Η νίκη προήλθε από μια σειρά λόγους. Ο πρώτος γιατί ουδείς αμφισβήτησε πειστικά και τεκμηριωμένα το έργο της προηγούμενης δημοτικής αρχής προβάλλοντας μια ολοκληρωμένη και διαφορετική πρόταση ανατροπής του. Σχεδόν όλοι πρότειναν βελτιώσεις πάνω σε ένα υπαρκτό πλαίσιο από την προηγούμενη δημοτική αρχή. Για να το πούμε διαφορετικά, στη συνείδηση των πολιτών η προηγούμενη δημοτική αρχή δεν ήταν κατοχυρωμένη ως αποτυχημένη, με αποτέλεσμα να μην ακούει κανείς διαφορετικές διαχειριστικές προτάσεις.
Η υποψηφιότητα του Παναγιώτη Νίκα στην Περιφέρεια και η μάχη του τη δεύτερη Κυριακή δυσκόλευε την κριτική στα πεπραγμένα του ως δημάρχου μιας και η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της Καλαμάτας τον επέλεγε ως περιφερειάρχη. Η υποψηφιότητα Νίκα ανέβαζε μαζί της και αυτή του Θανάση Βασιλόπουλου. Ο συνδυασμός πολιτικού κλίματος και πεπραγμένων δημιουργούσαν ένα μπλοκ δυνάμεων που δεν μπορούσε να διαρραγεί με κάτι που δεν φάνταζε δραματικά διαφορετικό.
Στη στρατηγική αυτή βοήθησε ο Θανάσης Βασιλόπουλος, ο οποίος κρατώντας χαμηλούς τόνους δεν πήρε αποστάσεις από το έργο της προηγούμενης δημοτικής αρχής, στήριξε θερμά και χωρίς εξυπνάδες την υποψηφιότητα Νίκα στην Περιφέρεια και δεν επιδίωξε σε καμία φάση την έντονη αντιπαράθεση με κανέναν συνυποψήφιό του την πρώτη αλλά και τη δεύτερη Κυριακή. Εκανε δηλαδή αυτό που κάνει κάθε φαβορί: Κράτησε χαμηλό προφίλ περιμένοντας απλώς να κερδίσει από τα λάθη των άλλων. Ολοι οι υπόλοιποι συνδυασμοί υποτίμησαν τον Θανάση Βασιλόπουλο και το έκαναν με μη πολιτικούς όρους και αυτό το πλήρωσαν. Δεν κατάλαβαν ότι στις δημοτικές εκλογές δεν παίζει ρόλο μόνο το πρόσωπο αλλά και η ομάδα. Και σε εκλογές με τόσους πολλούς υποψηφίους, η ομάδα που διοικεί το δήμο αποτελεί παντού και πάντα το πρώτο φαβορί. Πολύ περισσότερο που αυτή η ομάδα ευτύχησε να έχει για αρχηγό της έναν απλό λαϊκό άνθρωπο που δεν φοβάται να μιλήσει, να χαιρετήσει και να αστειευτεί. Εναν άνθρωπο, ο οποίος δεν τα ξέρει όλα αλλά μαθαίνει, γιατί προφανώς ακούει.