Στην Ελλάδα πολιτική καριέρα κάνουν κυρίως όσοι προσφέρουν εξυπηρετήσεις σε οικονομικά συμφέροντα και ψηφοφόρους. Η «διαπλοκή» με τα οικονομικά συμφέροντα τους εξασφαλίζει πόρους για προεκλογικές καμπάνιες και ευνοϊκή προβολή στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και στο Διαδίκτυο, ενώ οι μικροεξυπηρετήσεις δημιουργούν οπαδούς και ψηφοφόρους που “χρωστούν χάρη”, είτε με μια μετάθεση στο Στρατό είτε με την πρόσβαση σε δημόσιες δομές, ακόμη και για θέματα υγείας.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι άλλη μια απόδειξη αυτής της παθογένειας. Βλέπουμε εταιρείες και ισχυρούς παράγοντες να έχουν αναλάβει την «τεχνική υποστήριξη» των δηλώσεων και να καρπώνονται το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων, ενώ παράλληλα τα μικρά τρωκτικά ροκανίζουν ό,τι απομένει, αφήνοντας στους πραγματικούς δικαιούχους ψίχουλα. Το συγκεκριμένο μοντέλο είναι, σε μικρογραφία, αυτό που συμβαίνει διαχρονικά συνολικά στη χώρα.
Η χρεοκοπία του 2010 δεν προέκυψε από το μνημόνιο, όπως αρέσκονται να λένε ακόμη και σήμερα κάποιοι, αλλά από την πρακτική της συναλλαγής με μικρά και μεγάλα συμφέροντα. Το πρόβλημα είναι ότι ποτέ δεν έγινε μια σοβαρή συζήτηση για το πώς φτάσαμε εκεί και τι πρέπει να αλλάξει. Αντί για ουσιαστικό διάλογο, χαθήκαμε σε κορώνες και αντιμνημονιακές ρητορείες, χωρίς να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για να μην επαναληφθούν οι ίδιες πρακτικές. Έτσι, φτάσαμε σήμερα να βλέπουμε τα ίδια φαινόμενα, αδυνατώντας να συμφωνήσουμε στο τι πρέπει να αλλάξει στη χώρα και στους θεσμούς της.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι απλώς ένα ζήτημα, όπου κάποιοι πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά -προφανώς πρέπει και αυτό- αλλά κυρίως ένα καμπανάκι πως η χώρα πρέπει να αφήσει πίσω της αυτές τις νοοτροπίες. Και αυτό δεν γίνεται με εξαγγελίες και διαβεβαιώσεις, αλλά με θεσμική θωράκιση: με διαδικασίες και μηχανισμούς που θα επιβάλουν διαφορετική λειτουργία στην πολιτική και στην οικονομία.
Η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται στην ελληνική οικονομία, η οποία από την ίδρυση του κράτους είναι στενά συνδεδεμένη με το κράτος. Οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι άμεσα ή έμμεσα εξαρτημένες από αυτό. Οι πολιτικοί μέχρι και την προηγούμενη δεκαετία προσπαθούσαν να ισορροπήσουν ανάμεσα στα οικονομικά συμφέροντα και το δημόσιο συμφέρον. Τα τελευταία χρόνια αυτό το μοντέλο καταρρέει και γίνεται ολοένα πιο φανερό πως σύντομα τα ίδια τα οικονομικά συμφέροντα θα αναλάβουν πλήρως τη διακυβέρνηση της χώρας.
Η απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών έχει στρώσει τον δρόμο ώστε αυτό να γίνει σχετικά εύκολα. Δεν θα πρωτοτυπήσουμε· αρκεί να δούμε τι συμβαίνει στις ΗΠΑ, για να καταλάβουμε πού μπορεί να καταλήξουμε. Όταν οι φτωχότεροι Αμερικανοί ψηφίζουν έναν πλούσιο, εκκεντρικό επιχειρηματία πιστεύοντας πως θα τους βελτιώσει το επίπεδο ζωής, είναι θέμα χρόνου να δούμε αντίστοιχες πρακτικές και εδώ.
Η ρητορική κατά του πολιτικού συστήματος είναι κοινή και εύπεπτη. Ο απογοητευμένος πολίτης την αγοράζει εύκολα: λίγο ποδόσφαιρο, λίγο αντισυμβατικότητα, λίγη φιλανθρωπία, λίγη επίδειξη τσαμπουκά και ο δρόμος ανοίγει για “πολιτικές” λύσεις χωρίς πολιτικούς.
Δεν είναι λίγοι όσοι θα αναρωτηθούν και τι έγινε αν οι επιχειρηματίες αναλάβουν τη διακυβέρνηση, αφού έτσι κι αλλιώς αυτοί χρηματοδοτούν τους πολιτικούς; Η απάντηση βρίσκεται στον εξισορροπητικό ρόλο που, όσο κι αν φαίνεται περιορισμένος, εξακολουθεί να έχει η πολιτική. Ακόμη και οι πιο εξαρτημένοι πολιτικοί βάζουν κάποια όρια, ενώ υπάρχουν και λίγοι που δεν είναι υπάλληλοι κανενός.
Αν η εξουσία περάσει ολοκληρωτικά σε ανθρώπους που κινούνται αποκλειστικά από την αλαζονεία του πλούτου και της δύναμης, οι συγκρούσεις που θα προκύψουν θα είναι πρωτόγνωρες. Αυτό που συμβαίνει στις ΗΠΑ μεταξύ Τραμπ και Μασκ είναι απολύτως ενδεικτικό, ενώ ο καβγάς για το ποιος θα κόψει περισσότερες κοινωνικές δαπάνες για υγεία και παιδεία δείχνει ότι οι φτωχοί Αμερικανοί που ψήφισαν επιχειρηματίες, για να τους σώσουν από τους πολιτικούς, θα πληρώσουν τελικά το μεγαλύτερο τίμημα της επιλογής τους.
Μετά τη χρεοκοπία, η Ελλάδα είχε ανάγκη από κυβερνήσεις που θα έβαζαν όρια, θα θέσπιζαν διαδικασίες και θα περιόριζαν το παλαιοκομματικό παιχνίδι με ρουσφέτια και συμφέροντα. Οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν με κόπο και κόστος για τους πολίτες, μαζί με τους πόρους που δόθηκαν από τα ευρωπαϊκά ταμεία, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να αλλάξει η χώρα και να συγκλίνει με την υπόλοιπη Ε.Ε. Δυστυχώς, αυτό δεν συνέβη. Αναπαράχθηκαν οι χειρότερες πρακτικές του παρελθόντος και φτάσαμε σήμερα να συζητάμε αν έκλεβε περισσότερο ο “φραπές” πριν τη χρεοκοπία ή ο σημερινός. Κατάντια και απογοήτευση.
panagopg@gmail.com