Εγραφα και την προηγούμενη εβδομάδα για το γεγονός ότι ελαιόλαδα τρίτων χωρών μέσω της διαδικασίας ενεργητικής τελειοποίησης (ατελής εισαγωγή σε χαμηλή τιμή φυσικά, επεξεργασία και εξαγωγή) βαφτίζονται ιταλικά και προωθούνται στις αγορές. Το νέο λοιπόν είναι ότι πριν από λίγες ημέρες στο Μπάρι και το Πρίντεζι η ειδική υπηρεσία που έχει συστήσει η Ιταλία, ανακάλυψε 7.000 τόνους ελαιολάδου οι οποίοι προωθούνταν στην εγχώρια αγορά, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία ως "100% ιταλικό προϊόν" ήταν ελαιόλαδο που είχε εισαχθεί από Συρία, Τουρκία, Μαρόκο και Τυνησία. Κάπου 12 επιχειρήσεις και ένα εργαστήριο πιστοποίησης στην Απουλία συμμετείχαν στο μεγάλο κόλπο και οι οποίες κέρδιζαν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ από αυτή την κομπίνα. Οι υποψίες των ιταλικών αρχών ξεκίνησαν από το 2014 όταν σημειώθηκε μικρή παραγωγή στην περιοχή και το έδαφος ήταν πρόσφορο για απάτη. Αυτή τη φορά την απάτη αποκάλυψε η επιστήμη: Τα στελέχη της ειδικής υπηρεσίας για την καταπολέμηση της απάτης στο ελαιόλαδο συνεργάστηκαν με το Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου της Περούτζια το οποίο έχει αναπτύξει μέθοδο προσδιορισμού της γεωγραφικής προέλευσης των ελαιολάδων μέσω μοριακής ανάλυσης που γίνεται δυνατή με μια καινοτόμο τεχνική εκχύλισης του DNA. Στην επιχείρηση και στα διάφορα στάδιά της συμμετείχαν 100 περίπου αξιωματικοί και ερευνητές. Η είδηση έχει πολλαπλή σημασία. Οχι μόνον γιατί αποκαλύπτει το τεράστιο πρόβλημα που δημιουργεί η ενεργητική τελειοποίηση στις τιμές του ελαιολάδου. Αλλά και γιατί οι Ιταλοί βαφτίζουν ως δικό τους μεγάλο τμήμα των εισαγωγών από την Ελλάδα, πράγμα που σημαίνει ότι κάποια στιγμή μπορεί να δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα και στις δικές μας εξαγωγές με αυτή τη μέθοδο ταυτοποίησης.
Περί... Τυνησίας ο λόγος και ασφαλώς κάποιοι θα έχετε ακούσει ή διαβάσει ότι ο νέος εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου είναι Τυνήσιος. Ο οποίος κέρδισε την εκλογή παρά το γεγονός ότι διεκδικούσαν τη θέση οι Ισπανοί (για ελληνική υποψηφιότητα ας μην το συζητούμε καλύτερα). Αν αυτό σας κάνει εντύπωση όμως, θα πρέπει να γνωρίζετε ότι Τυνήσιος εκτελεστικός διευθυντής στο Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου έχει υπάρξει και πριν από λίγα χρόνια. Πρόκειται για το σημερινό πρωθυπουργό της Τυνησίας Χαμπίμπ Εσίντ, ο οποίος θήτευσε σε αυτή τη θέση από το 2004 μέχρι το 2010 και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών έδωσε ώθηση στην παγκόσμια αυτή οργάνωση. Ως εκ τούτου, μόνον... κεραυνός εν αιθρία δεν είναι η στροφή της Τυνησίας προς το ελαιόλαδο και ουσιαστικά παραπλεύρως συνδέεται με την υπόθεση των επιθέσεων τζιχαντιστών στον τουρισμό της χώρας. Πρόκειται για μια στρατηγική επιδίωξη καθώς στο τιμόνι της χώρας υπάρχει ο κατάλληλος άνθρωπος για να υποστηρίξει ένα τέτοιο εγχείρημα. Ασφαλώς και αποτελεί επιτυχία του η πρόθεση (ουσιαστικά απόφαση) της Κομισιόν για αύξηση των αδασμολόγητων εισαγωγών κατά 35.000 τόνους με κατάργηση των μηνιαίων ορίων εισαγωγής. Η οποία θέτει τις βάσεις για ακόμη μεγαλύτερο άνοιγμα της ευρωπαϊκής αγοράς, γεγονός που ενθαρρύνει το σχέδιο ανάδειξης της Τυνησίας σε ισχυρό παίχτη της παγκόσμιας αγοράς. Ετσι πριν λίγες ημέρες ο υπουργός Γεωργίας της χώρας εξήγγειλε πρόγραμμα φύτευσης 5.000.000 ελαιοδένδρων την επόμενη πενταετία με εντατικό και υπερεντατικό σύστημα στις βόρειες επαρχίες της χώρας και σε έκταση 500.000 στρεμμάτων. Ενώ ταυτόχρονα εφαρμόζεται σχέδιο ανανέωσης των παλιών ελαιώνων στην υποσαχάρια περιοχή.
Τα νέα δεν... σταματούν εδώ, καθώς τα επόμενα χρόνια λόγω του χαμηλού κόστους παραγωγής αναμένεται να αυξηθεί η καλλιέργεια της ελιάς, είτε μέσω ιδίων κεφαλαίων, είτε ξένων, σε Μαρόκο, Τυνησία και Τουρκία. Αυτό είναι το συμπέρασμα μελέτης η οποία εκπονήθηκε από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου. Σύμφωνα με δημοσίευμα του olivenews, στο πλαίσιο της μελέτης αναλύθηκαν στοιχεία προερχόμενα από 15 κύριες ελαιοπαραγωγές χώρες-μέλη του IOC, ανάμεσα σε ελαιώνες 7 συστημάτων καλλιέργειας, -4 παραδοσιακοί και 3 εντατικοί- ξηροί και αρδευόμενοι, μεγάλης και μέτριας κλίσης, και ανάλογα την πυκνότητα φύτευσης μελέτησαν το κόστος παραγωγής για κάθε ένα από τα παραπάνω. Η έκθεση τονίζει ότι το 74% της παγκόσμιας έκτασης ελαιώνων καλλιεργείται με παραδοσιακό τρόπο και το 26% με εντατικά συστήματα. Ενα από τα κύρια συμπεράσματα είναι ότι ο μέσος όρος των τιμών του ελαιοπαραγωγού στον κόσμο ανέρχεται σε 2,78 ευρώ /κιλό ελαιολάδου. Αν ληφθεί υπόψη η επιφάνεια των ελαιώνων των χωρών που συμμετείχαν στη μελέτη, τότε το κόστος καταλήγει στα 2,63 ευρώ/κιλό, εκ των οποίων τα 2,33 αντιστοιχούν σε έξοδα καλλιέργειας και τα 0,45 ευρώ σε έξοδα μεταφοράς και άλεσης. Η μελέτη εντόπισε μεγάλες διαφορές στο κόστος καλλιέργειας. Οι χώρες με το μέσο σταθμισμένο κόστος σημαντικά υψηλότερο από το μέσο όρο είναι, κατά σειρά, το Ιράν, ο Λίβανος, η Αλγερία, η Ουρουγουάη, η Ιταλία και το Ισραήλ, ενώ αντίθετα οι χώρες κάτω του μέσου όρου είναι το Μαρόκο, η Τυνησία και η Τουρκία. Η διαφορά κόστους μεταξύ των χωρών είναι πολύ υψηλή, όντας η υψηλότερη μέση τιμή στο Ιράν (ευρώ 6,26 ανά κιλό) και η χαμηλότερη στην Τουρκία (1,93 ευρώ το κιλό).
Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στον κόσμο, εδώ στην Ελλάδα δεν φαίνεται να υπάρχει και ιδιαίτερη ανησυχία μεταξύ των κάθε είδους αρμοδίων. Δεν πρόκειται ασφαλώς για καινούργιο φαινόμενο. Απλώς επισημαίνουμε ότι συνεχίζει να σέρνεται μια ιστορία δεκαετιών, να περιστρέφεται η συζήτηση γύρω από τις τιμές με ύφος και τόνο που αλλάζει αναλόγως της εποχής. Οταν το λάδι παίρνει την ανηφόρα είναι όλα μέλι-γάλα, αλλά όταν αρχίζει η κατηφόρα "βράζει ο τόπος" από την πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση. Οσο και να μην αρέσει, εκείνο που θα κρίνει τα επόμενα χρόνια την υπόθεση είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό το κόστος παραγωγής. Δεν πρόκειται για καινούργιο στοιχείο, αλλά αποκτά σήμερα πολύ μεγαλύτερη αξία καθώς πολλαπλασιάζονται οι εντατικές ανά τον κόσμο καλλιέργειες και μπαίνουν στο παιχνίδι νέες δυνάμεις. Η όλη συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τα γνωστά: Το ελληνικό ελαιόλαδο φεύγει στον κύριο όγκο του χύμα στην Ιταλία, της οποίας η βιομηχανία καρπώνεται την προστιθέμενη αξία. Είναι κάτι το οποίο γνωρίζουν όλοι και επαναλαμβάνεται με κάθε ευκαιρία. Πλην όμως ούτε κάτι αλλάζει, αλλά ούτε και φαίνεται κάτι στον ορίζοντα σχετικά με πρωτοβουλίες οι οποίες θα μπορούσαν να αλλάξουν αυτή την κατάσταση. Πολύ περισσότερο δεν φαίνονται και προτάσεις με τις οποίες μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο προς όφελος των παραγωγών. Αλλο επιθυμία, άλλο στρατηγική εν προκειμένω για το ελαιόλαδο. Επιθυμίες μπορούμε να εκφράζουμε άπαντες και μάλιστα οι δημοσιολογούντες. Πολιτική και στρατηγική όμως δεν μπορεί παρά να αποτελούν αντικείμενα ενός οργανισμού που θα ασχοληθεί σοβαρά με αυτή την ιστορία. Η Διεπαγγελματική εκ του αποτελέσματος έχει αποτύχει παταγωδώς. Αλλά η εθνική πολιτική για τον τομέα του ελαιολάδου γίνεται όλο και περισσότερο αναγκαία καθώς τα πράγματα στον κόσμο αλλάζουν δραματικά.