Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της DeutschlandΤrend, η Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) μένει σταθερή στο 37%, στην τρίτη θέση βρίσκεται η AfD με 12%, ακολουθούν οι Φιλελεύθεροι (FDP) με 9,5%, η Αριστερά (Die Linke) στο 9% και οι Πράσινοι με 7,5%».
Αν η δημοσκόπηση αυτή επαληθευτεί και στην κάλπη, θα επιβεβαιώσει μεταξύ άλλων αυτό που οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες γνωρίζουν, αλλά δεν θέλουν να το παραδεχτούν: ότι η σοσιαλδημοκρατία δεν έχει δικές της απαντήσεις για τα σύγχρονα προβλήματα, και γι' αυτό αναγκάζεται είτε να ακολουθεί μια φιλελεύθερη πολιτική (όπως το Βρετανικό Εργατικό Κόμμα του Τόνι Μπλερ), είτε να κυβερνά χωρίς πρόγραμμα και να συντρίβεται στις επόμενες εκλογές (όπως το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Φρανσουά Ολάντ), είτε να γίνεται κυβερνητικός εταίρος της Κεντροδεξιάς για να διασώσει ό,τι μπορεί να διασωθεί από το καθιερωμένο κοινωνικό κράτος (όπως το SPD στη Γερμανία).
Ουσιαστικά η σοσιαλδημοκρατία παραμένει ξεχασμένη στη βιομηχανική κοινωνία του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, όταν το κράτος, εκτός από την αναδιανομή του εισοδήματος, είχε αναλάβει τόσο το σχεδιασμό της οικονομίας όσο και ένα σημαντικό ποσοστό της παραγωγικής διαδικασίας. Πλησιάζοντας όμως προς το τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η τεχνολογική εξέλιξη πρωτίστως, αλλά και η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, η απελευθέρωση των αγορών και η αναδιάταξη του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας, έχουν διαμορφώσει ένα εντελώς διαφορετικό οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον από εκείνο στο οποίο κυριάρχησε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχτεί ότι αυτή την περίοδο οι σοσιαλδημοκράτες έχουν αρχίσει να θυμίζουν (σε συμπυκνωμένο χρόνο) τους συντηρητικούς που στα τελειώματα της φεουδαρχίας στράφηκαν κατά της μοναρχίας, στη συνέχεια συμμάχησαν με τους μοναρχικούς ενάντια στο φιλελευθερισμό, και λίγο αργότερα συμπορεύτηκαν με τους φιλελεύθερους ενάντια στο σοσιαλισμό.
Σε κάθε περίπτωση, οι περισσότεροι ηγέτες των σοσιαλδημοκρατών, αν και αντιλαμβάνονται ότι στο νέο οικονομικό περιβάλλον ο ρόλος του κράτους συρρικνώνεται διαρκώς, δεν τολμούν να το ομολογήσουν στη βάση του κόμματος, η οποία παραμένει διψασμένη για κοινωνικές δαπάνες. Με άλλα λόγια: Η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας αρνείται να παραδεχτεί δημοσίως ότι ο ιδιωτικός τομέας είναι αποτελεσματικότερος από τον δημόσιο στην παραγωγή προϊόντων και αγαθών, κι ότι το κράτος έχει άλλο ρόλο και κανένα λόγο να ασχολείται με την παραγωγική διαδικασία.
Την ίδια ώρα, ακόμα και στην Ελλάδα όπου το κράτος εξακολουθεί να φαντάζει στα μάτια των περισσότερων ως ο καλύτερος... πατερούλης, δύσκολα θα βρεις ακόμα και ψηφοφόρο της ευρύτερης Αριστεράς που να υπερασπιστεί σήμερα την κρατική Ολυμπιακή ή την εποχή που ο ΟΤΕ και η ΕΡΤ ήταν μονοπώλια στις τηλεπικοινωνίες και την τηλεόραση αντίστοιχα. Ενώ όμως σχεδόν όλοι παραδέχονται ότι η απελευθέρωση οδήγησε σε ποιοτικότερες και φτηνότερες υπηρεσίες, η σοσιαλδημοκρατία αρνείται να αποκηρύξει επισήμως το “κράτος-παραγωγό”, γιατί φοβάται ότι θα χάσει τις ψήφους όσων φοβούνται το μέλλον.
Ανοίγοντας εδώ μια παρένθεση, αξίζει να επισημάνουμε ότι αντίστοιχα προβλήματα με τους σοσιαλδημοκράτες αντιμετωπίζουν τόσο οι φιλελεύθεροι όσο και οι χριστιανοδημοκράτες. Ειδικότερα, ένα μεγάλο ποσοστό των φιλελεύθερων αρνείται να παραδεχτεί ότι ο «αμιγής» καπιταλισμός έσβησε στα τέλη του 19ου αιώνα και ότι το κράτος έχει ουσιαστικό ρόλο στην αναδιανομή του εισοδήματος και στην προστασία του ανταγωνισμού από τα μονοπώλια και τα ολιγοπώλια. Επίσης, οι χριστιανοδημοκράτες πολλές φορές αρνούνται να παραδεχτούν ότι δεν υπάρχουν χρήματα για τη συντήρηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτος και ότι υπερασπίζονται, όπως οι σοσιαλδημοκράτες, ένα μοντέλο που πλέον δεν υπάρχει. Σε σχέση όμως με τους σοσιαλδημοκράτες, οι χριστιανοδημοκράτες και οι φιλελεύθεροι βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση, επειδή ποτέ δεν αμφισβήτησαν το ρόλο του ιδιωτικού τομέα στην παραγωγική διαδικασία. Από εκεί και πέρα, καμία πολιτική πτέρυγα δεν έχει προτάσεις για τις σύγχρονες ανάγκες που δημιουργούν η τεχνολογική επανάσταση, το ηλεκτρονικό εμπόριο, η μετανάστευση, τα ψηφιακά νομίσματα, τα ηλεκτρονικά πορτοφόλια, οι διαδικτυακές πλατφόρμες, και γενικότερα όλες οι οικονομικές συναλλαγές που είναι αδύνατον πλέον να περιοριστούν στα σύνορα τους έθνους-κράτους.
Επιστρέφοντας στη σοσιαλδημοκρατική πτέρυγα και ειδικότερα στην ελληνική Κεντροαριστερά, θα ήταν λάθος να μην τονίσουμε επίσης ότι οι Ελληνες σοσιαλιστές αποφεύγουν να αποφασίσουν αν τελικώς «η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες», όπως τους χάιδευε τα αυτιά ο Ανδρέας Παπανδρέου, ή αν «η Ελλάδα ανήκει στη Ευρώπη» όπως θα ήθελε ο Κώστας Σημίτης. Εκτιμώ μάλιστα ότι, αν άνοιγε αυτός ο διάλογος, θα διαπιστώναμε πως η βάση του πάλαι ποτέ πανίσχυρου ΠΑΣΟΚ θα δήλωνε ότι «η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες», ενώ η ελίτ του κόμματος γνωρίζει πως αν ψελλίσει ότι «η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη» θα βρει στην κάλπη μόνο τις ψήφους των στενών της συγγενών. Ετσι μάλλον θα συνεχίσει να φωνάζει πως «η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες», ενώ θα εννοεί ότι «η Ελλάδα ανήκει στη Ευρώπη».
Δεν αποκλείεται δηλαδή να δούμε και στην ελληνική Κεντροαριστερά έναν ηγέτη που άλλα θα λέει στο ακροατήριο, άλλα θα εννοεί και άλλα τελικώς θα κάνει.
Ενας τέτοιος ηγέτης σάς θυμίζει τον Τσίπρα;
Ειλικρινά δεν φταίω εγώ για τα αδιέξοδα της σοσιαλδημοκρατίας. Απλώς τα περιγράφω.
Θανάσης Λαγός
Εmail: lathanasis@yahoo.gr