εύκολα και κανένας δεν ζητάει ρέστα γιατί έγινε το ένα ή δεν έγινε το άλλο. Ενώ υπάρχουν γεγονότα τα οποία με τον κατάλληλο... φωτισμό μεγεθύνονται και αξιοποιούνται από την τοπική και περιφερειακή εξουσία. Ενα συνέδριο πάνω στο οποίο θα στραφούν τα φώτα της δημοσιότητας μπορεί να αποτελέσει γεγονός αξιοποιήσιμο, ο εξευτελισμός των τιμών του ελαιολάδου μόνον φθοροποιός μπορεί να είναι για εκείνους που ασχολούνται με το θέμα. Η ενασχόληση με την αγροτική οικονομία απαιτεί συστηματική προσπάθεια εκ μέρους των αυτοδιοικητικών φορέων, οι οποίοι εκ των πραγμάτων και λόγω της μεγέθυνσης που επήλθε με τις διαδοχικές συγχωνεύσεις πρέπει να παίξουν εντελώς διαφορετικό ρόλο. Ενα ρόλο ο οποίος χρειάζεται οργάνωση, υπομονή, γνώση, συστηματική ενασχόληση και στροφή του ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά στις υποδομές. Στοιχεία που δυστυχώς δεν χαρακτηρίζουν εκείνους που φιλοδοξούν να... σώσουν τον τόπο.
Και για να γίνω περισσότερο σαφής σε σχέση με τα ζητήματα αυτά: Οταν συζητούμε για οργάνωση ξεκινάμε από το “άλφα” που λείπει σήμερα. Δεν νοείται δήμος και Περιφέρεια που να μην στηρίζουν την πολιτική τους σε μια καλά στελεχωμένη Υπηρεσία Αγροτικής Ανάπτυξης. Η οποία θα μελετά και θα υποστηρίζει τη γεωργία της κάθε περιοχής, θα συνεργάζεται με τις όμορες ή ομοειδείς και θα υποδεικνύει μέτρα και θα τεκμηριώνει διεκδικήσεις για υποδομές. Θα υποστηρίζει τις συνέργειες και τις πρωτοβουλίες προώθησης και προβολής των προϊόντων, θα αναλαμβάνει και θα προωθεί τέτοιες. Ασφαλώς πάντοτε σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του κεντρικού κράτους, με μια κατανομή ρόλων μεταξύ τους και με κριτήριο πάντα την εγγύτητα στον πολίτη. Εκ των πραγμάτων πιστεύω ότι υπάρχει ανάγκη ριζικής αλλαγής στον τρόπο οργάνωσης της δημόσιας παρέμβασης στο χώρο της γεωργίας και φυσικά στην άσκηση πολιτικής. Γιατί προφανώς το ζήτημα της γεωργίας δεν είναι απλώς οργανωτικό ή τεχνοκρατικό αλλά στο βάθος πολιτικό. Δήμοι και Περιφέρειες οφείλουν να αναδείξουν αυτήν την ανάγκη, οργανώνοντας τις δικές τους υπηρεσίες που θα τους “δεσμεύουν” κατά έναν τρόπο στον απαιτούμενο προσανατολισμό δραστηριότητας προς την αγροτική οικονομία. Πριν τις εκλογές θα έλεγα πως αυτό προϋποθέτει την ανάδειξη στα αυτοδιοικητικά όργανα ανθρώπων με γνώση από το χώρο της γεωργίας. Αλλά επειδή η λαϊκή σοφία διδάσκει ότι “απίδια φαγωμένα κάτσε μέτρα τις ουρές τους” θα έλεγα να το κρατήσουμε (για μια ακόμη φορά) υπό σημείωση για τις επόμενες εκλογές. Μέχρι τότε ας το “σπρώξουν” οι δήμοι και οι Περιφέρειες με τη χρέωση αρμοδιοτήτων σε πολιτικό επίπεδο και την οργάνωση γραφείου σε υπηρεσιακό επίπεδο, ώστε αρχικά να ανιχνεύσουν δυνατότητες και προβλήματα. Ας συνειδητοποιήσουν επιτέλους όλοι ότι αν κάτι δεν αλλάξει στην αγροτική οικονομία, δεν υπάρχει μέλλον για τον τόπο».
Υ.Γ.: Καμία “μονοκαλλιέργεια” στην οικονομία δεν μπορεί να αποτελεί “εγγύηση” στο διηνεκές. Ούτε και στην αγροτική οικονομία την ώρα που συντελούνται μεγάλες ανατροπές στην παραγωγική βάση κρίσιμων γεωργικών προϊόντων σε όλο τον κόσμο. Η κρίση που εκδηλώνεται με ένταση τα τελευταία χρόνια στην ελαιοπαραγωγή (και σε άλλους κλάδους της τοπικής γεωργίας) είναι απότοκος αυτής της πραγματικότητας. Αλλά επί της ουσίας κανένας δεν ασχολείται με αυτό...