Η τιμή του ελαιόλαδου αυτή την περίοδο είναι λοιπόν η μικρότερη που διαμορφώνεται, με βάση τις αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούν στην αγορά. Η επισήμανση αυτή είναι αναγκαία ώστε να κατανοηθεί γιατί αντέδρασαν κάποιοι από αυτούς που εμπλέκονται στο σύστημα εμπορίας του ελαιόλαδου, από τη δημοσιοποίηση της «Ε» για τις ανοδικές τιμές στο καλό λάδι.
Οι πληροφορίες είναι απολύτως συγκριμένες, οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην παραγωγή φέτος είναι γνωστές, και η εμπειρία από τα προηγούμενα χρόνια δείχνει ότι η τιμή θα κινηθεί στα 4 ευρώ, ενώ για το πολύ καλό λάδι θα τα ξεπεράσει με άνεση. Οι εκτιμήσεις αυτές για τις τιμές του ελαιόλαδου μπορεί στο τέλος να μην επιβεβαιωθούν, γιατί την αγορά την επηρεάζουν κι άλλοι παράγοντες. Η βασική τάση όμως δείχνει άνοδο των τιμών το επόμενο διάστημα - και ο καθένας, εφόσον έχει τις πληροφορίες και τις εκτιμήσεις από αυτά που συμβαίνουν κι ακούγονται, αποφασίζει με βάση τις προσδοκίες του αλλά και τις ανάγκες του.
Η συζήτηση πάντως για την τιμή του ελαιόλαδου ως πρώτης ύλης, δηλαδή χύμα, επαναφέρει το μεγάλο και γνωστό πρόβλημα της αξιοποίησης ενός σημαντικού προϊόντος της χώρας, το οποίο πρωταγωνιστεί στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων. Η συνηθισμένη προσέγγιση εδώ και χρόνια είναι το... κλάμα για τη χύμα εξαγωγή και για την έλλειψη κρατικής παρέμβασης στην αξιοποίηση του «ελληνικού χρυσού». Είναι καιρός όμως να σταματήσουμε την κλάψα, γιατί προφανώς έτσι δεν λύνεται κανένα πρόβλημα, και να πάψουμε να περιμένουμε από το κράτος να αξιοποιήσει ένα προϊόν, γιατί απλούστατα δεν μπορεί. Το προϊόν θα σταματήσει να πωλείται χύμα, μόνο όταν βρεθούν επιχειρηματίες οι οποίοι θα δουν προοπτική κέρδους στη συσκευασία και μεταπώλησή του στις αγορές της Ελλάδας και του εξωτερικού, και όταν μικρές ομάδες παραγωγών σε κοινοπρακτικά εταιρικά σχήματα ξεκινήσουν από το χωράφι και φτάσουν στο ράφι.
Και τα δύο αυτά έχουν μέσα τους ως προϋποθέσεις την ποιότητα και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Για να το κάνουμε ακόμα πιο συγκεκριμένο: Αν το κράτος πρέπει να κάνει κάτι, αυτό είναι να δημιουργήσει θεσμικό πλαίσιο που θα ενισχύει την επιχειρηματικότητα.
Η ποιότητα ξεκινά από το χωράφι. Το να λέμε μεταξύ μας ότι έχουμε το καλύτερο λάδι στον κόσμο ακούγεται ωραίο, φουσκώνει τα ελληνικά στήθη με περηφάνια, αλλά δεν αρκεί. Η φετινή χρονιά, για παράδειγμα, είναι απολύτως ενδεικτική: Βγήκε ελάχιστο σε ποσότητες καλό λάδι και αρκετό... γράσο. Αυτά αν αναμειχθούν και αρχίσουν να... σπρώχνονται στην αγορά θα προκαλέσουν τεράστια προβλήματα που θα τα βρούμε μπροστά μας στο μέλλον. Η δε κακή ποιοτικά και ποσοτικά φετινή παραγωγή οφείλεται στην ανεπαρκή αντιμετώπιση του δάκου από έναν ανίκανο κρατικό-αυτοδιοικητικό μηχανισμό, ο οποίος δεν μπορεί ούτε το δάκο να καταπολεμήσει.
Αναδείχτηκε ταυτόχρονα η απουσία των παραγωγών από τους ελαιώνες. Οι παραγωγοί που διέθεταν γνώση της καλλιέργειάς τους και ήταν παρόντες, νοιάστηκαν και διέσωσαν σημαντικό μέρος της παραγωγής τους. Οι περισσότεροι όμως ελαιοπαραγωγοί, ειδικά στη Μεσσηνία, είναι συνταξιούχοι αγρότες, υπάλληλοι, και γενικώς εργαζόμενοι σε άλλους τομείς, καθώς και παιδιά αγροτών, που διαμένουν σε όλη τη χώρα και τα οποία έρχονται και μαζεύουν ό,τι ελιές βρουν. Ρίχνουν και δύο σακούλες λίπασμα κι επιστρέφουν την επόμενη χρονιά. Με αυτά τα χαρακτηριστικά των απασχολούμενων στον συγκεκριμένο κλάδο, είναι δύσκολο να επιτύχεις ορθή πρακτική στην καλλιέργεια, στο κόστος παραγωγής αλλά και στην ποιότητα του προϊόντος. Οταν ο άλλος εμφανίζεται μια φορά το χρόνο με το τρέιλερ πίσω από το ΙΧ επιβατικό, για να μαζέψει ό,τι βρει και να φύγει, δεν μπορείς να προσδοκάς και πολλά.
Τα πράγματα, με δυο λόγια, είναι πολύ πιο σύνθετα απ' όσο θεωρούν ορισμένοι - και για να υπάρξει μέλλον, θα πρέπει να ξεκινήσουμε από την οργάνωση της παραγωγής, για να φτάσουμε στην εμπορία και την αξιοποίηση του προϊόντος.
Το στίγμα για τη νέα εποχή στην ελαιοπαραγωγή θα το δώσει η νέα γενιά αγροτών που μπαίνει αυτή την περίοδο στην παραγωγή. Πρόκειται για παιδιά που βλέπουν μια ευκαιρία στον συγκεκριμένο τομέα και ενεργοποιούνται σε όλους τους τομείς, από την παραγωγή με σύγχρονούς επιστημονικούς τρόπους, μέχρι την οργάνωση της εμπορίας και την αξιοποίηση των προϊόντων με άλλους όρους.
Αυτά τα παιδιά θέλουν στήριξη με χρηματοδότηση, ως επιχειρηματίες, και επιστημονική γνώση, γιατί ξέρουν και να διαβάσουν και να μιλήσουν τη γλώσσα της αγοράς.
Τα επιδόματα και τα εφάπαξ φιλοδωρήματα δεν γεννούν πλούτο. Δεν στηρίζουν την οικονομία, γιατί απλούστατα δεν μεγαλώνουν την πίτα.
Κι όσο δεν αλλάζουμε τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τα πράγματα, τόσο θα μικραίνει η πίτα, αλλά και τα κομμάτια της ελεημοσύνης.
panagopg@gmail.com