Χθες, την ώρα που έγραφα αυτές τις γραμμές, 10 σπίτια στην Πάρνηθα είχαν ήδη παραδοθεί στις φλόγες και η φωτιά πλησίαζε στον εθνικό δρυμό. Παράλληλα, η φωτιά στον Έβρο συνέχιζε να καίει ανεξέλεγκτα και την προηγούμενη μέρα στο δάσος της Δαδιάς 18 άνθρωποι βρέθηκαν απανθρακωμένοι.
Από τη νότια Ευρώπη έως τη Σκανδιναβία, τα δάση καίγονται. Η Ευρώπη πλήττεται από μεγαλύτερες περιόδους ξηρασίας και υψηλότερες θερμοκρασίες, που δεν μας δίνουν μόνο παρατεταμένους καύσωνες τα καλοκαίρια, αλλά και λιγότερες βροχές τους χειμώνες.
Σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF οι “παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας, συχνές και έντονες καταιγίδες, πλημμύρες, αυξημένες ημέρες καύσωνα και περισσότερες μέγα-πυρκαγιές μαρτυρούν την μεταβολή του κλίματος”. Σε αυτές τις ακραίες καιρικές καταστάσεις ευνοείται “η αύξηση της συχνότητας και της έντασης των πυρκαγιών”.
Στη 1 Αυγούστου διάβαζα στο ενημερωτικό δελτίο της Greenpeace “Ακραίες δασικές πυρκαγιές: Η Ελλάδα θερμαίνεται, ξηραίνεται και καίγεται”. Στα συμπεράσματα, η περιβαλλοντική οργάνωση τόνιζε ότι “η ανεπαρκής χρηματοδότηση και ο σχεδιασμός για την πρόληψη και τη διαχείριση των πυρκαγιών έχουν συμβάλει στην ευπάθεια των δασών, επιδεινώνοντας τον αντίκτυπο”, και πως η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για τις δικές της ενέργειες προκειμένου “η κατανομή των πόρων να μετατοπιστεί προς την προτεραιοποίηση των προσπαθειών πρόληψης και όχι αποκλειστικά της πυρόσβεσης”.
Να ανοίξω εδώ μια παρένθεση, φέρνοντας ως παράδειγμα τη νότια Γαλλία, όπου τα δάση παρακολουθούνται όλο το 24ωρο από δορυφόρους και πτήσεις επιτήρησης με drones. Ωστόσο, σε όλο το νότο της Ευρώπης, η επιμήκυνση της περιόδου για μεγάλες πυρκαγιές, πολύ μεγαλύτερες από οτιδήποτε γνωρίζαμε, απαιτεί επειγόντως την εξεύρεση πόρων για την παροχή κατάλληλου εξοπλισμού, εκπαίδευσης και προσαρμογής των πυροσβεστών σε ακραίες συνθήκες εργασίας.