Στο μυαλό των (συντριπτικά) περισσότερων η λέξη παραπέμπει σχεδόν αυτονόητα σε... ακρογιαλιές και δειλινά, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης. Δεν ήταν πάντα έτσι βεβαίως και μια αναδρομή στο παρελθόν μπορεί να φανεί χρήσιμη για το μέλλον.
Σκαλίζοντας τα αρχεία παλιών τοπικών εφημερίδων, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1950 το μάτι μου έπεσε πάνω σε μια διαφήμιση που καλεί παραθεριστές και εκδρομείς στον Ταΰγετο, στον Ποτισώνα. Το κείμενο είναι ακόμη πιο ενδιαφέρον: “Για κάθε ανάγκη σας απευθύνεσθε στον ονομαστόν [...], που αναλαμβάνει να σας κατασκευάζη την θερινήν καλύβην σας και να σας προμηθεύη τα τρόφιμά σας (κρέας, αυγά, τυρί εξαιρετικό, γάλα κ.λπ.), όλα δε νωπότατα και σε τιμές μικρότερες των Καλαμών. Ο Ποτισώνας με τις ονειρώδεις και δυσεύρετες ομορφιές του και με τον εξυπηρετικότατον [...] σας υπόσχεται διαμονήν πλέον ή ευχάριστον από πάσης απόψεως”. Θερινή αυτοσχέδια κατασκήνωση με οργανωμένο δίκτυο υποστήριξης και υποθέτω ότι ο εν λόγω διαφημιζόμενος δεν θα ήταν και ο μοναδικός. Από τα ρεπορτάζ της εποχής βεβαίως δεν λείπουν οι περιγραφές από τη ζωή και τα γλέντια σε αυτή την κατασκήνωση, όχι μόνο στον Ποτισώνα αλλά και σε άλλες ορεινές περιοχές της Μεσσηνίας πέραν του Ταϋγέτου. Γιατί τις κατασκηνώσεις τις έκαναν οι παρέες ή αντιστρόφως η ανάγκη για ορεινές αποδράσεις και οξυγόνο δημιουργούσε τις παρέες. Ηταν βεβαίως η εποχή του λιτού βίου και της συντροφιάς, καθώς μάλιστα υπήρχαν και πολύ... ακριβότεροι τόποι και τρόποι ορεινών διακοπών. Κυρίως σε σπίτια ή ξενώνες στη Βυτίνα και άλλες περιοχές. Τέτοιες κατασκηνώσεις υπήρχαν και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν με κυβερνητική απόφαση ξηλώθηκαν οι τελευταίες πρόχειρες εγκαταστάσεις στον Ταΰγετο και το βουνό έχασε πολύτιμους φίλους του. Εμειναν τελικά μόνο οι οργανωμένες κατασκηνώσεις για παιδιά σε διάφορα σημεία με πλέον γνωστή αυτή της Αγίας Μαρίνας, ως ενθύμιο μιας άλλης εποχής από οικονομική και κοινωνική άποψη. Από τις οποίες πέρασαν χιλιάδες άνθρωποι που έχουν εγγράψει στη μνήμη τους αξέχαστες στιγμές των παιδικών τους χρόνων, ενίοτε και καλοκαιρινές περιπέτειες.
Οι καιροί άλλαξαν, μαζί και οι προσανατολισμοί. Ασφαλώς και δεν... προσβλέπει κανένας στην επιστροφή την εποχή της καλύβας, όμως ο ορεινός τουρισμός υπάρχει και έχει πάρει τις πλέον διαφορετικές μορφές. Τη θέση των κατασκηνώσεων έχουν πάρει πια σύγχρονες εγκαταστάσεις, οι οποίες σε άλλες περιοχές έχουν σημαντική επίδραση στην τοπική κοινωνία. Και αυτό έγινε εκεί που υπήρξαν οργανωμένες παρεμβάσεις με ένα στοιχειώδες σχέδιο και δεν σκορπίστηκαν τα χρήματα των Κοινοτικών προγραμμάτων στους τέσσερις ανέμους για την εξυπηρέτηση φίλων και γνωστών. Γιατί η “ανάπτυξη” μιας περιοχής προϋποθέτει ένα σύνολο ενεργειών, εγκαταστάσεων και δράσεων που δημιουργούν προϋποθέσεις “επώνυμου” προορισμού αναψυχής. Οι μεμονωμένες προσπάθειες -τις οποίες μάλιστα πληρώνουν αλμυρά ορισμένες φορές οι επιχειρούντες- πολύ δύσκολα μπορούν να σταθούν και να λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά. Από πεποίθηση επιμένω πάντα στην έννοια του “σχεδίου” που είναι απαραίτητο κάθε φορά όταν έχεις πραγματικό στόχο. Χωρίς αυτό δεν υπάρχει ούτε στόχος παρά μόνο “έπεα πτερόεντα” που χάνονται μετά την εκφορά τους. Το σχέδιο βεβαίως για να γίνει πραγματικότητα, χρειάζεται ανθρώπινο και υλικό κεφάλαιο. Πλην όμως αποτελεί τη βάση για την οποιαδήποτε συζήτηση. Οταν υπάρχει, τα υπόλοιπα μπορεί να εξελιχθούν σταδιακά, σε βάθος χρόνου και ανάλογα με τις συνθήκες και τις δυνατότητες που υπάρχουν. Ζητείται λοιπόν σχέδιο και αυτό αφορά όλους εκείνους οι οποίοι διαχειρίζονται από οποιαδήποτε θέση τις τύχες του τόπου και των ανθρώπων του. Υπάρχει ένα τεράστιο κεφάλαιο για την πόλη και τον τόπο, που ονομάζεται “Ταΰγετος”. Ενα κεφάλαιο που έχει εγκαταλειφθεί από τους θεσμούς της Πολιτείας και έχει υποστεί ανυπολόγιστες καταστροφές από τις πυρκαγιές. Για το οποίο ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ολοκληρωμένη και σοβαρή συζήτηση.
Την ώρα που οι “άρχοντες” ασχολούνται με άλλα πιο φανταχτερά πράγματα, υπάρχει ένας κόσμος που ασχολείται και με επιμονή αναδεικνύει όλα εκείνα τα στοιχεία που καθιστούν πολύτιμο τον ορεινό όγκο για τη ζωή των ανθρώπων της πόλης αλλά και ως εναλλακτική πρόταση αναψυχής και κατά συνέπεια προσέλκυσης επισκεπτών. Πριν από δεκαετίες βλέπαμε ξένους επισκέπτες να κινούνται στο ποτάμι και μας φαινόταν (τουλάχιστον) περίεργο. Και μπορεί αυτό να κάνει σε κάποιους εντύπωση σήμερα, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 όλα τα βοθρολύματα κατέληγαν στο φαράγγι εκτοξευόμενα από τα βυτιοφόρα κάπου εκεί από τους “Πέντε δρόμους”. Το διεθνές ρεζιλίκι ήταν ένας επιπλέον λόγος που επέβαλε την κατασκευή της αποχέτευσης, χάρη στην οποία σήμερα μπορούμε να συζητούμε για τουρισμό και άλλα τινά. Το φαράγγι αποτελεί πλέον μια πρόκληση για την πόλη, τους δημοτικούς άρχοντες και τους ασχολούμενους με τον τουρισμό. Κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να αποτελέσει πόλο έλξης για επισκέπτες με φυσιολατρικά ενδιαφέροντα ή και εκείνους που αναζητούν εναλλακτικές λύσεις κατά την παραμονή τους στην πόλη και την περιοχή. “Ερέθισμα” για την αναφορά αυτή η πρόσφατη διάβαση που οργανώθηκε από τον Ορειβατικό και οι εξαιρετικές εντυπώσεις ανθρώπων που συμμετείχαν. Οι σύλλογοι με φυσιολατρική δραστηριότητα είναι εκείνοι οι οποίοι δείχνουν και τους δρόμους που θα πρέπει να ακολουθήσουν όσοι ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη αυτής της μορφής τουρισμού. Και φυσικά το φαράγγι του Νέδοντα είναι μία από τις διαδρομές που παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Υπάρχουν πολλές ακόμη δραστηριότητες που καταγράφονται και οι οποίες στο σύνολό τους αποτελούν μια άλλη πρόταση αναψυχής και δραστηριότητας για ντόπιους και επισκέπτες. Και είναι κάτι το οποίο δυστυχώς δεν έχουν συνειδητοποιήσει εκείνοι που βολεύονται με τον τουρισμό της ξαπλώστρας στο κυμοθάλασσο.
Αναφέρθηκα προηγουμένως σε “προϋποθέσεις”. Και η πρώτη προϋπόθεση βεβαίως είναι η ενασχόληση με σχέδιο και μέτρα υποστήριξης ενός τέτοιου εγχειρήματος. Από τεχνική άποψη είναι κάτι το οποίο απαιτεί τη συνεργασία εκείνων που γνωρίζουν τις διαδρομές, τα προβλήματα που υπάρχουν και τους τρόπους αντιμετώπισης. Από την άποψη του δημοτικού σχεδιασμού όμως εκείνο που προέχει είναι η “σύνδεση” της πόλης με τον ορεινό όγκο μέσα από το Νέδοντα. Και αυτό που με διάφορους τρόπους πάει και έρχεται από την... προπολεμική περίοδο, το πάρκο αναψυχής. Αντί αυτού ο δήμος επιχειρεί να φορτώσει ακόμη και με... σκουπίδια την περιοχή η οποία όχι μόνο είναι περιοχή φυσικού κάλλους αλλά και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Και δυστυχώς δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι η υπόθεση δεν αφορά τους κατοίκους της περιοχής που δικαίως διαμαρτύρονται, αλλά το σύνολο της πόλης. Μια πόλη η οποία δεν έχει στον αστικό ιστό παρά μόνο... μισό μέτρο οργανωμένου αστικού πρασίνου ανά κάτοικο, είναι αδύνατον να καταστρέφει την προοπτική ενός περιβαλλοντικού πάρκου στις παρυφές της που θα την συνδέει μάλιστα με τον ορεινό όγκο. Η οριοθέτηση της κοίτης του Νέδοντα εκ των πραγμάτων θα πρέπει να γίνει πριν από οποιαδήποτε επέμβαση και η αποκατάστασή της θα πρέπει να είναι η βάση ενός σχεδίου το οποίο θα παρέχει και ασφάλεια τόσο στην πόλη όσο και στις εγκαταστάσεις και τους ανθρώπους. Μέσα σε αυτή δεν θα πρέπει να υπάρχει τίποτε όχι μόνο γιατί το προβλέπει η νομοθεσία, αλλά και γιατί το επιβάλλει η στοιχειώδης πρόνοια. Συμβόλαιο με τη φύση δεν έχει κάνει κανένας και ένα πλημμυρικό φαινόμενο μπορεί να καταστρέψει το σύνολο του μηχανολογικού εξοπλισμού του δήμου που βρίσκεται μέσα στην κοίτη του. Και είναι πέρα από κάθε λογική οι νέες κατασκευές μέσα σε αυτή που δεν παίρνουν υπόψη τους όχι μόνο το περιβάλλον, αλλά ούτε και τους κινδύνους να πάνε... τα λεφτά στη θάλασσα. Το βουνό είναι φίλος και προίκα της φύσης στην πόλη. Μπορεί να γίνει εχθρός αν παραβιάσουμε τους κανόνες με την “ελπίδα” ότι δεν θα αγριέψει ποτέ και την προσδοκία των ψήφων στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση...