Οι οποίοι προ μηνών διαβεβαίωναν ότι το ζήτημα είναι γραφειοκρατικό και θα λυθεί. Με ακόμη μεγαλύτερη θλίψη όμως παρακολουθούμε την προσπάθεια του Περιφερειάρχη Παν. Νίκα να θάψει οριστικά τις αρχαιότητες, με παρεμβάσεις στο υπουργείο Πολιτισμού. Προσπάθεια που συνοδεύεται από αντιθεσμικές υποδείξεις και αναλήθειες στους ισχυρισμούς του.
Γνωστός πολέμιος της ιδέας ανάδειξης των αρχαιοτήτων της Υπαπαντής, ο Περιφερειάρχης Παναγιώτης Νίκας μετά την εσωκομματική του ήττα που βάζει «βίαιο» τέλος στην πολιτική του καριέρα, επιδόθηκε σε διαρκή προσπάθεια να ξαναθαφτούν τα αρχαία. Σε δηλώσεις του το καλοκαίρι για να «υποστηρίξει» την άποψη που έχει, κατέφυγε σε αναλήθεις. Όπως είπε τότε: «Προσωπικά είχα συνταχθεί με την άποψη του αρχαιολόγου καθηγητή Πέτρου Θέμελη –εφόσον θέλουμε να κάνουμε αρχαιολογική έρευνα, κηρύσσουμε τον ευρύτερο χώρο ως αρχαιολογικό και κάνουμε την έρευνα επί του ευρύτερου αυτού χώρου, όχι μόνο σε μια γωνία».
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αναλήθεια. Ο κ. Νίκας αντιτάχθηκε σθεναρά στην ιδέα της ανασκαφής στον ευρύτερο χώρο, και το γεγονός αυτό έχει καταγραφεί σε κείμενο που έγραψα πριν 15 χρόνια και στη στήλη «Καλημέρα κύριε δήμαρχε» της «Ελευθερίας» την οποία κρατούσα καθημερινά και αδιάλειπτα για πολλά χρόνια. Το κείμενο που ακολουθεί έχει δημοσιευτεί στις 9/5/2008: «Το ζήτημα των αρχαιοτήτων της Υπαπαντής έρχεται πάλι στην επικαιρότητα με αφορμή την κίνηση της διαδικασίας ανάπλασης της πλατείας. Και ενώ η πόλη έχει συνειδητοποιήσει την ανάγκη, πριν από οποιαδήποτε επέμβαση, να γίνει εκτεταμένη ανασκαφική έρευνα έτσι ώστε να αποκαλυφθεί η αρχαία της ταυτότητα, ο δήμαρχος Παν. Νίκας επιμένει να «νίπτει τας χείρας» για το θέμα αυτό. Με μια ορισμένη τροποποίηση σε σχέση με τις προηγούμενες τοποθετήσεις, πετάει το μπαλάκι στο υπουργείο Πολιτισμού και το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο […] Υπάρχει ένα ερώτημα το οποίο τελικά οφείλει να απαντήσει ο δήμαρχος: Τον ενδιαφέρει ή όχι η ανάδειξη της αρχαίας κληρονομιάς της πόλης; Εφ’ όσον η απάντηση είναι θετική, οφείλει ο ίδιος να αναλάβει πρωτοβουλία ώστε οι αρμόδιοι φορείς να κινήσουν τη διαδικασία των ανασκαφών, πριν ξεκινήσει η μελέτη για την ανάπλαση της πλατείας. Η υποχρέωση αυτή απορρέει λόγω του αξιώματος που κατέχει για δύο λόγους: Ο πρώτος έχει να κάνει με το ενδιαφέρον που οφείλει να επιδείξει, καθώς από μόνο του το υπουργείο Πολιτισμού ουδέποτε θα σκεφθεί να… μπει στα έξοδα. Ο δεύτερος σχετίζεται με την ίδια την ανάπλαση. Η μελέτη που θα εκπονηθεί οφείλει να λάβει υπόψη της τον παράγοντα αυτό. Διαφορετικά υπάρχει η πιθανότητα να δοθούν τσάμπα χρήματα καθώς όταν έρθει η ώρα των επεμβάσεων μπορεί να… βρει μπροστά του τα αρχαία. Γιατί κανένας δεν του διασφαλίζει ότι τότε οι πολίτες δεν θα προσφύγουν ζητώντας την αναστολή των εργασιών που θα αναπτυχθούν σε χώρο όπου υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα […] Είναι αδιανόητο τη σημερινή εποχή να αντιμετωπίζεται με σκοταδιστικό τρόπο η υπόθεση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Συνέβη τη δεκαετία του 1960 και εκτός από τα ευρήματα που θάφτηκαν κάτω από τους όγκους χωμάτων, καταστράφηκαν και άλλα στην περιοχή με εργασίες που έγιναν νύχτα. Οι σκοποί ήταν προφανείς και ουδεμία σχέση είχαν με τα… εκκλησιαστικά μνημεία και την προστασία τους. Δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι ο δήμαρχος είναι δέσμιος των ίδιων κύκλων που εμπόδισαν την ανασκαφική έρευνα τη δεκαετία του 1960. Και ο ίδιος οφείλει να αποδείξει ότι βάζει το συμφέρον της πόλης πάνω από τις αντιλήψεις ορισμένων (παρα)εκκλησιαστικών υποστηρικτών του»
Ο κ. Νίκας στην ίδια δήλωση… καταγγέλει τον εαυτό του. Γιατί αυτός επέλεξε να γίνει έρευνα «μόνο σε μια γωνία» γεγονός που επισημάναμε στο παρελθόν ζητώντας να γίνει ανασκαφική έρευνα σε όλη την περιοχή. Το 2010 λοιπόν, αρνούμενος την έρευνα στην ευρύτερη περιοχή και κάτω από την πίεση των πραγμάτων, ήταν αυτός που περιέλαβε στη μελέτη ανάπλασης την ανάδειξη των αρχαιοτήτων «μόνο σε μια γωνία».
Πριν από 13 χρόνια, στις 14/8/2010 έγραφα στην «Ελευθερία» για το θέμα αυτό: «Οι εξελίξεις για μια ακόμη φορά έρχονται να δικαιώσουν τις θέσεις που έχουμε αναπτύξει από αυτή και άλλες στήλες της εφημερίδας για ζητήματα της Καλαμάτας. Με καθυστέρηση ετών και παρά την αρχική κατηγορηματική άρνηση του δημάρχου, η εισήγηση της τεχνικής υπηρεσίας για την ανάπλαση της πλατείας Υπαπαντής προβλέπει και την ανάδειξη των αρχαίων… Σύμφωνα με αυτή, στη νοτιοανατολική γωνία της πλατείας θα τοποθετηθεί ειδικό γυαλί για να μπορούν οι επισκέπτες να δουν μέρος των κτισμάτων που έχουν βρεθεί στην περιοχή. Είναι μια λύση η οποία είχε προταθεί εξ αρχής από τις στήλες μας και είχε γίνει αποδεκτή από πλήθος παραγόντων, ακόμη και από το Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Σαββάτο. Η μοναδική άρνηση ήταν αυτή του δημάρχου Παν. Νίκα, η οποία απηχούσε την πλέον συντηρητική αντίληψη εκκλησιαστικών κύκλων που ευθύνονται για το θάψιμο των αρχαιοτήτων τη δεκαετία του ’60 […] Η λύση που επιλέγεται δικαιώνει την επιμονή μας αλλά προσπαθεί να υποβαθμίσει τη σημασία της υπόθεσης και να περιορίσει την επέμβαση σε μια γωνία […] Δεν μπορεί ασφαλώς κανένας να ισχυριστεί ότι η πλατεία θα γίνει… γυάλινη. Είναι απαραίτητο όμως να αποτυπωθεί πλήρως αυτό που υπάρχει και να αποφανθούν στη συνέχεια οι αρχαιολόγοι ποια είναι εκείνα τα τμήματα που παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και να γίνει η μελέτη με βάση αυτές τις εισηγήσεις. Βεβαίως χρειάζεται ταυτοχρόνως να ανασκαφεί όλη η επιφάνεια της πλατείας – αλλά και η γύρω περιοχή για να γνωρίζουμε τι ακριβώς υπάρχει και να εκτιμηθεί σωστά τι πρέπει να μείνει. Ετσι και αλλιώς, είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να περιοριστεί η ανάδειξη μιας αρχαίας πόλης σε μια γωνία, αλλά χρειάζεται να αποτυπώνονται τα όρια που επιτρέπει η δόμηση της περιοχής. Βεβαίως υπάρχει και το άλλο παραμύθι, αυτό της πιθανής απώλειας πόρων. Πρόκειται για μια εκβιαστική πρακτική που εφαρμόζουν συνήθως οι δημοτικοί παράγοντες, αλλά οδηγεί σε σοβαρές στρεβλώσεις και προβλήματα στην εκτέλεση των έργων. Η δημοτική αρχή από την πρώτη στιγμή που ετέθη το ζήτημα και συνειδητοποίησε ότι υπάρχει θέμα, όφειλε να έχει ζητήσει την οργάνωση ανασκαφικής έρευνας και τη χρηματοδότησή της. Προχώρησε ως συνήθως αυταρχικά, αγνοώντας τις παρεμβάσεις και τις υποδείξεις (την ορθότητα των οποίων ουσιαστικά ομολογεί τώρα) και έχασε έτσι ακόμη και την… έξωθεν καλή μαρτυρία».
Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι ο κ. Νίκας ουδέποτε υποστήριξε την ανάδειξη των αρχαιοτήτων και πως η επιλογή να ανασκαφεί μόνον η νοτιοανατολική γωνία της Υπαπαντής έλκει την καταγωγή ως πρόταση από τη δημαρχοντία του. Αν τότε είχε ξεκινήσει η προσπάθεια ανάδειξης των αρχαιοτήτων, θα είχε ολοκληρωθεί πριν εγκριθεί η ανάπλαση. Δεν ήθελε όμως για λόγους μικροπολιτικούς και ιδεοληπτικούς. Και επί της ουσίας η προσωπική του ιδεοληψία αλλά και η εμμονή της «δικαίωσης» είναι το κίνητρο των επιθέσεων εναντίον της ανασκαφής, οι οποίες επαναλήφθηκαν τον τελευταίο καιρό με επιστολή στην υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. Σε αυτή ζητεί « να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο ζήτημα το κεντρικό συμβούλιο, στο υπουργείο, έτσι ώστε αν τα αρχαιολογικά ευρήματα παρουσιάζουν επιστημονικό ενδιαφέρον να συνεχιστεί -και να επεκταθεί ενδεχομένως- η ανασκαφική έρευνα, ενώ σε διαφορετική περίπτωση να ακολουθηθεί η διαδικασία που επιτάσσει το ισχύον νομικό πλαίσιο, προκειμένου να μην διαιωνίζεται η υφιστάμενη σήμερα κατάσταση σε ένα εμβληματικό σημείο της Καλαμάτας».
Ο κ. Νίκας «στραγγάλισε» την απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου απορρίπτοντας το αίτημα να ενταχθεί η ανασκαφή ως υποέργο στην ανάπλαση της πλατείας και να προχωρήσει απρόσκοπτα με πρωτοβουλία της υπηρεσίας. Και τώρα ζητάει τα ρέστα για τις καθυστερήσεις που οφείλονται στην έλλειψη χρηματοδότησης. Ζητεί αντιθεσμική παρέμβαση της υπουργού καθώς η απόφαση προσδιορίζει τα όρια της ανασκαφής (και αυτός ζητάει εκ του ασφαλούς… επέκταση) και τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί καθώς προβλέπει ότι «μετά την ολοκλήρωση των ερευνών θα υποβληθεί από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας στις συναρμόδιες Διευθύνσεις του υπουργείου πρόταση διαχείρισης των αποκαλυφθεισών αρχαιοτήτων, προκειμένου να εγκριθούν από τα αρμόδια όργανα του υπουργείου Πολιτισμού». Οι έρευνες δεν έχουν ολοκληρωθεί γιατί όπως φαίνεται πέραν του οικονομικού υπάρχουν και ισχυρές αντιστάσεις στη συνέχιση της ανασκαφής επί της Μητροπολίτου Θέμελη. Ο κ. Νίκας ζητεί να παραβιαστεί και η απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, να παρακαμφθεί η προβλεπόμενη διαδικασία και επί της ουσίας να ξαναθαφτούν τα αρχαία.
Αυτά που ισχυρίζεται ο κ. Νίκας απευθύνονται σε εκείνους που βλέπουν τις αρχαίες Φαρές ως «πέτρες» και όχι ως τη «μήτρα» της πόλης. Απευθύνεται σε αμαθείς πατριδολάτρες της λογικής «τσιμέντο να γίνει», εκείνους που αντιμετωπίζουν τα ευρήματα ως «λογιστικό μέγεθος» με… δυσανάλογο κόστος και εκείνους που... εχθρεύονται όλους τους άλλους εκτός από τον ευαυτό τους. Η ευθύνη των δημοσίων προσώπων είναι τεράστια. Τα δικά τους έργα θα τα φάει η επόμενη ανάπλαση όταν κάποιος άλλος θα θελήσει να δει το όνομά του σε μια πλάκα της ματαιοδοξίας. Τα έργα των ανθρώπων που έχτισαν την πόλη πριν από χιλιάδες χρόνια θα μείνουν ως αιώνια παρακαταθήκη. Και θα την προφυλάξουμε όσο το επιτρέπουν οι δυνάμεις μας αλλά και όσο το επιβάλλει η ευθύνη απέναντι στην πόλη. Και σαν πρώτο βήμα απαιτούμε καθαρές εξηγήσεις από το Δήμο Καλαμάτας που έχει την ευθύνη της (μη) χρηματοδότησης του έργου…