Η πρόταση του “Μορέα” προβλέπει την κατασκευή δεύτερου κλάδου του δρόμου από το Ασπρόχωμα μέχρι τον Πάμισο νοτίως της σιδηροδρομικής γραμμής, έτσι ώστε να λειτουργεί ως μονόδρομος, δεύτερη γέφυρα στον Πάμισο, ευρεία παράκαμψη της Μεσσήνης και της Βελίκας και βελτιώσεις στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά σε διάφορα σημεία. Πρόκειται για μια πρόταση την οποία διατυπώνω εδώ και πολλά χρόνια, ακόμη και από την εποχή των παχιών αγελάδων όταν όλοι ήθελαν έναν κλειστό αυτοκινητόδρομο για να πηγαίνουν στο χωριό τους. Θα ήταν άδικο να “κλέψω” την πατρότητα αυτής της ιδέας, καθώς είχε διατυπωθεί κατά πρώτον από τις υπηρεσίες της (κρατικής τότε) Περιφέρειας Πελοποννήσου από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990. Τότε οι τοπικοί παράγοντες την έγραψαν εκεί... που δεν γράφεται και την αγνόησαν, ορισμένοι την υποστήριξαν αρχικά για να την ξεχάσουν στη συνέχεια για λόγους τους οποίους μόνον οι ίδιοι γνωρίζουν. Και άρχισαν τα πέρα – δώθε με τις μελέτες εκατομμυρίων για να περάσει νέος δρόμος μέσα από τους βάλτους, αλλά και οι κόντρες συμφερόντων εντός και εκτός Δημοτικού Συμβουλίου Μεσσήνης καθώς είναι πρωτίστως ο ενδιαφερόμενος δήμος. Για να μιλήσουμε καθαρά, υπήρχαν και υπάρχουν συμφέροντα μικρών και μεγάλων ιδιοκτητών αλλά και συμφέροντα χωριών και οικισμών. Και οι παράγοντες του καλλικρατικού και απολύτως ανομοιογενούς εν προκειμένω Δήμου Μεσσήνης, εδώ και πολλά χρόνια κάνουν ασκήσεις ισορροπίας, αλλά η λαϊκή σοφία ότι δεν γίνεται “και η πίτα ολάκερη και το σκυλί χορτάτο”, εδώ βρήκε την πλήρη εφαρμογή της. Πάντα σε σχέση με την λεγόμενη παραλιακή χάραξη βεβαίως, δηλαδή για αυτοκινητόδρομο του οποίου “έπαιζαν” τα χαρακτηριστικά, τα ύψη, οι παράδρομοι και πάει λέγοντας.
Ολα αυτά τα χρόνια κανένας δεν βγήκε να υπερασπιστεί την εναλλακτική λύση, η οποία αν είχε εφαρμοστεί από την εποχή που διατυπώθηκε, θα είχε διαμορφώσει ριζικά διαφορετικές συνθήκες στην περιοχή. Αφετηρία της συζήτησης για το δρόμο Καλαμάτα – Ριζόμυλος δεν μπορεί παρά να είναι η ασφαλέστερη και γρηγορότερη διέλευση αυτού του τμήματος. Και χρησιμοποιώ το “ασφαλέστερη” γιατί “ασφαλής” στην κυριολεξία της λέξης δεν είναι κανένας δρόμος. Η χάραξη και τα χαρακτηριστικά ενός τέτοιου δρόμου εκ των πραγμάτων θα εξυπηρετήσει περισσότερο ή λιγότερο, ατομικά ή συλλογικά συμφέροντα. Κάποιοι μπορεί να “σπρώχνουν” την μια ή την άλλη λύση γιατί σε αυτή βλέπουν το συμφέρον τους και σε κάποιους μπορεί να... φέξει η επιλογή, είτε θετικά είτε αρνητικά. Οταν η Πολιτεία με τους συντεταγμένους θεσμούς έρχεται να δώσει την απάντηση στην αρχική επιδίωξη, δεν μπορεί παρά να αγνοήσει αυτές τις αντιθέσεις και να προτάξει τη συμφερότερη κοινωνικά και οικονομικά λύση που θα καταστήσει ασφαλέστερη την κίνηση ντόπιων και επισκεπτών. Ενας δρόμος, όπως περιγράφηκε αρχικά, πέρα από κάθε αμφισβήτηση ανταποκρίνεται σε αυτά τα κριτήρια και επιτυγχάνει τη βέλτιστη σχέση κόστους – ωφέλειας. Και ακόμη μπορεί κανένας να ελπίζει ότι είναι δυνατόν να κατασκευαστεί, καθώς η παραλιακή χάραξη “δεν βγαίνει” χρηματοδοτικά και αντιμετωπίζει προβλήματα που μπορεί να αποδειχθούν ανυπέρβλητα. Γιατί και τεχνικά υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες καθώς ο δρόμος θα πρέπει να σταθεί πάνω σε βάλτο με ό,τι σημαίνει αυτό αλλά και προσφυγές στο Συμβούλιο Επικρατείας μπορεί να γίνουν, υπάρχει άλλωστε προηγούμενο.
Ο διαγκωνισμός των πολιτευόμενων που υπόσχονται να κατασκευάσουν αυτό το δρόμο δεν μου προκαλεί καμία έκπληξη. Δεν θα είναι δα και η πρώτη φορά που θα τάξουν γεφύρια, συνώνυμο δυστυχώς της βουλευτικής ιδιότητας έχει γίνει η κυβίστηση ακόμη και σε πολύ σοβαρά θέματα εθνικής εμβέλειας. Η δικαιολογία είναι πάντα γνωστή καθώς φταίνε οι προηγούμενοι, η πολιτεία των οποίων λειτουργεί ως... κολυμβήθρα του Σιλωάμ που εξαγνίζει τους επόμενους. Δεν περιμένουμε να γίνει κάτι διαφορετικό βεβαίως αυτή τη φορά, με δεδομένο μάλιστα το γεγονός ότι δεν υπάρχει και κάποια κινητοποίηση πολιτών με πρωτοβουλία της αυτοδιοίκησης η οποία θα μπορούσε να αποτελεί μοχλό πίεσης. Παιχνίδια παραγόντων βλέπουμε και σιγά-σιγά γίνονται σε όλους γνωστά. Ο δήμαρχος Καλαμάτας Παν. Νίκας ζητάει παραλιακή χάραξη όχι γιατί κρίνει ότι αυτή είναι η συμφερότερη γενικά λύση, αλλά είναι η συμφερότερη για τα πολιτικά του σχέδια: Θέλει δρόμο στη Δυτική Παραλία για να παίξει με το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (το οποίο ο ίδιος φρόντισε να χαντακώσει με την προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας και την εμμονή για τροποποίηση). Ο δήμαρχος Πύλου-Νέστορος Δ. Καφαντάρης ασφαλώς θέλει δρόμο – σωλήνα ο οποίος όμως θα... φρακάρει στο Ριζόμυλο, αφού ο ίδιος δεν κάνει τίποτε για το δρόμο προς Πύλο-Μεθώνη και Κορώνη που είναι και τα κρισιμότερα τμήματα του οδικού δικτύου που οδηγούν στην περιοχή που “κυβερνάει”. Και ο δήμαρχος Μεσσήνης Γ. Τσώνης διστάζει να πάρει θέση για τους λόγους οι οποίοι αναφέρθηκαν αρχικά, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος γνωρίζει ότι χρηματοδοτική τύχη μπορεί να έχει μόνον ο δρόμος που προτείνει ο “Μορέας”, με οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Και επειδή το κερασάκι της τούρτας κάθε φορά είναι η λέξη “ανάπτυξη”, θα έπρεπε να τονίσουμε σε αυτό το σημείο ότι η παραλιακή ζώνη τόσο στην Καλαμάτα, όσο κι στη Μεσσήνη για να αναπτυχθεί χρειάζεται πολεοδομικό σχέδιο. Το οποίο δεν υπάρχει και δεν φαίνεται... σύντομα στον ορίζοντα, παρότι αποτελεί ζητούμενο εδώ και πολλά χρόνια. Στην Καλαμάτα γιατί το τίναξε στον αέρα η δημοτική αρχή με την προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας (και... απειλεί με τροποποίηση πριν εφαρμοστεί) και στη Μεσσήνη γιατί έχει βαλτώσει η υπόθεση της πράξης εφαρμογής. Θα έλεγα ότι χρειάζεται ακόμη ένα κοινό σχέδιο διαχείρισης της παραλιακής ζώνης από τις δυο πλευρές του Παμίσου ο οποίος τις χωρίζει αντί να τις ενώνει. Και βεβαίως θα μπορούσε να δοθεί απλή λύση στη σύνδεση χωρίς μεγαλεπήβολα έργα, για έναν δρόμο ήπιας κυκλοφορίας με πεζόδρομο ή ποδηλατόδρομο με κορμό τους υπάρχοντες και από τις δύο πλευρές. Τον τρόπο πρόσβασης στην παραλιακή ζώνη θα έπρεπε να τον σχεδιάσουν οι δήμοι αναλόγως των ιδιομορφιών του καθενός. Για να γίνουν αυτά ή και άλλα πράγματα που προκρίνουν οι δήμοι, θα πρέπει να τελειώσει κάποια στιγμή η ατέρμονη συζήτηση για το Καλαμάτα – Ριζόμυλος. Οποια λύση και αν δοθεί, θα πρέπει να επιδιωχθούν τάχιστα η χρηματοδότηση και η κατασκευή για να πάψει να αποτελεί και άλλοθι για την απραξία σχετικά με άλλα μεγάλα θέματα της περιοχής με τα οποία δεν ασχολείται κανένας. Πολύ περισσότερο όταν το θέμα και οι τοποθετήσεις δημιουργούν τοπικές “ψυχώσεις” και αντιθέσεις οι οποίες δεν οδηγούν πουθενά.
Καλαμάτα και Μεσσήνη δεσπόζουν στις δύο πλευρές ενός κάμπου σε μαρασμό, μιας παραλιακής ζώνης ουσιαστικά αναξιοποίητης και ενός σπουδαίου βιότοπου που μπορεί να αποτελέσει εμβληματική ζώνη αναψυχής για ντόπιους και επισκέπτες. Η συνεργασία των δήμων θα πρέπει να θεωρείται ως “εκ των ων ουκ άνευ” για την πρόοδο και ανάπτυξη του τόπου.