Πέμπτη, 12 Ιουλίου 2018 14:12

Αυτοδιοίκηση... στα τυφλά και ο χρόνος περνάει

Γράφτηκε από τον

Αυτοδιοίκηση... στα τυφλά και ο χρόνος περνάει

 

Καθώς κυλάει το καλοκαίρι ο χρόνος έρχεται όλο και πιο κοντά στις δημοτικές εκλογές. Υπό “φυσιολογικές” πολιτικές συνθήκες ήδη θα είχε ανοίξει η κούρσα των υποψηφιοτήτων. Πλην όμως χωρίς καμία σταθερά, η διστακτικότητα και ο σκεπτικισμός έρχονται φυσιολογικά. Και δεν αρκεί πάντα ένα βήμα για να πάρει μπροστά “η μηχανή” των εκλογών.

Με άγνωστο τον χρόνο διεξαγωγής των τριών εκλογικών αναμετρήσεων του 2019 και τον τρόπο που μπορεί να συνδυαστούν, είναι άγνωστος και ο τρόπος με τον οποίο θα διεξαχθούν οι αυτοδιοικητικές εκλογές. Η κυβέρνηση προωθεί την απλή αναλογική, η αντιπολίτευση δηλώνει ότι θα την καταργήσει, επομένως τον τρόπο θα τον κρίνουν ο χρόνος και το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον λογικά είναι τα “φρένα” αλλά παράλογο είναι να περιμένουν οι ενδιαφερόμενοι μέχρι την τελευταία στιγμή να αποφασίσουν αν θα διεκδικήσουν ή όχι την εκλογή τους. Η διεξαγωγή των αυτοδιοικητικών εκλογών με την απλή αναλογική ανατρέπει το οικοδόμημα που έχουν στήσει οι μηχανισμοί τοπικής εξουσίας εδώ και πολλά χρόνια. Διαπίστωση η οποία εξηγεί και την “εκστρατεία” των σημερινών δημάρχων ανά την περιφέρεια μέσω των “συνδικαλιστικών” οργάνων, με στόχο την ακύρωση της εκλογικής μεταρρύθμισης. Κανένας δήμαρχος δεν είναι διατεθειμένος να “μοιραστεί” την εξουσία με κάποιον άλλον, το πολιτικό προσωπικό της αυτοδιοίκησης έχει ενσωματώσει στο DNA του τη δημαρχοκεντρική αντίληψη που διατρέχει τους όρους λειτουργίας των θεσμών. Η διατήρηση των πολυπλόκαμων μηχανισμών που έχουν στήσει μέσα και γύρω από τις δημοτικές δραστηριότητες προϋποθέτει ενός ανδρός αρχή η οποία όσο περνάει ο καιρός εμφανίζεται με όλο και μεγαλύτερη ένταση και προκλητικότητα ορισμένες φορές. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι στο χώρο της αυτοδιοίκησης οι δυνάμεις δεν αντιστοιχίστηκαν με αυτές στο καθαρά πολιτικό πεδίο, αποδεικνύοντας ότι οι δήμαρχοι και οι δημοτικοί παράγοντες έχουν τα “δικά τους κόμματα”. Χωρίς να είναι ο μόνος παράγοντας, σίγουρα είναι καθοριστικός για την ερμηνεία ορισμένων πραγμάτων.

Ενας δεύτερος παράγοντας που σχετίζεται με την αναβλητικότητα, έχει να κάνει με την πολιτική συμμαχιών. Πολύ περισσότερο με την απλή αναλογική αλλά και χωρίς αυτήν, κόμματα εξουσίας και εκείνα τα οποία διεκδικούν μερίδιο σε αυτή, δεν μπορεί παρά να έχουν πολιτική συμμαχιών στο δεύτερο γύρο. Στον οποίο οδηγείται η πλειοψηφία των αναμετρήσεων με το σημερινό εκλογικό σύστημα. Παλαιότερα με κεντρικές πολιτικές συμφωνίες, στη συνέχεια με τοπικές αλλά κεντρική πολιτική λογική, άλλοτε φανερά, άλλοτε κρυφά, άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα οι “εκτός δεύτερου γύρου” έκριναν με την ψήφο τους (ακόμη και... αν δεν ψήφιζαν), το εκλογικό αποτέλεσμα. Η αναμέτρηση των δύο πρώτων σε δεύτερο γύρο, από μόνη της δημιουργεί ένα πολιτικό δίπολο γύρω από το οποίο στοιχίζονται οι υπόλοιποι, και επειδή δεν έχει βρεθεί... άλλος τρόπος, είτε επιλέγεις είτε δεν επιλέγεις ψήφο στο δεύτερο γύρο, τελικά... επιλέγεις.

Εκ των πραγμάτων λοιπόν οι εκλογές στην αυτοδιοίκηση ενσωματώνουν στοιχεία της κεντρικής πολιτικής των κομμάτων, καθώς αυτά συνεχίζουν να είναι κυρίαρχα στην τοπική αυτοδιοίκηση. Η πολιτική ρευστότητα και οι μεταβολές των τελευταίων χρόνων που έχουν δημιουργήσει σοβαρότατες κομματικές αναδιατάξεις, θέτουν σε νέα βάση το ζήτημα των συμμαχιών στην αυτοδιοίκηση. Ετσι η απλή αναλογική αντιμετωπίζεται από τις πολιτικές δυνάμεις όχι ως μια απλή θεσμική αλλαγή, αλλά εργαλειοποιημένα στη βάση της πολιτικής στρατηγικής του καθενός. Γιατί με αυτή ο δεύτερος γύρος είναι το αναμενόμενο αποτέλεσμα στο σύνολο σχεδόν των δήμων και ως εκ τούτου είτε από τον πρώτο γύρο είτε στο δεύτερο τίθεται το ζήτημα των πολιτικών συμμαχιών. Αλλοι το επιδιώκουν, άλλοι θέλουν να το αποφύγουν αλλά ο διπολισμός είναι αναπόφευκτος με οποιοδήποτε σύστημα στην τελική αναμέτρηση.

Οι αναφορές που προηγήθηκαν εμπεριέχουν τη διαπίστωση ότι κατά βάση εκείνο που κυριαρχεί στις εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση είναι το κομματικό πολιτικό σύστημα. Και μπορεί προσωπικά να θεωρώ εδώ και δεκαετίες ότι οι κινήσεις πολιτών θα έπρεπε να αναμετρώνται στις τοπικές εκλογές, αλλά αυτό θα συνεχίσει να αποτελεί ζητούμενο όσο τα κόμματα δεν έχουν σκοπό να αφήσουν ελεύθερο το πεδίο. Φυσικά και δεν εννοώ ότι οι κινήσεις πολιτών θα πρέπει να είναι μια “απολίτικη σούπα” που σερβίρεται ως σωτηρία του θεσμού και της κοινωνίας. Αντίθετα πιστεύω ότι οι κινήσεις πολιτών θα πρέπει να βλέπουν την πόλη από τη σκοπιά του δημοσίου συμφέροντος, της υπεράσπισης και της αναβάθμισης του δημόσιου χώρου. Αλλά και από τη σκοπιά της κοινωνικής αλληλεγγύης, της προστασίας στοιχειωδών αγαθών για τους πολίτες. Με προσανατολισμό και πρωτοβουλίες σε ένα παραγωγικό πρότυπο που θα βασίζεται στην ανάδειξη των πραγματικών δυνατοτήτων του τόπου και σε μια διαφορετική αντίληψη για την οικονομία. Πιστεύω ακόμη ότι τα κόμματα ως συνταγματικοί πυλώνες έχουν θέση στην αυτοδιοίκηση μέσα από την παραγωγή πολιτικής γι’ αυτήν και την ανάδειξη παραγόντων οι οποίοι θα μπορούσαν να την υπηρετήσουν. Θέση που είναι διαμετρικά αντίθετη με τις κομματικές επιδιώξεις χειραγώγησης της αυτοδιοίκησης και μετατροπής της σε τοπικό κομματικό βραχίονα. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν κόμματα εξουσίας με ρίζες στην κοινωνία και διαρκή ανατροφοδότηση, αλλά μηχανισμοί παραγόντων. Και ως εκ τούτου η επιλογή του εκλεκτού έχει να κάνει με την επιδίωξη ενίσχυσης της θέσης του καθενός στο κεντρικό πολιτικό σύστημα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ενισχύεται η γενική αντίληψη αναξιοπιστίας σε σχέση με τα κόμματα και τη συμβολή τους στην πολιτική ζωή.

Για να επιστρέψουμε στην αφετηρία του κειμένου: Ο λόγος για τον οποίο επείγει να γνωρίσουμε τα πρόσωπα που θα διεκδικήσουν την ψήφο μας στις δημοτικές εκλογές είναι διπλός. Ο πρώτος είναι για να υπάρχει χρόνος ώστε να πληροφορηθεί ο κάθε πολίτης τα όσα αφορούν τον υποψήφιο και τους συνεργάτες του. Ο δεύτερος για να συζητηθεί στην πόλη (ή το δήμο) το “όραμα” του καθενός για την πόλη. Παρεξηγημένη η λέξη και με αρνητικό φορτίο πολλές φορές, θέλει να εκφράσει την παρουσίαση της αντίληψης που έχει ο καθένας για την πόλη, τις λειτουργίες, τις σχέσεις και το μέλλον. Να προσπαθήσει να αντιστοιχίσει αυτές τις σκέψεις με την κοινωνία ή ομάδες της, τελικά να κερδίσει πείθοντας και όχι απαριθμώντας κατάλογο έργων και ενεργειών. Αλλά μια λογική από την οποία θα απορρέουν οι παρεμβάσεις στα διαφορετικά επίπεδα δραστηριοτήτων. Και αυτό είναι φανερό πως δεν μπορεί να γίνει την τελευταία στιγμή. Την τελευταία στιγμή μπορεί να πλασαριστούν μόνον οι “εκλεκτοί” των κομμάτων οι οποίοι έχοντας στην “καβάτζα” της κάλπης μια (λιγότερη ή μεγαλύτερη) “μαγιά”, θα ποντάρουν στο πολιτικό παιχνίδι. Κάποιοι είναι σίγουροι και έχουν ήδη ξεκινήσει, κάποιοι “το παίζουν” από θέση ισχύος έχοντας στο χέρι... και το κόμμα, κάποιοι παζαρεύουν και κάποιοι είναι σε αμηχανία.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, το καλοκαίρι θα είναι κρίσιμη περίοδος για τα όσα λογικά θα πρέπει να ξεκινήσουν οπωσδήποτε από ενωρίς το φθινόπωρο. Την αρχή έκανε ο Στάθης Αναστασόπουλος που εντίμως φρόντισε να “απελευθερώσει” το δρόμο της διαδοχής στην παράταξη που τον στήριξε στο Δήμο Μεσσήνης δηλώνοντας πως δεν θα είναι υποψήφιος. Και βάσιμα μπορούμε να υποθέσουμε ότι πολύ σύντομα θα δούμε και άλλες κινήσεις σε διάφορους δήμους από ανθρώπους και δυνάμεις που δεν περιμένουν να “καθίσει η μπίλια” στο εκλογικό σύστημα για να αποφασίσουν αν ενδιαφέρονται για την πόλη και το δήμο.

[Σ.Σ: Το άρθρο έχει γραφτεί πριν την κατάθεση της τροπολογίας για μετάθεση των αυτοδιοικητικών εκλογών τον Μάιο 2019.]