Δευτέρα, 23 Μαϊος 2016 20:28

Χαμένη η μάχη του πράσινου στην Καλαμάτα

Γράφτηκε από τον

Χαμένη η μάχη του πράσινου στην Καλαμάτα

 Τα τελευταία χρόνια -και για να είμαι πιο ακριβής την τελευταία δεκαετία- η αίσθηση που υπάρχει στην Καλαμάτα είναι ότι το πράσινο λιγοστεύει, ιδιαίτερα το αποκαλούμενο υψηλό πράσινο, τα δέντρα δηλαδή. Ο λόγος γίνεται, κατά βάση, για τα δέντρα στους δημοτικούς χώρους, μιας και η “σφαγή” όσων απομένουν σε ιδιωτικά οικόπεδα έχει περιοριστεί σχετικά, καθώς η οικονομική κρίση περιόρισε σημαντικά τον τομέα της οικοδομής.

Αν αναζητήσει κανείς λοιπόν αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου στη διάρκεια των περασμένων δέκα χρόνων, με τις οποίες εγκρίνεται η κοπή δέντρων σε πεζοδρόμια και πλατείες της μεσσηνιακής πρωτεύουσας, δεν θα δυσκολευτεί να εντοπίσει την ευκολία με την οποία γίνονται δεκτά τέτοιου είδους αιτήματα. Οι αιτιολογίες ποικίλλουν, από την αλλεργία κάποιου δημότη, μέχρι τον κίνδυνο που μπορεί να συνεπάγεται το ριζικό σύστημα κάποιου δέντρου για το σπίτι μπροστά από το οποίο βρίσκεται.

Το πρόβλημα, αν θέλετε, δεν είναι η ευκολία της έγκρισης τέτοιου είδους αιτημάτων, όσο η μηδέποτε αντικατάσταση -έστω και σε κάποιο άλλο σημείο της πόλης- του δέντρου που κόβεται.

Οι αριθμοί που κατά καιρούς επικαλείται η δημοτική αρχή, ωστόσο, εμφανίζουν ότι στα τελευταία αυτά δέκα χρόνια έχουν φυτευτεί περισσότερα δέντρα από όσα έχουν κοπεί. Το ζήτημα, όμως, είναι ότι αυτό δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτό από κανέναν, σε σημείο που να αναρωτιέται κανείς πού τέλος πάντων φυτεύονται τόσα δέντρα χωρίς να το παίρνουμε χαμπάρι.

Μια καλή ιδέα, που μου μετέφερε πρόσφατα παλαίμαχος πρώην δημοτικός σύμβουλος -βλέποντας την τραγική εικόνα της Ακρίτα, μετά την κοπή των ευκαλύπτων- είναι να μεταφυτεύονται αμέσως δέντρα από το φυτώριο του δήμου, κατά τι ανεπτυγμένα ήδη, έτσι ώστε το πράσινο που φεύγει να αντικαθίσταται σύντομα. Είναι κάτι που εφαρμόζεται σε πολλά μέρη του κόσμου. Το είδα πρόσφατα στον Καναδά που βρέθηκα, στο Τορόντο, μια πόλη που -πιστέψτε με- είναι δύσκολο να βρεις περιοχή χωρίς πράσινο, η προστασία του οποίου αγγίζει τη σφαίρα της φαντασίας και πόρρω απέχει από την ελληνική πραγματικότητα.

Γυρνώντας στα δικά μας, θα πρέπει να αρχίσει να προβληματίζεται η δημοτική αρχή -που διεκδικεί για την Καλαμάτα τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης- τι θα έχει να αντιπαραθέσει αν της ζητηθεί να παρουσιάσει στοιχεία για την ποιότητα ζωής των κατοίκων της και πόσο πράσινο αντιστοιχεί στον καθένα από αυτούς. Πολύ φοβάμαι ότι ο μέσος όρος αυτής της αναλογίας θα είναι απελπιστικά μικρός -και ό,τι υπάρχει θα οφείλεται αποκλειστικά στο πράσινο και τα δέντρα που επιβιώνουν στο Πάρκο Σιδηροδρόμων και σε αυτό του Λιμενικού Ταμείου.

Οσο ανηφορίζει κανείς από την Παραλία προς το κέντρο της Καλαμάτας, τα δέντρα μειώνονται με... γεωμετρική πρόοδο, όσο και αν “παλεύουν” να σώσουν την κατάσταση η πανέμορφη αλέα με τα πλατάνια μεταξύ του Διοικητηρίου και του Δικαστικού Μεγάρου και τα παρόμοια δέντρα στο ανατολικό πεζοδρόμιο της Αριστομένους, όταν η τεράστια πλατεία μένει παντελώς γυμνή -ενδεχομένως για να χωρέσουν ακόμα περισσότερα τραπεζοκαθίσματα...

Ανάπτυξη μιας πόλης δεν μπορεί να λογίζονται οι αναπλάσεις χώρων με τσιμέντο και κυβόλιθους, χωρίς πράσινο και δέντρα. Είναι το στοιχειώδες ελάχιστο που απαιτείται και είναι ακριβώς αυτό που λείπει σε όλες τις επεκτάσεις σχεδίου που έχουν γίνει στην Καλαμάτα στα τέλη του περασμένου αιώνα. Δεν έχει νόημα να εντάσσεις στο σχέδιο πόλης μια περιοχή για να την κάνεις τσιμέντο. Φωτογραφίες της Καλαμάτας από το Κάστρο, δείχνουν διαχρονικά, πόσο πράσινη ήταν η μεσσηνιακή πρωτεύουσα ακόμα και στα μέσα του προηγούμενου αιώνα και πόσο από αυτό το πράσινο έχει απομείνει.

Υπάρχει, ενδεχομένως, χρόνος για να τελειώνει κάπου εδώ αυτή η στρεβλή άποψη περί ανάπτυξης, μπορεί η δημοτική αρχή να σχεδιάσει πώς θα αποκαταστήσει κομμάτια από το πράσινο κομμάτι της πόλης, προσφέροντας ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της, έστω στις περιοχές που έχουν μείνει ακόμα αλώβητες, μιας και για τις γειτονιές του ευρύτερου κέντρου μια τέτοια προοπτική δείχνει πλέον απόμακρη, αν όχι τελείως ανέφικτη...

 

Βασίλης Γ. Μπακόπουλος

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 23 Μαϊος 2016 16:08