Και αν υπάρξει σχέδιο, που θα υλοποιείται με συνέπεια και υπευθυνότητα από τις αρμόδιες αρχές, αστυνομικές και όχι μόνο.
Με απόκρυψη και υποβάθμιση της κατάστασης η παραβατικότητα θα οξυνθεί, το κράτος δεν θα επιτελέσει το καθήκον του και η ανασφάλεια των κατοίκων της υπαίθρου θα μεγαλώσει.
Η πρόσφατη διαμαρτυρία στο Δημοτικό Συμβούλιο Μεσσήνης των προέδρων κοινοτήτων κοντά στην πόλη, αποτυπώνει την πραγματικότητα που βιώνουν οι συγχωριανοί τους. Οι περιουσίες τους λεηλατούνται από τις κλοπές που έχουν αυξηθεί υπερβολικά, και οι άνθρωποι νιώθουν αδύναμοι και απροστάτευτοι. Μπορεί οι συγκεκριμένες κλοπές να θεωρούνται μικροπαραβατικότητα, όμως προκαλούν απώλειες σημαντικών υλικών και εργαλείων που δύσκολα στη σημερινή οικονομική κατάσταση μπορούν οι ιδιοκτήτες τους να τα αναπληρώσουν. Δημιουργούν, ταυτόχρονα, και κινδύνους για την καταστροφή καλλιεργειών που ξεκίνησαν με μεγάλα έξοδα και πολύ κόπο.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Μεσσήνης κατέληξε ομόφωνα στη σύνταξη ψηφίσματος διαμαρτυρίας, το οποίο επρόκειτο να σταλεί στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και τη Γενική Περιφερειακή Διεύθυνση Αστυνομίας Πελοποννήσου.
Το ψήφισμα δεν φτάνει. Απαιτείται ενεργοποίηση και πίεση του δήμου και της τοπικής κοινωνίας για να ενταθεί η αστυνόμευση και να ενισχυθούν οι έλεγχοι στην περιοχή, όπως έγινε κατά διαστήματα στο παρελθόν και τα αποτελέσματα ήταν θετικά.
“Με το Κέντρο αυτό μπορούμε να έχουμε θεαματικά αποτελέσματα στην καταπολέμηση της παραβατικότητας. Μία δομή που φιλοδοξούμε να την καταστήσουμε πρότυπη, που θα βοηθήσει την προσπάθεια που γίνεται, ενισχύοντας το αίσθημα ασφαλείας στα χωριά και στην πόλη” είχε τονίσει ο τέως υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, εγκαινιάζοντας το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Δημοτικής και Ελληνικής Αστυνομίας του Δήμου Καλαμάτας.
Το ζήτημα της καταστολής και της αστυνόμευσης, όμως, από μόνο του δεν θα δώσει λύση. Απαιτούνται κοινωνικά μέτρα και προγράμματα εκπαίδευσης των ρομά που θα υλοποιηθούν με συνέπεια. Οχι μέτρα-πυροτεχνήματα και νέες επιδοτήσεις. Να δοθούν κίνητρα, ώστε τα παιδιά των ρομά να πάνε σχολείο και να μην το παρατήσουν, και οι ενήλικες να έχουν δυνατότητες για εργασία, για να μπορούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια.