Για να δούμε τι θα κάνουμε θα πρέπει πρώτα απ όλα να δούμε τι κάνουν στον τομέα της ενέργειας οι άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ποιο μοντέλο ακολουθούν και ποιο τελικά είναι το πιο αποδοτικό για τους καταναλωτές, το περιβάλλον και συνολικά για τους πολίτες. Αφού δούμε τι κάνουν οι άλλοι, να δούμε ποιο ταιριάζει καλύτερα στις δικές μας ανάγκες και ιδιαιτερότητες και να προσπαθήσουμε, αντιγράφοντας το, να το εφαρμόσουμε. Μόνο μια εταιρεία ενέργειας, και αυτή δημόσια, δεν υπάρχει σε καμία πλέον χώρα της Ε.Ε. Αυτό που πάει να εφαρμοστεί με τη λεγόμενη «μικρή ΔΕΗ» δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια αντιγραφή αυτού που έγινε πριν από λίγο καιρό στην Ιταλία.
Για να είναι ξεκαθαρισμένο ακόμα καλύτερα το πλαίσιο, καλό θα ήταν να γνωρίζουμε όλοι ότι η ΔΕΗ, εδώ και χρόνια, είναι μια εταιρεία που δουλεύει με δεκάδες μικρούς και μεγάλους εργολάβους οι οποίοι αναλαμβάνουν από το να κατασκευάσουν μονάδες και ταινιόδρομους μέχρι να μεταφέρουν λιγνίτη με τα φορτηγά τους στα ορυχεία. Πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι οι μονάδες της εταιρείας στην πλειοψηφία τους είναι παλιές και το επόμενο διάστημα θα χρειαστούν τεράστια ποσά για τον εκσυγχρονισμό τους και την κατασκευή νέων. Ποσά που δεν μπορεί να διαθέσει ούτε να δανειστεί η εταιρεία, παρά μόνο μέσω του δημοσίου ή άμεσα από τη τσέπη των καταναλωτών, με αύξηση της τιμής του ρεύματος. Με δυο λόγια, η ΔΕΗ ως εταιρεία έπρεπε άμεσα κάτι να κάνει προκειμένου να επιζήσει, ακόμα και αν δεν υπήρχαν οι ευρωπαϊκές επιταγές για άνοιγμα του τομέα παραγωγής ενέργειας.
Τα πράγματα, λοιπόν, μόνο απλά δεν είναι και οι λύσεις που μπορούν να δοθούν πρέπει να κινούνται μέσα σε πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο. Δανεικά το δημόσιο δεν μπορεί να εξασφαλίσει για να εκσυγχρονίσει τις μονάδες της ΔΕΗ, ενώ ταυτόχρονα η συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε. επιβάλει το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας. Η πολιτική συζήτηση θα έπρεπε έτσι να έχει συγκεκριμένη στόχευση εντός του υπαρκτού πλαισίου. Στις ονειροφαντασίες του καθένα προφανώς και υπάρχουν και άλλα σχήματα, τα οποία δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε πού οδηγούν. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς θα ανοίξει η αγορά ενέργειας και πώς θα δοθεί ταυτόχρονα η δυνατότητα στη «μεγάλη» ΔΕΗ να χρηματοδοτήσει τον εκσυγχρονισμό των μονάδων της. Να συνυπολογιστεί, τέλος, ότι ο λιγνίτης είναι ένα καύσιμο που τελειώνει και θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή και φειδώ.
Το σχήμα που επιλέχτηκε με την πώληση ενός κομματιού της ΔΕΗ δεν ξέρουμε αν είναι το καλύτερο. Είμαστε όμως πεπεισμένοι ότι δεν μπορεί η συγκεκριμένη επιχείρηση να παραμείνει ως έχει. Τον δημόσιο διάλογο θα έπρεπε να απασχολεί το πώς θα γίνει καλύτερα η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και πώς θα επενδυθούν αποδοτικότερα τα χρήματα που θα εξασφαλιστούν. Το σημαντικότερο, με ποιους κανόνες και προϋποθέσεις θα εξασφαλιστεί η διαφάνεια στην όλη διαδικασία που θα διασφαλίζει το δημόσιο συμφέρον. Το ζήτημα δεν είναι αν το ρεύμα το παράγει η δημόσια επιχείρηση, την οποία λυμαίνονται δεκάδες μικρά και μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, ή μια άλλη ιδιωτική εταιρεία, αλλά τι κανόνες θα τεθούν προκειμένου να μην καταστεί η κοινωνία όμηρος μονοπωλιακών ή ολιγοπωλιακών πρακτικών. Η εμπειρία στον τομέα της τηλεφωνίας έδειξε ότι ο ανταγωνισμός λειτουργεί υπέρ του καταναλωτή, τόσο σε επίπεδο τιμών όσο και σε αυτό της ποιότητας των υπηρεσιών. Η επανάληψη του ίδιου και στην ενέργεια δεν είναι αυτονόητο. Μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν η συζήτηση φύγει από την υπεράσπιση μικρών ή μεγάλων συμφερόντων και στραφεί στον πραγματικό ενδιαφερόμενο που είναι ο πολίτης και συνολικά το δημόσιο συμφέρον.
panagopg@gmail.com