Στην "ασφυξία" που νιώθουν μεγάλα τμήματα πληθυσμού τα οποία συνθλίβονται από την κατάθλιψη του καθημερινού αδιεξόδου. Σε μια ιδιότυπη καταναλωτική ψυχοθεραπεία που τρέφει τις αυταπάτες και ελάχιστα υπηρετεί τις ανάγκες. Ενας διαφορετικός τρόπος ανάγνωσης πρακτικών και συμπεριφορών που αποθεώνονται παντί τρόπω και φυσικά αγκαλιάζονται από μια κοινωνία που έχει χάσει τις ελπίδες της, έχει πάψει να ονειρεύεται και ζει απίστευτες αντιφάσεις.
Ούτε λίγο, ούτε πολύ δίνεται η εντύπωση ότι πρόκειται για "πρωτοποριακές" κινήσεις οι οποίες μαγικώ τρόπω τροφοδοτούν τον μπεζαχτά των καταστημάτων που χειμάζονται από την κρίση, από το κομπόδεμα εκείνων που μετρούν και την υποδιαίρεση του ευρώ. Και πως όλες αυτές αθροιζόμενες μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα γιατί εκείνο που λείπει δεν είναι το χρήμα αλλά οι... ιδέες προσέλκυσης πελατών. Πρόκειται ουσιαστικά για μια συλλογική αυταπάτη που στηρίζεται στο χρεοκοπημένο πλέον μοντέλο κατανάλωσης που καλλιεργήθηκε με εξαιρετική ένταση τη δεκαετία του 1990 ως συνοδό στοιχείο των πολιτικών που εφαρμόστηκαν. Μακριά από μένα οποιαδήποτε αντίληψη "σκοτεινών σχεδίων" που επεξεργάζονται κάποιοι σε μυστικοσυμβούλια. Οι προηγούμενες αναφορές αποτελούν μια εξήγηση για ένα φαινόμενο που για κάποιους παραμένει ακόμη στη σφαίρα του... περίεργου ή του παράλογου, αλλά επιμένω ότι οι αντιφάσεις είναι το επιφαινόμενο και τίποτε δεν μπορεί να προκαλεί έκπληξη. Ολα έχουν την ερμηνεία τους -διαφορετική ίσως για τον καθένα- και η πολυπλοκότητα της κοινωνικής συμπεριφοράς από τις εκδηλώσεις οργής μέχρι τα νυχτερινά ψώνια, απλώς αντανακλά την ψυχολογία μιας κοινωνίας που αισθάνεται πως βαδίζει στο επικίνδυνα άγνωστο. Μέσα από το φόβο και τις διαψεύσεις, την απώλεια της θεσμικής εμπιστοσύνης και τους τοίχους που ορθώνονται στο μέλλον του. Μέσα από αντιλήψεις οι οποίες διαμορφώνονται από το συστημικό ιδεολογικό βομβαρδισμό και ένα πέλαγος πληροφοριών στο οποίο πνίγεται η σκέψη αδυνατώντας να τις επεξεργαστεί.
Πολύ στη θεωρία το... ρίξαμε, αλλά δεν μου αρέσουν καθόλου οι απλουστεύσεις και η ανάγνωση μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς της "πολιτικής ορθότητας" των εύπεπτων "επιχειρημάτων". Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα θα μου πείτε, αφού η κοινωνία το γλεντάει και επ' αυτού καμία αντίρρηση. Αν και ουδέποτε θεώρησα ως σοβαρή την θεωρία της δικαίωσης εκ του αποτελέσματος. Η οποία αποτελεί και το άλλοθι της κάθε εξουσίας για τις επιλογές της, θεωρία την οποία φυσικά επικαλείται κατά βούληση, δηλαδή όταν το αποτέλεσμα τη δικαιώνει. Αν συμβαίνει το αντίθετο, επειγόντως πρέπει να... συλληφθεί ο φταίχτης. Ομως η αφετηρία του σχολιασμού έχει να κάνει με το "εύκολο" της επιλογής ως προτεραιότητας στην οποία αναλώνεται όλη η "ενέργεια" του δήμου και επενδύονται πολιτικές φιλοδοξίες. Για τα "δύσκολα" δεν το συζητούμε, αυτά ο δήμος τα έχει εγγράψει στις σόλες των παλαιών υποδημάτων. Τα δύσκολα είναι όλα εκείνα που έχουν να κάνουν με το ρήμα "παράγω", που επαναλαμβάνεται με κάθε τρόπο και σε κάθε χρόνο. Η Καλαμάτα είναι πλέον μια πόλη η οποία παράγει ελάχιστα πράγματα, η οικονομία της περιορίζεται στο σχήμα "οι μισοί πουλάνε και οι μισοί αγοράζουν" εμπορεύματα και υπηρεσίες αλλά, όπως είναι φανερό, σήμερα αυτή η ιστορία δεν μπορεί να πάει μακριά. Τα στρώματα που μπορούν να καταναλώνουν όχι μόνον έχουν συρρικνωθεί σημαντικά αλλά και στα τμήματα που απομένουν, το διαθέσιμο προς κατανάλωση τις περισσότερες φορές περιορίζεται σημαντικά. Ο φαύλος κύκλος επαναλαμβάνεται και βαθαίνει προς τον πάτο του βαρελιού που φαίνεται ότι δεν υπάρχει.
Δεν θεωρώ ότι όταν συζητάμε για "παραγωγή" είναι κάτι το απλό, αν ήταν άλλωστε και ποιος δεν θα έσπευδε να... παράγει πολιτική επ' αυτού λύνοντας μεγάλα ζητήματα, όπως αυτό της ανεργίας (και πολλά ακόμη). Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι πως ο δήμος δεν ασχολείται καθόλου με αυτό το ζήτημα, δίνοντας την εντύπωση ότι αυτό αφορά κάποιους άλλους. Ασφαλώς και δεν αποτελεί τοπικό ζήτημα η υπόθεση αυτή, όμως οι δήμοι έχουν το δικό τους μερτικό και τη δική τους ευθύνη. Αυτή είναι και η ουσιώδης διαφορά του "Καλλικράτη", των μεγάλων δήμων δηλαδή, με αυτούς οι οποίοι προϋπήρχαν. Σε τελευταία ανάλυση αυτή ήταν και η δικαιολογητική βάση επί της οποίας είχε υποστηριχθεί η εφαρμογή της νέας αρχιτεκτονικής του θεσμού της αυτοδιοίκησης. Δηλαδή η ανάληψη αναπτυξιακού ρόλου από την πλευρά των νέων δήμων. Ασφαλώς και ένας τέτοιος ρόλος είναι δύσκολος, απαιτεί πρωτίστως προσανατολισμό, σχέδιο και θεσμική υποστήριξη. Εδώ η ιστορία αυτή έχει εκφυλιστεί στην αναμονή επισκεπτών από την υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό μέσα από την "αυτόματη" λειτουργία υποδομών, όπως ο αυτοκινητόδρομος, το αεροδρόμιο και το λιμάνι. Χωρίς μάλιστα εκ παραλλήλου να αναπτύσσονται εκείνες οι υποδομές που είναι απαραίτητες για την υποδοχή αυτή. Τόσο οι δημόσιες, όσο και οι ιδιωτικές για να έχουμε και την απαραίτητη ισορροπία ευθυνών. Εδώ όλα κινούνται στην τύχη και όλη η δραστηριότητα περιορίζεται σε πλακοστρώσεις και μια εσωτερική πολιτική υποδομών σύμφωνα με τις επιθυμίες των εκλογικών πελατών.
Δεν χρειάζεται ασφαλώς να τονίσουμε πως το ρήμα "παράγω" παραπέμπει στην πρωτογενή παραγωγή και τον αγροτικό τομέα. Φυσικά ο δήμος δεν θα... καλλιεργήσει, οφείλει όμως να ασχοληθεί συστηματικά με όλα τα ζητήματα που αναφέρονται στην αγροτική παραγωγή από τις υποδομές μέχρι την προβολή και την εκπόνηση αναπτυξιακών σχεδίων. Για να συμβεί κάτι τέτοιο όμως χρειάζεται να είναι στις προτεραιότητες της δημοτικής αρχής και να υπάρχουν τα απαιτούμενα θεσμικά εργαλεία. Δυστυχώς ο δήμος ούτε πολιτική έχει, ούτε πολιτικό στέλεχος αρμόδιο (και δραστηριοποιούμενο) σε αυτό τον κρίσιμο τομέα, ούτε Γραφείο Αγροτικής Ανάπτυξης κατάλληλα στελεχωμένο. Και αν δεν με απατά η μνήμη μου ουδέποτε στο Δημοτικό Συμβούλιο έχει συζητηθεί ένα τέτοιο θέμα έτσι ώστε να κατατεθούν οι απόψεις όλων των πτερύγων, να διατυπωθούν σκέψεις, να καταγραφούν προβλήματα, να ανιχνευτούν διάδρομοι ώστε τελικά να αρχίζει το χτίσιμο μιας πολιτικής η οποία στο μέλλον θα μπορούσε να αποδώσει καρπούς. Η ταπεινή μου γνώμη είναι πως κάτι τέτοιο θα πρέπει να γίνει έστω στο "και πέντε". Η Καλαμάτα έχει μέλλον εφόσον ενδυναμωθεί η αγροτική παραγωγή στην περιφέρεια και την ενδοχώρα της. Κάτι τέτοιο δεν θα γίνει αυτόματα, χρειάζεται μέτρα πολιτικής και χρόνο, χρειάζεται καλλιέργεια μιας άλλης λογικής για την οικονομία της πόλης και της περιοχής, απαιτεί δεξιότητες και γεωργική εκπαίδευση, χρειάζεται τέλος πάντων το πραγματικό και χειροπιαστό ενδιαφέρον του δήμου. Να το γράψω πολύ απλά με μια φράση: Είναι δυνατόν ο κάμπος να παραμένει ουσιαστικά ακαλλιέργητος και οι όμοροι δήμοι να μην έχουν εκπονήσει σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης αυτής της τεράστιας έκτασης;