Οι εκπρόσωποι των εμπόρων, εκφράζοντας ένα μεγάλο ποσοστό της επιχειρηματικής κοινότητας, στις δηλώσεις τους και στις ανακοινώσεις τους υπερτονίζουν τους κινδύνους του υπαίθριου εμπορίου ζητώντας κατάργηση των λαϊκών, των παζαριών και των εμποροπανηγύρεων. Στην πραγματικότητα διεκδικούν αποκλειστικότητα στο δικαίωμα της φοροαποφυγής, αφού όλοι γνωρίζουμε πως είναι αδύνατη η επιβίωση μιας νόμιμης μικρομεσαίας εμπορικής επιχείρησης που πληρώνει όλους τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές. Στο ίδιο μήκος κύματος εκπέμπουν και οι πολιτικοί που υπόσχονται εδώ και δεκαετίες να “πατάξουν τη φοροδιαφυγή”, ενώ όφειλαν να γνωρίζουν ότι, έτσι όπως είναι δομημένη η ελληνική οικονομία, είναι ανέφικτο να ελεγχθεί και να συλληφθεί όλη αυτή η φορολογητέα ύλη που μπορεί να κρυφτεί από τις χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα εκατομμύρια μικροπαραγωγούς.
Παραλλάσοντας το γνωστό “σοσιαλιστικό δόγμα” θα μπορούσαμε να πούμε: “Το Ελληνικό Δημόσιο κάνει ότι επιβάλλει φόρους, κι εμείς κάνουμε ότι τους πληρώνουμε”. Γιατί εννοείται ότι ακόμα και τα συνήθη υποζύγια, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που δεν μπορούν να κρύψουν τα βασικά τους εισοδήματα κι έτσι υφίστανται φορολογική αφαίμαξη, όταν έχουν εισόδημα από άλλη πηγή (ενοίκια, αγροκτήματα, αφανείς εταιρείες) το κρύβουν από την Εφορία όπως και όλοι οι υπόλοιποι Ελληνες. Αν παίρναμε λοιπόν τοις μετρητοίς τα επίσημα στοιχεία, μεταξύ άλλων θα έπρεπε να πιστέψουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί επιχειρηματίες που επιβιώνουν εδώ και δεκαετίες έχοντας ετήσιο εισόδημα 1.000 ευρώ, ή ότι κάποιος μπορεί να νοικιάσει τεσσάρι στην Καλαμάτα με 150 ευρώ.
Ανεξάρτητα όμως από τις αδιέξοδες ψευδαισθήσεις των ελληνικών κυβερνήσεων και των δανειστών, το Δημόσιο θα βάλει περισσότερα έσοδα στο ταμείο του όταν θα σταματήσει να σπαταλά πόρους προσπαθώντας(;) να ελέγξει χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και εκατομμύρια μικροπαραγωγούς ή μικροεισοδηματίες. Γι’ αυτό πρέπει να εγκαταλείψει αυτά τα φιλόδοξα αλλά ανεφάρμοστα σχέδια φορολόγησης του εισοδήματος, και να επικεντρώσει την προσπάθειά του στο στόχο της είσπραξης του ΦΠΑ. Ουσιαστικά, πρέπει να απαλλαγούν από φορολογικές υποχρεώσεις οι επιχειρήσεις με τζίρο μικρότερο από 300.000 ευρώ και τα φυσικά πρόσωπα με εισόδημα μικρότερο των 25.000, όταν τουλάχιστον το 80% των συναλλαγών τους θα γίνεται με ηλεκτρονικό χρήμα. Παράλληλα, όταν γίνεται ανάληψη μετρητών από τραπεζικό λογαριασμό, θα παρακρατείται και θα αποδίδεται αυτομάτως στο Ελληνικό Δημόσιο ΦΠΑ 24%. Ετσι το Δημόσιο θα εισπράξει τους έμμεσους φόρους που δεν εισπράττει σήμερα - και ταυτόχρονα θα διαπιστώσει ότι το αληθινό ΑΕΠ μιας οικονομίας με χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και εκατομμύρια παραγωγούς είναι πολύ μεγαλύτερο από το μετρήσιμο ΑΕΠ που δεν συμπεριλαμβάνει τα αδήλωτα εισοδήματα.
Τότε, οι “μάγοι” της εκάστοτε κυβέρνησης ίσως ανακαλύψουν ότι ο καλύτερος τρόπος για να μειώσεις το ποσοστό του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ είναι να μετρήσεις το... αληθινό ΑΕΠ, κι όχι τις δηλώσεις εκατομμυρίων φορολογούμενων που μπορούν και κρύβουν το εισόδημά τους.
Για για να ανέβει όμως επίπεδο η ελληνική οικονομία και να αυξηθούν τα έσοδα του Δημοσίου, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να τελειώσουν τα γνωστά παραμύθια περί πάταξης της φοροδιαφυγής και του παραεμπορίου, τόσο από τους πολιτικούς όσο και από τους επιχειρηματίες που έχουν αναγάγει την προστασία της φοροαποφυγής σε επιστήμη.
Θανάσης Λαγός
Εmail: lathanasis@yahoo.gr