Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2022, τα νοικοκυριά με ένα παιδί είναι τα πιο διαδεδομένα μεταξύ των νοικοκυριών σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Τα μισά (49,5%) είχαν μόνο ένα παιδί, ενώ δύο παιδιά είχε το 38,1% των νοικοκυριών και τρία ή περισσότερα παιδιά το 12,4%. Στην Ελλάδα, περίπου το 48% περιλαμβάνει ένα παιδί, το 35% δύο παιδιά και το 17% τρία παιδιά. Το χειρότερο, μόνο στο 24,3% των νοικοκυριών της Ε.Ε. ζουν παιδιά. Ο συνολικός αριθμός των νοικοκυριών στην Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 6,9% μεταξύ 2012 και 2022, ωστόσο την ίδια περίοδο το ποσοστό των νοικοκυριών που περιλάμβαναν τουλάχιστον ένα παιδί μειώθηκε κατά 2,4%.
Οι αριθμοί περιγράφουν το δημογραφικό πρόβλημα σε Ελλάδα και Ε.Ε. Οι Ευρωπαίοι δεν κάνουν παιδιά και όταν κάνουν περιορίζεται σε ένα, το πολύ δύο. Είναι γνωστό πως όσο βελτιώνεται το βιοτικό επίπεδο τόσο μειώνεται ο αριθμός των γεννήσεων. Τα νέα ζευγάρια που ζουν στην Ε.Ε. δίνουν προτεραιότητα σε καριέρα και τρόπο ζωής και κάνουν παιδιά όταν υπάρχει η βεβαιότητα πως μπορούν να ανταποκριθούν στις υψηλές απαιτήσεις ανατροφής που επικρατούν.
Το μεγάλωμα παιδιού στην Ε.Ε. έχει υψηλές απαιτήσεις και σημαντικό οικονομικό κόστος. Αντίθετα στις φτωχές χώρες τα ζευγάρια κάνουν παιδιά μιας και οι απαιτήσεις είναι εξαιρετικά χαμηλές και περιορίζονται απλώς στην εξασφάλιση τροφής.
Μεταβολή στη δημογραφική συρρίκνωση στις χώρες της Ε.Ε. θα έχουμε μόνο στην περίπτωση που ενισχυθεί η ανατροφή παιδιών ή έχουμε υποχώρηση απαιτήσεων σε σημείο που θα εξισωθεί ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής με αυτόν των υπανάπτυκτων χωρών. Επειδή κανείς δεν θέλει να αυξηθούν οι γεννήσεις γιατί θα γίνουμε και εμείς τρίτος κόσμος, χρειάζεται να ληφθούν μέτρα στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της ανατροφής παιδιών στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η διευκόλυνση των εργαζόμενων γονέων με δομές που θα αναλαμβάνουν βρέφη και μικρά παιδιά και η δημιουργία εκπαιδευτικού συστήματος, που θα στέλνει τα παιδιά στο σπίτι για ξεκούραση και όχι για διάβασμα, είναι τα πρώτα που χρειάζονται για να μεταβληθούν οι αρνητικοί δείκτες.