Πρώτος ήρθε ο φίλος μου Βαγγέλης Αποστόλου τον οποίο σε προσωπικό επίπεδο τιμώ και εκτιμώ. Πήγε στα Φιλιατρά και από εκεί κατά το ρεπορτάζ «ζήτησε τη στήριξη των πολιτών στο ΣΥΡΙΖΑ στις επικείμενες εκλογές, τονίζοντας πως αν και η νέα συμφωνία δημιουργεί επώδυνες επιπτώσεις σε βάρος του αγροτικού χώρου, μέσα από τις δικές τους θέσεις έχουν προτάσεις με ισοδύναμα και αντισταθμιστικά, τα οποία θα απαλύνουν τη φορολογική επιβάρυνση. Παράλληλα υπογράμμισε ότι η στήριξη του αγροτοδιατροφικού συμπλέγματος είναι κυρίαρχη επιδίωξή του όπως και η προώθηση της ανταγωνιστικότητας μέσα από την προστιθέμενη αξία, λέγοντας πως ο αγροτικός χώρος μπορεί να αποτελέσει εργαλείο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και είναι ζητούμενο η συμμετοχή των αγροτών σε αυτήν τη διαδικασία. Ο Β. Αποστόλου επισήμανε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει μεγάλη βαρύτητα στον πρωτογενή τομέα, καθώς στο σχεδιασμό του είναι αυτός που θα συμβάλει στην ανάπτυξη της οικονομίας». Εδώ μιλάμε για την αποθέωση της ασάφειας, της θολούρας και τη υποσχεσιολογίας όταν στο χωριό έρχεται θύελλα με τα μέτρα στα οποία έχει δεσμευτεί όλο το τόξο που αριθμεί σήμερα 248 έδρες στη Βουλή. Τώρα αν την κάνουν με ελαφρά πηδηματάκια και βγουν στα κάγκελα όταν ψηφίζονται τα προαπαιτούμενα για τους αγρότες, δεν θα μας κάνει καθόλου έκπληξη. Μέρος του παιχνιδιού είναι και η ουσία δεν αλλάζει.
Είθισται όταν έρχεται ο αρχηγός στην Καλαμάτα, να του πασάρουν και ένα χαρτί με το ενδιαφέρον του κόμματος για τα τοπικά ζητήματα. Τον πειρασμό αυτό δεν απέφυγε ούτε ο Αλέξης Τσίπρας. Δεν θα αναφερθώ στην υπόθεση του ΠΟΠ ελαιολάδου, καθώς ήδη έχει γράψει για το θέμα αυτό ο Θανάσης Λαγός και δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία για να γίνει αντιληπτό ότι πρόκειται για προεκλογικό τρικ προσεκτικά διατυπωμένο. Θα καταγράψω τη συνέχεια της ομιλίας ως επιτομή της επαναλαμβανόμενης κενολογίας από όλους τους πολιτευόμενους: «Εχουμε όμως να κάνουμε ακόμη πολλά. Δεσμευόμαστε το επόμενο διάστημα, αμέσως μετά τις εκλογές να αναλάβουμε πρωτοβουλίες για: Τη στήριξη των τοπικών προϊόντων (σύκα, σταφίδα, ελιά Καλαμών) που παρουσιάζουν αυξημένο ενδιαφέρον ακόμα και στην παγκόσμια αγορά. Την ενίσχυση της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας ιδιαίτερα των νέων ομάδων παραγωγών, με την τυποποίηση των ντόπιων προϊόντων στον τόπο παραγωγής τους, έτσι ώστε να μένει στην περιοχή η προστιθέμενη αξία των προϊόντων». Και η «δέσμευση» συνεχίστηκε για «την ολοκλήρωση των έργων υποδομής για την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα όπως είναι το φράγμα των Φιλιατρών και τα αρδευτικά δίκτυα», λες και μπορούσε να γίνει διαφορετικά από οποιονδήποτε για ένα έργο που «σέρνεται» χρόνια και χρόνια. Λόγια αχρεωστήτως διατυπωθέντα, κενά περιεχομένου που τα παίρνει ο άνεμος μαζί του το βράδυ των εκλογών.
Και μετά μας την έπεσε ο Αντώνης Σαμαράς. Ο οποίος πρωτοτύπησε αυτή τη φορά και έκανε αγροτική πολιτική σε εστιατόριο της μαρίνας. Μεταξύ τυρού και αχλαδιού, λοιπόν, διάβασα ότι οι παριστάμενοι στο φαγοπότι αντάλλαξαν απόψεις για την επέκταση του ΠΟΠ ελαιολάδου σε όλη τη Μεσσηνία, καθώς γενικώς δίνεται η εντύπωση ότι πρόκειται για μαντζούνι που θα θεραπεύσει όλες τις πληγές της αγροτικής οικονομίας. Βεβαίως ζήτησαν και ισοδύναμα για να πληρώσουν άλλοι το μνημονιακό λογαριασμό που συνυπέγραψε η Νέα Δημοκρατία, αλλά στην πολιτική αυτά είναι λεπτομέρειες. Διάβασα και άλλα πολλά ωραία και εύπεπτα για τραπέζι: Κόστος παραγωγής, τεχνογνωσία, έρευνα, εισροές, συλλογικότητες και πάει λέγοντας. Κανονική διπλωματική αερολογίας δηλαδή για να περνάει η ώρα. Και για να μην σπεύσει κάποιος να σκεφθεί ότι γράφω κακίες για όλα αυτά τα σπουδαία κατά τα άλλα, θα σπεύσω να υπενθυμίσω ότι η Νέα Δημοκρατία έχει κυβερνήσει αυτό τον τόπο πολλές φορές τα τελευταία 41 χρόνια, ο κ. Σαμαράς εκλέγεται βουλευτής από το 1977 (με ένα μικρό διάστημα «ορφανός» από στασίδι με δική του πολιτική επιλογή) αλλά ακόμη είναι (συ)ζητούμενο η εθνική πολιτική στη γεωργία. Γιατί απλώς κανένας δεν ασχολήθηκε σοβαρά όλα αυτά τα χρόνια, έχοντας προσδέσει την τύχη της αγροτικής οικονομίας στην πολιτική που χαράζει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Και δεν κατάφερε να σώσει ούτε την σταφίδα από τις σοβαρές περικοπές της επιδότησης, με κίνδυνο να οδηγηθεί στην εξαφάνιση το προϊόν.
Οχι, δεν θέλω το χαρτοφυλάκιο της γεωργίας. Σοβαρότητα, σχέδιο και στρατηγική ζητώ από τα κόμματα, ιδιαιτέρως εκείνα που ευλόγως λόγω μεγέθους διεκδικούν κάθε φορά να μας κυβερνήσουν. Δυστυχώς τέτοιο «πράγμα» ούτε είδαμε, ούτε πρόκειται να δούμε στο μέλλον. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως δεν έγινε τίποτε εδώ και δεκαετίες. Εγιναν πολλά πλην όμως αυτά δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου κεντρικού σχεδιασμού, αλλά φιλότιμης δράσης επιστημόνων γεωτεχνικών (και μάλιστα δημοσίων υπαλλήλων), πρωτοβουλιών αγροτών που ρισκάρισαν κάποια πράγματα και έπεσαν σε αχαρτογράφητα νερά, με αποτέλεσμα να αξιοποιηθούν παραγωγικά διαθέσιμοι πόροι. Κατά τα άλλα διαλύθηκε το συνεταιριστικό κίνημα, την ώρα που η ανάγκη συλλογικών οργανώσεων είναι κάτι παραπάνω από σοβαρή και σε όλη την Ευρώπη δίνεται ιδιαίτερο βάρος για την ενίσχυση αυτών των δραστηριοτήτων. Απαξιώθηκε στα μάτια των παραγωγών γιατί χρησιμοποιήθηκε σαν «αγελάδα» που την άρμεγαν όλοι, αλλά κάποια στιγμή όχι μόνον δεν έχει να δώσει κάτι ακόμη, αλλά δεν μπορεί πλέον να σταθεί ούτε στα πόδια της. Το ενδιαφέρον για τους αγρότες και την αγροτική οικονομία περιορίζεται στην προεκλογική περίοδο. Τώρα όμως αρχίζουν τα πολύ δύσκολα για μικρούς και μεσαίους παραγωγούς και τα κόμματα οφείλουν να αφήσουν τα λόγια και να αντιμετωπίσουν στα σοβαρά την υπόθεση του μέλλοντος για την αγροτική οικονομία. Χωρίς υποσχέσεις, ωραιοποιήσεις και προσμονή για θαύματα. Αλλά με πολιτικές εφαρμόσιμες επί εδάφους, μεταφορικά και κυριολεκτικά.